Μια ιστορία σχεδόν χριστουγεννιάτικη
Θα μπορούσε να ήταν χριστουγεννιάτικη, όμως δεν είναι αφού γράφτηκε από τον Ηρόδοτο πριν από δυόμισι χιλιάδες χρόνια, πολύ προτού αρχίσουν οι άνθρωποι να γιορτάζουν τα Χριστούγεννα, προτού ο Ηρώδης διατάξει τη Σφαγή των Νηπίων. Μιλά για ένα μωράκι στην Κόρινθο του 7ου π.Χ. αιώνα που το έλεγαν Κύψελο και που γλίτωσε από τη σφαγή επειδή οι επίδοξοι θύτες του λύγισαν μπροστά στο χαμόγελό του. Ακολουθεί το παραμύθι με λίγα λόγια.
Τον 7ο αιώνα π.Χ., οι Βακχιάδες, οι άρχοντες της Κορίνθου, έμαθαν ότι το παιδί που θα αποκτούσαν ο Ηετίων και η Λάβδα θα σήμαινε το τέλος της εξουσίας τους κι έτσι έστειλαν δέκα στρατιώτες τους στο δήμο όπου κατοικούσε το ζευγάρι για να σκοτώσουν το βρέφος. Έφτασαν εκεί και μπήκαν στην αυλή του Ηετίωνα. Η Λάβδα νόμισε ότι οι επισκέπτες της ήθελαν να δουν το παιδί σαν φίλοι του πατέρα του (ο μπαμπάς απουσίαζε εκείνη την ώρα από το σπίτι). Ανύποπτη φέρνει το μωρό και το αποθέτει στα χέρια ενός απ’ αυτούς. Και, όπως λέει ο Ηρόδοτος («Τερψιχόρη» 5.92):
«Κι αυτοί είχαν αποφασίσει στο δρόμο, ο πρώτος τους που θα πάρει το παιδάκι να το βροντήσει στο έδαφος. Η Λάβδα λοιπόν το έφερε και τους το έδωσε, και το νήπιο χαμογέλασε σ᾽ αυτόν που το πήρε στα χέρια του –κάποιος θεός το φώτισε!– κι εκείνος το ᾽νιωσε και το ψυχοπόνεσε, πώς να το σκοτώσει, κι από ψυχοπόνια το δίνει στα χέρια του δεύτερου, κι εκείνος ενός τρίτου. Έτσι από τον ένα στον άλλο πέρασε από τα χέρια και των δέκα – κανενός δεν το βαστούσε η καρδιά να το θανατώσει. Έδωσαν λοιπόν πίσω στη μάνα το παιδάκι, βγήκαν έξω απ᾽ την αυλή, στάθηκαν στην αυλόπορτα κι ο ένας τα ᾽βαζε με τον άλλο, και προπάντων μ᾽ αυτόν που το πήρε πρώτος, ρίχνοντάς του την κατηγόρια πως δεν ενέργησε σύμφωνα με την απόφασή τους και στο τέλος, αφού πέρασε κάμποση ώρα, πήραν απόφαση να ξαναμπούν κι όλοι τους να πάρουν μέρος στο φόνο».
Η Λάβδα, που στεκόταν ακριβώς δίπλα στην αυλόπορτα, τα κρυφάκουσε όλα και φρόντισε να κρύψει το παιδί σε μέρος όπου θα ’ταν αδύνατο να βρεθεί. Για να μη μακρηγορούμε, αρκεί να πούμε ότι το μωρό γλίτωσε, μεγάλωσε και μεγαλούργησε.
Σημασία όμως εδώ δεν έχει η ιστορία της σωτηρίας του μωρού, αλλά η δύναμη του βρεφικού χαμόγελου. Δεν υπάρχει τίποτα πιο όμορφο στον κόσμο, πιο αφοπλιστικό, από ένα μωρό που χαμογελάει. Διαβάζοντας αυτή την ιστορία, ο νους μας ίσως τρέξει στα χιλιάδες παιδιά της Γάζας που δεν χαμογέλασαν στον δήμιό τους αφού τα βλέμματά τους δεν διασταυρώθηκαν. Οι Ισραηλινοί στρατιώτες είναι εκπαιδευμένοι να σκοτώνουν χωρίς να βλέπουν τι σκοτώνουν· αν αυτό που γκρεμίζουν με βόμβες και οβίδες είναι σχολείο, νοσοκομείο, κτίριο όπου έχουν καταφύγει εκτοπισμένες οικογένειες, αν αυτοί τους οποίους αφανίζουν είναι μωρά, γυναίκες, γέροντες. Εδώ δεν χωράει «ψυχοπόνια». Και στις περισσότερες εικόνες από τη Γάζα δεν βλέπουμε παιδιά να χαμογελούν.