ενδείξεις - αντενδείξεις





πρός τό δεῖν οὕτω



Προηγούμενα εὕσημον λόγον δῶτε








Το Ομοίωμα της Φύσης - [[ ΠΕΡΙΦΡΑΚΤΟΙ ΤΟΠΟΙ ]] από τον Γιάννη Παρασκευόπουλο / (ΑΠΟ ΝΕΟ ΠΛΑΝΟΔΙΟΝ)

αναρτήθηκε από : tinakanoumegk on : Κυριακή 27 Οκτωβρίου 2024 0 comments

 

Τοιχογραφία με ομοίωμα κήπου. Herculaneum, Πομπηία.
~.~

[[ ΠΕΡΙΦΡΑΚΤΟΙ ΤΟΠΟΙ ]]
από τον Γιάννη Παρασκευόπουλο

Κατά τον ιστορικό Πιερ Γκριμάλ, οι ρωμαϊκοί κήποι είναι η πραγμάτωση ενός ελληνικού ονείρου. Αυτή η διαπίστωση λαμβάνει χώρα, αρχικά, εξαιτίας του γεγονότος ότι η Αυτοκρατορία της Ρώμης ζει στην ηχώ του ελληνικού τοπίου. Η επαφή με τον ελληνικό γεωγραφικό χώρο, μετέτρεψε την κατάκτησή του σε οικειοποίησή του. Η Ρώμη κατάφερε να συστηματοποιήσει τις σκόρπιες σελίδες της ελληνικής κοσμοαντίληψης για τη φύση και τη σχέση του ανθρώπου μαζί της. Σκηνές της ομηρικής ποίησης όπως οι κήποι του Αλκίνοου και της Καλυψούς, η έννοια της Αρκαδίας, οι κήποι των φιλοσόφων, η λατρεία των Νυμφών καθώς και των “πρωτόγονων” και ζωόμορφων θεών, η βουκολική ποίηση της Σικελίας, υπήρξαν διασπασμένα στοιχεία στον ελληνικό κόσμο.

Η Ρώμη οικειοποιείται τα σπαράγματα αυτά μετατρέποντάς τα σε βάση για την δική της πολιτισμική ανάπτυξη. Ο κλασσικισμός, που γεννάται ως ένα σημείο αναφοράς στον ελλαδικό τικόσμο, μετατρέπει αυτόν τον κόσμο σε ένα καλλιτεχνικό, θρησκευτικό και φυσικό τοπίο. Κατά αυτόν τον τρόπο, η Ρώμη μετέτρεψε τα απομονωμένα στοιχεία του ελλαδικού κόσμου σε ένα ομογενοποιημένο ελληνικό τοπίο. Αφού η ίδια έπαιξε τον ρόλο του διαύλου, η αναφορικότητα στο ελληνικό τοπίο θα κυριαρχήσει για τα επόμενα δυο χιλιάδες χρόνια στον Δυτικό κόσμο. Τα θέματα που δημιουργεί ο ρωμαϊκός κήπος θα επανεξεργάζονται διαρκώς και θα εμπλουτίζονται συνεχώς μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα.

Η ονοματοποιία των ρωμαϊκών κήπων είναι πολυσύνθετη και ανάλογως της χρονικής περιόδου λαμβάνει διαφορετικές ορολογίες που αντιστοιχούν στις λειτουργίες του κήπου. Η διαμόρφωση και η εξέλιξη του κήπου από θρεπτικό τόπο σε χώρο απόλαυσης και αναψυχής θα προεκτείνεται με βάση την ίδια την ανάπτυξη της ρωμαϊκής πολεοδομίας αλλά και της επέκτασης της αυτοκρατορίας. Όσο περισσότερο θα αναπτύσσεται η συνείδηση της ρωμαϊκής κουλτούρας, τόσο περισσότερο θα ενσωματώνει και στοιχεία από άλλους γεωγραφικούς τόπους. Όπως αναφέραμε, η ταυτότητα της Ρώμης στηρίζεται στον κλασσικό ελληνικό κόσμο. Όμως η Ρώμη γίνεται ταυτόχρονα και κληρονόμος του αχανούς ελληνιστικού κόσμου μέσα στον οποίο διάφοροι πολιτισμοί συνυπάρχουν. Ξένοι θεοί αλλά και εξωτικοί τρόποι θα ενσωματωθούν μέσα στο ρωμαϊκό μωσαϊκό.

Ο πρώτος κήπος που εμφανίζεται στην ιταλική χερσόνησο ονομάζεται heredium και ανταποκρίνεται στην αρχαιότερη μορφή κήπου που συναντούμε στην χερσόνησο. Είναι το περιβόλι των χωρικών που έχει ένα καθαρά λειτουργικό και θρεπτικό χαρακτήρα. Ο πρωτογενής ιταλικός κήπος τίθεται υπό την προστασία του Sylvanus, θεού της γονιμότητας της ιταλικής μυθολογίας. Μαζί με την οικειοποίηση της λατρείας των Lares των Ετρούσκων, οι Ρωμαίοι αναζητούν την θεϊκή προστασία των αγροκαλλιέργειών των. Οι Lares, ενσωματώνουν τα genius loci, τους δαίμονες ή πνεύματα που εποπτεύουν και φυλάνε συκγκεκριμένους τόπους. Για αυτό και οι Ιταλοί χωρικοί τοποθετούν αφιερωμένους βωμούς στους δαίμονες μέσα στο χώρο όπου διαμένουν και καλλιεργούν.

Στην Ιταλική χερσόνησο η αντιστοιχία του ελληνικού οίκου είναι το domus, που είναι το σπίτι του χωρικού. Αυτό δεν περιορίζεται απλώς στο να είναι η κατοικία του χωρικού αλλά αντιστοιχεί σε ένα μικροκοσμικό σύμπλεγμα που εικονοποιείται στον χώρο. Πέρα από κατοικία, λοιπόν, το domus περιλαμβάνει, τις καλλιεργήσιμες εκτάσεις που λειτουργούν ως προέκταση του σπιτιού καθώς και την τοποθέτηση των εξημερωμένων ζώων εντός του. Το domus κυριαρχεί στις λατινικές επαρχίες ως μοντέλο κατοικίας της familia και λειτουργεί με βάση το πατριαρχικό σύστημα. Επίσης, στον χώρο του βρίσκουμε βωμούς αφιερωμένους στα genius loci αλλά και σε θεές όπως η Flora. Χάρη στη θεά της γονιμότητας ανθίζουν τα λουλούδια αλλά και τα εσπεριδοειδή δένδρα. Ενίοτε αυτή ταυτίζεται με την Pomona, νύμφη εξέχουσας ομορφιάςπου προστατεύει τα λουλούδια. Βλέπουμε λοιπόν ότι το domus είναι μια οργανωμένη μορφή ζωής που αντιπροσωπεύει τον Ιταλό κάτοικο της υπαίθρου. Μέσα στον οργανωμένο αυτό χώρο η θρησκεία που συνδέεται με την γονιμότητα κυριαρχεί και δεν θα ήταν υπερβολή να την ονομάσουμε θρησκεία των κήπων.

Στον δεύτερο προχριστιανικό αιώνα, η πολεοδομία της Ρώμης αυξάνεται με ταχύτατους ρυθμούς. Με τους επιθετικούς της πολέμους, η Ρώμη υποτάσσει την υπόλοιπη ιταλική χερσόνησο και αυτοανακηρύσσεται μητρόπολη της Αυτοκρατορίας που η ίδια ιδρύει. Η μαζική ροή των ξένων σκλάβων φέρει μαζί της ριζικές ανακατατάξεις στην υποταγμένη ύπαιθρο. Οι ελεύθεροι πολίτες που καλλιεργούσαν τα εδάφη τους, αντικαθίστανται σταδιακά από πληθυσμούς φερμένους από τις ρωμαϊκές επαρχίες. Η αστικοποίηση της μητρόπολης λαμβάνει τεράστιες διαστάσεις. Έτσι, οι παραδοσιακές σχέσεις του Ρωμαίου πολίτη με τη γη διαρρηγνύονται, και όπως θα δούμε παρακάτω, θα αλλάξουν μορφή.

Στα καινούργια προάστια της Ρώμης βρίσκουμε τους hortuli. Αυτοί αποτελούν μικρά περιφραγμένα τεμάχια γης που καλλιεργούνται από τους νεοφερμένους χωρικούς. Στους hortuli καλλιεργούνται εσπεριδοειδή δένδρα καθώς και λαχανικά. Οι συγκεκριμένοι κήποι εμφανίζονται παράλληλα με την ανάπτυξη των ρωμαϊκών πάρκων. Η άκρη της πόλης, έτσι, γίνεται τόπος αναψυχής αλλά και παραγωγός τροφής.

Ο Γκριμάλ εντοπίζει στην εμφάνιση των ρωμαϊκών πάρκων και κήπων μια αντίδραση στη νέα μορφή που παίρνει η πόλη. Οι μέχρι πρότινως συνηθισμένοι στους μέγαλους και ανοιχτούς χώρους κάτοικοι αναγκάζονται να ζήσουν σε πιο συγκεντρωτικά κτίσματα που αναδύονται στην αυτοκρατορική πόλη. Η νέα ρυμοτομία και η αποκοπή από τον κόσμο των αγρών καθιστούν την δημιουργία πάρκων και κήπων μια αναγκαιότητα. Αυτή η ανάγκη δεν φαίνεται μόνο μέσω της δημιουργίας κήπων αλλά διαπερνά και διαμορφώνει τα ποιητικά θέματα των τελευταίων προχριστιανικών χρόνων. Βρίσκουμε, για παράδειγμα, στον Βιργίλιο την ταύτιση της υπαίθρου με την ευτυχία και τον γεωργό να εμφανίζεται ως μια μακαριστή φιγούρα. Διαβάζουμε στα Γεωργικά:

Και δε μπορούν σε κάθε γης τα πάντα να βλασταίνουν:
Στους ποταμούς γεννιώνται οι ιτιές και στους χοντρούς τους βάλτους
Οι σκλήθροι, κι ο όρνος ο άκαρπος στα πετρερά τα όρη.
Κ’ είναι οι μυρτώνιες στους γιαλούς πασίχαρες· και τέλος
ο Βάκχος τες ανίσκιωτες ραχούλες αγαπάει
και προτιμούν οι σμιλακιές βοριάδες και κρυάδες.
Ιδές τη γης που δουλευτές κοσμοακρινοί ημερόνουν,
ιδές προς την Ανατολή τους τόπους των Αράβων,
ιδές και τους χρωματιστούς τους Γελώνους: τα δέντρα
έχουν πατρίδες ξέχωρες. Γεννά μονάχη η Ινδία
τον αμπανό το μελανό, και μονάχα οι Σαβαίοι
έχουν τες λιβανόβεργες. Γιατί να σου αναφέρω
τες ρώγες του αγαθόδεντρου, που πάντα πρασινίζει,
κι ακόμα και τα βάλσαμα, που από το μυρωμένο
 ξύλο ιδρόνουν; και γιατί της Αιθιοπίας τα δάση,
που γραβανά τα καταντά το μαλακό μαλλί τους;
και πως οι Σήρες τα ψιλά σπιλίγγια ξεχτενίζουν
από τα φύλλα, ή τι δρυμά φυτρόνουν στην Ινδία,
που ’ναι σιμά στον Ωκεανό, κατάνακρο του κόσμου
στρογγύλωμα, που εκεί η ριξιά της σαγιτιάς να φτάσει
δε δύναται τα πιο ψηλά του ανεμισμένου δέντρου,
αν και ο λαός της δεν αργεί ταρκάσι να φορέσει;
Βγάζει η Μηδία ξυνόζουμα και την πολλήωρη γέψη
του βλογημένου μήλου της, που γλιγωρότερά του,
σύντα λικάζουν φοβερές οι μητριές τες κούπες
[και σμίγουν με τα βότανα τα βλαβερά τα ξόρκια,]
τίποτα τόσο δε βοηθά και τίποτα δε διώχνει
από τα μέλη τα’ άρρωστα τα σκοτεινά φαρμάκια.
Είναι τρανό το δέντρο αυτό και στην ειδή τη δάφνη
μοιάζει πολύ, και θα’ τανε κ΄ εκείνο δάφνη, ανίσως
τρογύρου του δεν έρριχτε μιάν άλλη μοσκοβόλια.
Ποτέ κανένας άνεμος δεν του ριπίζει φύλλα,
Και τα’ άνθια του είναι κρατερά περσότερο παρά άλλα·
το χνώτο και το στόμα τους, που ζαίνει, τα βαϊλεύουν
μ’ εκείνα οι Μήδοι κ’ έλεξες γιατρεύουν των γερόντων.
[…]
Ω τρισμακάριστοι οι γεωργοί σαν ξέρουν τ’ αγαθά τους!

(Μετάφραση Κωνσταντίνος Θεοτόκης)

Τα πάρκα της Ρώμης αποτελούνται από μια πλειάδα τόπων, ετερόκλητων μεταξύ τους. Αρχικά, έχουμε την παράδοση του Ιερού Άλσους αλλά και του δάσους που βρίσκονται στην άκρη της πόλης ή και έξω από τα τείχη της. Εν αντιθέσει με το ελληνικό Άλσος, σε αυτούς τους τόπους δεν έγινε τεχνητή επέμβαση με διακόσμηση ή με βωμούς και ιερά. Οι χώροι αυτοί είναι αφιερωμένοι σε πάτριους θεούς όπως ο Sylvanus με ονομαστικό τρόπο. Αποτελούν ταυτόχρονα όριο της πόλης. Δεν επιτρέπεται η εισχώρηση των κατοίκων σε αυτούς λόγω της μαγικό-θρησκευτικής τους φύσης. Αντιπροσωπεύουν τον αντίποδα του πολιτισμού, που η άγρια φύση τους προσδίδει μια ανέπαφη ιερότητα. Το ρωμαϊκό άλσος, το nemus, κατά την περίοδο του Αυγούστου θα αντικατασταθεί με το ελληνικό ηρώον, χώρο αφιερώμενο σε ήρωα του οποίου η μνημόνευση ορίζει την συλλογική ταυτότητα της πόλης καθώς και την προστασία της από αυτόν. Συχνά, το ηρώον, που μπορεί να έχει ως κεντρικό σημείο τον τάφο του ήρωα, περιτριγυρίζεται από ιερά δένδρα και πιο συγκεκριμένα από πλατάνια. Αποτελούν ένα υποείδος κήπου.

Οι προκαθορισμένοι χώροι των δασών και των τόπων που εμφανίζονται τα ιερά δένδρα συμβολίζουν το παρελθόν της Ρώμης. Τα νέα πάρκα, με την έννοια της φυτευμένης με δένδρα έκτασης και προσβάσιμης από τους πολίτες, συνδέονται με την έννοια της αισθητικής που εισάγεται στην Ρώμη και που τελεί υπό την επίδραση του Ελληνικού και Ανατολίτικου κόσμου των επαρχιών. Ανταποκρίνονται στο χαμένο φυσικό τοπίο της Ρώμης. Από την στιγμή που χάθηκε η αρχική μορφή της πρώην αγροτικής πόλης, η έννοια και η εικόνα της υπαίθρου επανέρχονται με ένα τεχνητό τρόπο και με μια πλειάδα εμπνεύσεων από άλλους κόσμους. Κατά μια έννοια, το πάρκο με την μορφή που περιγράφουμε εδώ, είναι ο πρόλογος του ρωμαϊκού κήπου.

Ανάμεσα στα πάρκα της μητρόπολης έχουμε το Πεδίον του Άρεως (Campus Martius) που αρχικά βρίσκεται εκτός των τειχών. Ο Αύγουστος ενσωματώνει το Πεδίον εντός της Ρώμης τον 1ο μ.Χ. αιώνα όπου ξεκινά και η ιδιωτικοποίηση μέρους των γαιών του με την εμφάνιση της villa. Το 55 π.Χ. έχουμε την κατασκευή του Porticus Pompeianae, δημόσιο πάρκο που περιέχει και θέατρο. Σε αυτό έχουμε την ενσωμάτωση του θέματος του περιπάτου, όπως εμφανίζεται στα ελληνιστικά ανάκτορα.

Μέχρι τον 1ο μεταχριστιανικό αιώνα έχουμε λοιπόν τον πρωτόγονο heredium και αργότερα τον hortulus που ανταποκρίνονται στις καθημερινές βιοτικές ανάγκες των κατοίκων. Γύρω στο έτος 100 κάνει την εμφάνισή της μια νέα μορφή κήπου, εκείνης του κήπου αναψυχής που προσδιορίζεται με την λέξη hortus. Μαζί με την εισαγώμενη έννοια της αισθητικής και με την ενσωμάτωσή της στην ρωμαϊκή σκέψη, εμφανίζεται και η τεχνική του καινούργιου κήπου. Η ars topiaria, προερχόμενη από την ελληνική λέξη τοπίον που περιλαμβάνει περισσότερο τα χαρακτηριστικά του τόπου παρά την αισθητική έννοια που του αποδίδουμε σήμερα– γίνεται μέρος της αρχιτεκτονικής της Ρώμης. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Beruete, η εργασία του topiarius δεν περιορίζεται μόνο στην κατασκευή, την διαμόρφωση και τη συντήρηση του κήπου, αλλά ανάγεται και σε όλων των ειδών της εργασίες που έχουν αναφορές στην μυθολογία, το βουκολικό τοπίο και την ύπαιθρο. Για παράδειγμα, οι τοιχογραφίες με θέματα βουκολικά όπως τις βλέπουμε στην Πομπηία, είναι έργο του topiarius. Και αυτό γιατί ο κήπος μετατρέπεται σε μια οπτική τέχνη.

Ο Κικέρων, αναφερόμενος στις παρεμβάσεις του ανθρώπου στη γη –όπως η καλλιέργεια, η φύτευση δένδρων, τα συστήματα άδρευσης– θα προτείνει τον όρο alteram naturam, δηλαδή δεύτερη φύση. To αποτέλεσμα της ανθρώπινης εργασίας θα παραμορφώσει και θα αλλάξει το πρόσωπο της ίδιας της φύσης μέσα στο ευρύτερο τοπίο της· ταυτόχρονα τα φυσικά στοιχεία θα παραμείνουν αλλά ο τόπος θα ανθρωποποποιηθεί μέσω της τεχνικής. Αυτή η διατύπωση του Κικέρωνα φαίνεται πως ανταποκρίνεται σε μια γενικότερη διαπίστωση των Ρωμαίων όσον αφορά την επέμβαση στον φυσικό κόσμο αλλά και στη χρήση του.

Το ιταλικό σπίτι πριν την εισαγωγή των θεμάτων ελληνικής έμπνευσης, απαρτίζεται από την αυλή-atrium στο μπροστινό του μέρος και από τον κήπο (hortus) στo πίσω.Τα ελληνικά θέματα θα εμπλουτίσουν την αρχιτεκτονική του. Αρχικά έχουμε το περιστύλιον, δηλαδή ένα χώρο περί της στοάς ή των στηλών που απαρτίζεται από στήλες γύρω από το σπίτι ή την αυλή. Εν συνεχεία, ο ξυστός που ήταν μέρος του γυμνάσιου θα αναπροσαρμοσθεί για να μετατραπεί σε μια μορφή παρτεριού. Η εισαγωγή των παραδρομιδών θα προσθέσει δρομάκια μέσα στον χώρο. Το προστώο θα προσφέρει σκιά γύρω από τις στύλες και στους τοίχους του θα προστεθούν τοιχογραφίες με βουκολικά και μυθολογικά θέματα. Μαζί με την ανατολίτικη έννοια του παραδείσου, του κήπου της απόλαυσης, το domus θα επηρεάσει και εν συνεχεία θα αναπτύξει την έννοια της villa. Πρόκειται για μια ιδιωτική κατοικία που κατά κανόνα είναι απομακρυσμένη από την πόλη. Μπορεί να βρίσκεται στα όριά της ή και στην ύπαιθρο. Η villa θα γίνει ο τόπος κατ’ εξοχήν της εκπλήρωσης της νέας αισθητικής των κήπων. Ταυτόχρονα, η κατοικία αποτελεί καταφύγιο για εκείνους που θέλουν να αποφύγουν τον φασαρία και τον όχλο της πόλης.

Τα ρωμαϊκά οικοδομήματα και κατά συνέπεια οι κήποι τους, που καθιστούν μια προέκταση του κτίσματος, επιτελούν έναν άμεσο αισθητικό σκοπό. Κατά τον Γκριμάλ, η αρχιτεκτονική του κήπου εξυπηρετεί την ανάγκη του ρωμαϊκού νατουραλισμού. Η ανάπτυξη αυτής της αισθητικής που αποτυπώνεται και μεταμορφώνει τον χώρο εμφανίζεται να έχει μια διπλή χρήση: έχουμε τόσο τον εξωτερικό τόπο όσο και τον εσωτερικό. Ο πρώτος εμπεριέχει τα αρχιτεκτονικά μοτίβα που αναφέραμε ανωτέρο,μαζί με προσθέσεις προτομών, πυραμίδων και οβελίσκων σε πολλές περιπτώσεις, ενώ ο δεύτερος αναφέρεται στις τοιχογραφίες που φτιάχνουν μια ψευδαίσθηση του κήπου στο εσωτερικό του οικοδομήματος. Η εσωτερική διαμόρφωση στηρίζεται στις τοιχογραφίες που δημιουργούν μια ψευδαίσθηση του κήπου. Σε αυτό το εσωτερικό γεννάται και το ρωμαϊκό simulacrum, μια εικόνα αναδημιουργίας που μιμείται το πραγματικό δίχως ποτέ να είναι αυτό. Η αισθησιοκρατία ή καλλίτερα η αίσθηση της φύσης είναι παντού παρούσα. Για να συμπληρώσουμε αυτό που αναφέραμε νωρίτερα, δηλαδή όσον αφορά στην αυξανόμενη έλλειψη της φύσης λόγω της επέκτασης της Urbs, οι ιδιώτες Ρωμαίοι επανέφεραν αυτή την φύση μέσα στις οικίες τους με τρόπο τεχνητό. Έτσι λοιπόν, η νέα αισθητική δεν κάλυψε μόνο την έμφυτη ανάγκη για επαφή με τη φύση αλλά δημιούργησε και μια νέα τέχνη και μια νέα ονομασία του κήπου: locus amoenus (τόπος ευχαρίστησης).

Το τοπίο του κήπου της villa, είναι ένα θεατρικό τοπίο. Αναφέραμε ότι η σύλληψη του κήπου πραγματώθηκε με πολλές μορφές και με διάφορες τέχνες. Η λατρεία των Lares από την μεριά των ιθαγενών Ιταλών μέσα στον χώρο του domus, με τη πάροδο του χρόνου και τον εξελληνισμό, μεταμορφώθηκε σε λατρεία του Πριάπου. Μαζί με τον Πάνα, ο θεός με το εξωγκομένο πέος συμβολίζει την γονιμότητα και εγγυάται την καρποφορία. Αυτοί οι εξωπραγματικά τερατόμορφοι θεοί που αναδύονται μέσα από την φύση, θα δώσουν την θέση τους στον Διόνυσο και στις Μαινάδες του. Πέρα από θεός της γονιμότητας, ο Διόνυσος είναι και θεός του Θεάτρου. Να θυμίσουμε ότι η τραγωδία, η κωμωδία και τα σατυρικά δράματα προέρχονται από την τελετουργία. Το θέατρο του Διονύσου στην Αθήνα, είναι μέρος του τεμένους του Διονύσου. Η θεατρικότητα και η γονιμότητα, λοιπόν, ως έννοιες αξεχώριστες από την ουσία του θεού, συμβαδίζουν και αποκτούν στην Ρώμη, μέσω των κήπων, κύρια θέση στη σκηνοθεσία τους. Η λατρεία του Διονύσου αναπτύσσεται παράλληλα με την κηποποιία και βρίσκει σε αυτήν την μεγαλύτερη ποιητική της έκφραση.

Ο toiarius αξιοποιεί τα θέματα των ειδών της δραματουργίας μετατρέποντάς τα σε σκηνικό τόσο του κήπου όσο και της εντοιχισμένης ζωγραφικής. Το κάθε είδος έχει το δικό του σκηνικό και δημιουργεί την δική του προοπτική μέσα στο χώρο. Βρίσκουμε για παράδειγμα στην Πομπηία την θαυμάσια Θυσία της Ιφιγένειας περιβαλλόμενη από κολόνες πάνω στην επιφάνεια του τοίχου καθώς και τον ίδιο τον θεό της ζωής, τον Διόνυσο της Πομπηίας, να στέκει στους πρόποδες του Βεζούβιου περιτριγυρισμένος από αμπέλους. Η ψευδαίσθηση που δημιουργεί αυτή η αισθητική δεν αποσκοπεί σε ένα απλό σκηνικό όπου τα πρόσωπα θα είναι οι απλώς οι ιδωικτήτες του κήπου. Κατά τον Γκριμάλ, η ριζοσπαστικότητα του γενικού θέματος του κήπου εστιάζεται στην δημιουργία της εικόνας μιας προοπτικής. Πρόκεται για το simulacrum (ομοίωμα) που αναφέραμε πιο πάνω. Ο θεατής, κατά αυτόν τον τρόπο,αποκτά την αίσθηση ότι βρίσκεται σε μια σκηνή θεάτρου. Η προοπτική ξεκινά λοιπόν μέσα από το τεχνητό σκηνικό για να εξωραϊστεί, στην συνέχεια, σε μια εικόνα.

Η καινούργια αντίληψη για τη φύση, γεννιέται και εκφράζεται με την εικόνα του κήπου. Τα σκηνικά όπου τοποθετούνται οι θεοί της ζωής και της γονιμότητας ποικίλουν. Ο Πάνας, ο Διόνυσος με τους Σατύρους και τις Μαινάδες τους ενσαρκώνουν το βραχώδες σκηνικό της Αρκαδίας και του Παρνασσού. Ο θίασος και οι τραγόμορφοι δαίμονες περνούν μέσα από άγρια δάση και απόκρημνα βράχια. Τα τεχνητά σπήλαια ενσωματώνονται στο γενικότερο σκηνικό ως μια αναφορά στο άντρον της ομηρικής Καλυψούς.

Ο κήπος, αν και εφήμερο δημιούργημα για την τέρψη της ψυχής και των αισθήσεων, διατηρεί το αίσθημα της ιερότητας. Για την ακρίβεια, η ιερότητα που βρίσκουμε στην φύση και η λατρεία των θεών που συνδέονται με αυτήν μεταφέρονται μέσα στην οικία και γίνονται ατομικό βίωμα και ιδιωτικό θέαμα. Το μεγάλο στοίχημα του topiarius, και εν συνεχεία το επίτευγμά του είναι να μεταθέσει όχι μόνο τη φύση εντός της οικίας, αλλά και να μεταμορφώσει την μαγικό-ιερή της διάσταση σε εικόνα. Τα αρχικά θέματα του κήπου ξεπηδούν μέσω των ελληνιστικών τοπίων, στα οποία και βρίσκουν την έμπνευσή τους, όπου τα τεμένη, οι τάφοι και τα άσυλα των θεών αφθονούν. Η αναπαράσταση της υπαίθρου δημιουργεί ένα θρησκευτικό αίσθημα, αφού το φυσικό τοπίο είναι η κατοικία των θεών της ζωής και του θανάτου.

Ο Γκριμάλ εντοπίζει την εξέλιξη των ρωμαϊκών κήπων, παράλληλα με την εκάστοτε χρονικότητα της Αυτοκρατορίας. Τοποθετεί τις απαρχές του κήπου αναψυχής και απόλαυσης πριν το 129 π.Χ. Σε αυτή την περίοδο που ονομάζει κικερώνεια παρατηρεί ότι το σύνολο του κήπου έχει προσδιορισμένα χαρακτηριστικά. Το μοντέλο του περιέχει ελληνικές, αλεξανδρινές και σικελικές αναφορές. Πρόκειται για ένα μείγμα που συμπεριλαμβάνει κλασσικά μοτίβα της Ελλάδας, βουκολικά τοπία της Σικελίας καθώς και ανατολίτικα στοιχεία από την Αίγυπτο και την Συρία. Τα θέματα είναι ειδυλιακά και σατυρικά.

Η αυγουστίνεια περίοδος, όπου έχουμε και την ανάπτυξη της έπαυλης και την τοποθέτησή της στα προάστια και στην ύπαιθρο, μακριά από την κέντρο της πόλης, συμπίπτει με την άνοδο του ρωμαϊκού νατουραλισμού. Αυτή η περίοδος μπορεί να θεωρηθεί ως η κατ’εξοχήν κλασσική εποχή των ρωμαϊκών κήπων. Πέρα από την ανάπτυξη της αρχιτεκτονικής του κήπου, έχουμε και την εισαγωγή συγκεκριμένων δένδρων που υποστηρίζουν την σκηνοθεσία του κήπου καθώς και την διακόσμησή του. Ο topiarius τοποθετεί στον κήπο φοίνικες, πορτοκαλιές, κυπαρρίσια και πεύκα. Δεν πρόκειται μόνο για ένα επιφανέστατο και καλλιεπές σκηνικό, αλλά και για ένα παιγνίδι συμβολισμού που γίνεται με τα δένδρα της μυθολογίας.

Από τον Νέρωνα και μετά, η τέχνη της ρωμαϊκής κηποποιίας φθάνει στο τελευταίο της στάδιο. Πρόκειται για την μετατροπή του κήπου σε ένα καθαρά διακοσμητικό στοιχείο μέσα στο οικοδόμημα. Η λατρεία του Διονύσου βρίσκεται στο επίκεντρο αυτής της σύλληψης. Όσο πιο πομπώδεις και υπερβολική είναι, τόσο περισσότερο ανταποκρίνεται στην νεότερη αισθητική. Παράλληλα με την κραιπάλη, η εισαγωγή ανατολίτικων θεοτήτων από την Συρία φαίνεται ότι έπαιξε σημαντικό ρόλο στην αναδιαμόρφωση των κήπων.

Για περίπου πέντε αιώνες, η τέχνη της κηποποιίας ανθεί και γίνεται από ελάσσονα και συμπληρωματική τέχνη, ένας αυτεξούσιος τρόπος σκέψης που διεκδικεί αυτούσια χαρακτηριστικά τα οποία επηρέασαν τους μεταγενέστερους κήπους της Αναγέννησης, πάλι στην ίδια χερσόνησο. Η μεταμορφώσεις του κήπου ακολούθησαν τις αλλαγές της Ύστερης Αρχαιότητας, εκεί που το μυστηριώδες ξεκινά να εκπίπτει και να δίνει τη θέση του σε ένα ρεαλισμό που εκτείνεται από τα πορτρέτα του Φαγιούμ στην Αίγυπτο μέχρι την λογοτεχνία. Ο κήπος συνέχισε να αποτελεί μέρος της κουλτούρας της Ρώμης μέχρι την διάσπασή της και την μετάφορά της πρωτεύουσας στο Βυζάντιο.

][

***

Ετικέτες: