*
Πάνω από 1 δισ. δολλάρια συγκέντρωσε η Κάμαλα Χάρρις αυτούς τους τρεις μήνες της υποψηφιότητάς της, τα περισσότερα από τους κροίσους της αμερικανικής οικονομίας . Ο Ντόναλντ Τραμπ ακολουθεί καταϊδρωμένος, περίπου το ένα τρίτο είναι η δική του εσοδεία. Γενικά, η Χάρρις έχει τις ευλογίες των θεσμικών της Wall Street. Ούτε ένας Διευθύνων Σύμβουλος της λίστας Forbes-100 δεν υποστηρίζει τον υποψήφιο των Ρεπουμπλικανών, γράφει ο Νew Yorker. Σε αντιστάθμισμα, χάρις στον Μασκ, τον Τιλ και κάποιους άλλους, ο Τραμπ φλερτάρει όλο και πιο στενά την Big Tech.
Η τελική σούμα πάντως δεν αλλάζει, η Χάρρις έχει πολύ περισσότερα χρήματα στη διάθεσή της από τον αντίπαλό της. Από τότε που το Supreme Court στις αρχές της δεκαετίας του 2010 επέτρεψε τα «λίαν γενναία δοσίματα», που θα έλεγε κι ο Καβάφης, του μεγάλου κεφαλαίου προς την πολιτική, η εξάρτηση αυτής της τελευταίας από τους ολιγάρχες του πλούτου γίνεται όλο και μεγαλύτερη.
Απόδειξη; Σε όλες τις προεδρικές εκλογές των τελευταίων δεκαετιών, νικητής βγήκε εκείνος που είχε συγκεντρώσει το περισσότερο χρήμα. Με μία, αλλά σημαίνουσα, εξαίρεση. Την πολύφερνη Χίλλαρυ Κλίντον που το 2016 τα κατάφερε να ηττηθεί. Από τον Ντόναλντ Τραμπ.
///
«Επίδομα γέννας, 2.400 ευρώ. Επιδότηση για ένα ηλεκτρικό αυτοκίνητο, 9.000 ευρώ…. Τι σας λέει αυτό; Δεν σας σοκάρει;… Δηλαδή, καλύτερα Τesla παρά παιδί, αυτό μου λέτε τώρα;»
Αυτά ρώτησε η Όλγα Τρέμη τον Κωστή Χατζηδάκη τις προάλλες. Προσπάθησε κάτι να ψελλίσει ο εμφανέστατα τσαντισμένος υπουργός, αλλά εις μάτην. Μερικές φορές ένα ερώτημα αρκεί για να δεις, όπως στη λάμψη ενός φλας, όλο τον αναποδογυρισμένο μας κόσμο.
///
Τα μεγάλα βιβλία γράφτηκαν όλα προ Χριστού. Υπ’ αυτή την έννοια, το να λέει κάποιος ότι γράφει βιβλιαράκια δεν είναι κακομοιριά, αλλά μάλλον ασυγχώρητος κομπασμός.
ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΠΑΓΙΩΡΓΗΣ
///
*
*
Η πανέμορφη (και ψυχεδελικά… δυσανάγνωστη) αφίσα από το Poetry International, το ποιητικό φεστιβάλ του 1967 που διοργάνωσε ο Τεντ Χιουζ στο Λονδίνο. Ημέρες 5, ποιητές 17, και τι ποιητές, πασίγνωστοι ώς τις μέρες μας!
Μια από κείνες τις χρονιές, δεν θυμάμαι πότε ακριβώς, είχε προσκληθεί και ο Γιώργος Σεφέρης, δεν θέλησε όμως να παραστεί. Ο Χιουζ έδινε μεγάλη σημασία στην υπέρβαση του ψυχροπολεμικού κλίματος, γι’ αυτό είχε καλέσει σημαντικούς Σοβιετικούς ποιητές. Μελαγχολεί κανείς στη σκέψη – στις μέρες μας, θα τον είχαν «ακυρώσει»…
Η σύγκριση με τα σημερινά φεστιβάλ, συχνά γενναίες προσπάθειες, τα τελευταία τα αδικεί ασφαλώς. Η ποίηση έχει τόσο ξεπέσει στη δημόσια σφαίρα ώστε, απλούστατα, είναι ελάχιστοι πια οι περίοπτοι ποιητές που αναγραμμένο το όνομά τους σε μια αφίσα θα έλεγε κάτι, ακόμη και στο καλλιεργημένο κοινό.
///
«Φασίστες» αποκαλούν ανοιχτά πλέον τους Ρεπουμπλικανούς οι Δημοκρατικοί αντίπαλοί τους στις ΗΠΑ. «Είστε κομμουνιστές», τους ανταποδίδουν τη φιλοφρόνηση εκείνοι.
Η πολεμική χρήση των ιδεών (εδώ της γυμνής ταμπέλας τους) είναι συνηθισμένο πράγμα στην πολιτική διαμάχη. Στην πραγματικότητα, αν έχουμε μια ιδεολογική διαπάλη στην Αμερική, αυτή δεν είναι μεταξύ ακροδεξιάς και ακροαριστεράς, φασισμού και κομμουνισμού, λαϊκισμού και ελιτισμού, αυταρχισμού και οχλοκρατίας, όπως αλληλοστολίζονται τα δύο στρατόπεδα. Αλλά μεταξύ δύο αδελφικών και ομογάλακτων κλάδων του αγγλοαμερικανικού λιμπεραλισμού.
Στο απόλυτο πρωτείο του ιδιώτη ομνύουν και οι δύο. Οι μεν, της ιδιωτικής πρωτοβουλίας στην οικονομία, και ορκίζονται να γκρεμίσουν κάθε εμπόδιο που κόβει τον δρόμο στην ακατάσχετη κερδοθηρία. Οι δε, του ιδιωτικού δικαιωματικού αυτοπροσδιορισμού, και ξεσπαθώνουν σε κάθε κοινωνική νόρμα που αρνείται στο εγώ τους να είναι ό,τι δηλώσει.
Η ειρωνεία του πράγματος είναι ότι δομικά οι δύο αυτές πτέρυγες του ουλτραλιμπεραλισμού είναι αναπόσπαστες η μία από την άλλη. Δικαιωματισμός χωρίς καταναλωτισμό και καταναλωτισμός χωρίς καπιταλισμό ιστορικά δεν νοείται. Και αντιστρόφως, στη μαζικοδημοκρατική του φάση ο καπιταλισμός γεννά αναγκαία τον δικαιωματισμό, ακριβώς διότι (πολυ)καταναλωτής σημαίνει και (πολυ)δικαιωματίας.
Τι σημαίνει αυτό; Ότι εκεί που ο κόμπος φτάνει στο χτένι, ο καυγάς είναι περί όνου σκιάς. Καμιά από τις δύο πτέρυγες δεν θέλει και δεν μπορεί να αμφισβητήσει το παρόν σύστημα που διά της εξατομίκευσης –ορθότερα, διαμέσου της λατρείας της ιδιωτείας– εξαερώνει την συλλογική συνοχή. Όποιος και να νικήσει, η βαλκανοποίηση της αμερικανικής κοινωνίας θα συνεχιστεί.
///
Τρεις ταυτότητες διεκδίκησε για τον εαυτό του ο νέος ελληνισμός και παντού απέτυχε να βρει άκρη. Να αναστήσει την κλασσική αρχαιότητα, προπάντων μέσω της γλώσσας («Η γλώσσα των αρχαίων Ελλήνων και ημών των νεωτέρων έσεται μία και η αυτή»), όνειρο που ναυάγησε το αργότερο με τα Ορεστειακά και τα Ευαγγελικά εκεί προς το τέρμα του 19ου αιώνα. Να ανασυστήσει τη βυζαντινή δόξα («Πάλι με χρόνια, με καιρούς…»), σχέδιο που το έσβησε το ολοκαύτωμα της Μικρασίας. Και να ενσωματωθεί στον κορμό του Δυτικού κόσμου («Ανήκομεν εις την Δύσιν!»).
Αυτό το τελευταίο όραμα, είναι αλήθεια, δεν το καταπόντισαν μόνο οι νίλες της «εκσυγχρονιστικής» Ελλάδας, με αποκορύφωμα το ναυάγιο της δεκαετίας του 2010. Εν τω μεταξύ, έχει από μόνο του καταστεί εντελώς απραγματοποίητο εξαιτίας της ταυτοτικής κρίσης της ίδιας της Ευρώπης και της Δύσης. Πώς να προσχωρήσεις σε κάτι που το ίδιο δεν ξέρει τι είναι (τι σημαίνει «Άγγλος», «Γάλλος», «Γερμανός», «Αμερικανός» σήμερα;). Πώς θα σου προσφέρει απάγκιο εκείνος που το στερείται και το αναζητά αγωνιωδώς σε όλο και μικρότερα υποσύνολα του εαυτού του (μειονότητες φυλετικές ή σεξουαλικές ή νέτα σκέτα καταναλωτικές);
Ο Τσαρούχης έλεγε σκωπτικά ότι στην Ελλάδα είσαι ό,τι δηλώσεις. Ευρώπη και Αμερική όμως το ρητό του το παίρνουν σήμερα κυριολεκτικά και προσπαθούν να χτίσουν την αλήθεια τους πάνω στην κινούμενη άμμο.
///
«Φοιτητές κορυφαίων πανεπιστημίων που αδυνατούν να διαβάσουν ένα βιβλίο». Ο τίτλος του δημοσιεύματος του Atlantic δεν αφορά την Ελλάδα, για τις ΗΠΑ είναι ο λόγος. Δείχνει όμως πόσο δραματική είναι η πτώση της αναγνωστικής κουλτούρας παγκοσμίως. Στην πράξη, 500 ετών πρόοδοι, από την επανάσταση της τυπογραφίας του Γουτεμβέργιου, μέσα σε 50 μόλις χρόνια τείνουν να εξαλειφθούν. Τι σημαίνει αυτό στην πράξη, πόσο ριζικά θα αλλάξει η πραγματικότητα γύρω μας από το γεγονός ότι όλο και λιγότεροι θα μπορούν να διαβάζουν και να γράφουν (αυτά πάνε μαζί), πόσο θα επηρεαστεί, όχι μόνο η σκέψη, η λογοτεχνία και οι επιστήμες, αλλά η πολιτική και η οικονομία, είναι αδύνατο αυτή τη στιγμή να εκτιμηθεί. Για την ώρα υπάρχει ένας πληθωριστικός γραπτός λόγος, απότοκο της κεκτημένης ταχύτητας αιώνων, οι απώλειες δεν φαίνονται. Εικάζω ότι η κατακρήμνιση θα γίνει αισθητή μαζί με τις συνέπειες της δημογραφικής συρρίκνωσης: για τους περισσότερους θα είναι εντελώς αιφνίδια.
///
Το περιστατικό από τον Γίββωνα.
«Όταν ο στρατός εξέλεξε τον Φίλιππο, που ήταν προηγουμένως αρχηγός της πραιτωριανής φρουράς επί του τρίτου Γορδιανού, ο τελευταίος απαίτησε να παραμείνει μόνος αυτοκράτωρ, αλλά δεν το πέτυχε. Στη συνέχεια, ζήτησε η εξουσία να μοιραστεί εξίσου μεταξύ τους, αλλά ο στρατός ούτε θέλησε να ακούσει. Δέχτηκε να υποβιβαστεί σε Καίσαρα αλλά του αρνηθήκαν και αυτή τη χάρη. Παρακάλεσε, τουλάχιστον, να διοριστεί αρχηγός της πραιτωριανής φρουράς αλλά και αυτή του η επιθυμία απορρίφθηκε. Στο τέλος ικέτευσε απλώς να του χαρίσουν τη ζωή… Ο Φίλιππος, που κατά την διάρκεια της διαπραγμάτευσης παρέμεινε σιωπηλός, σκέφτηκε να χαρίσει τη ζωή στον αθώο του ευεργέτη αλλά συλλογίστηκε ότι η αθωότητά του ίσως ξεσήκωνε στον ρωμαϊκό κόσμο έναν οίκτο επικίνδυνο. Χωρίς να υπολογίσει τα κλάματα του Γορδιανού, διέταξε να τον συλλάβουν, να τον γυμνώσουν και να τον θανατώσουν χωρίς καθυστέρηση. Μετά από μιας στιγμής παύση, η απάνθρωπη ποινή εξετελέσθη.»
Απαιτώ, ζητώ, δέχομαι, παρακαλώ, ικετεύω. Η αμείλικτη κατηφόρα των ρημάτων.
///
– Τέσσερα χρόνια μετά τον κορωνοϊό, υπάρχουν άνθρωποι στην Ευρώπη που διώκονται επειδή αρνήθηκαν να κάνουν το εμβόλιo. Ο Αλεξάντερ Μπίττνερ, στέλεχος του γερμανικού στρατού, καταδικάστηκε τον Σεπτέμβριο σε εξάμηνη φυλάκιση και χρηματική ποινή για ανυπακοή. Σήμερα, έγκλειστος, έχει κατεβεί σε απεργία πείνας.
– Μη χρησιμοποιείτε τις λέξεις «χειμώνας», «άνοιξη» κ.λπ. στις προσκλήσεις σας σε επιστημονικές εκδηλώσεις, συστήνει το Nature, το διασημότερο ίσως επιστημονικό περιοδικό του κόσμου. Ο λόγος; Πρέπει να είμαστε «συμπεριληπτικοί», υπάρχουν και οι ερευνητές που ζουν στο άλλο ημισφαίριο.
– Μόνο 1,4 πυρηνικά υποβρύχια τον χρόνο είναι σε θέση να παραδίδουν ετησίως τα αμερικανικά ναυπηγεία, λέει έκθεση του Κογκρέσσου. Οι Αυστραλοί που ακύρωσαν την παραγγελία στους Γάλλους για τα μάτια των Αμερικανών, ας βολευτούν με τα περιοδεύοντα του 7ου Στόλου. Με το αζημίωτο, πάντα.
(Ασήμαντα ειδησάρια, από εκείνα στα οποία κανένας δεν στέκεται.)
///
Ο ευθύς λόγος πάντα τρομάζει. Αχρηστεύει τα ήξεις αφήξεις μας, τη δαντελωτή μας ευγένεια, τις περιποιητικές ρεβεράντζες. Είναι βία. Ανοίγει πληγές. Απέναντί του εκείνο το κακορίζικο «όλα είναι σχετικά» είναι το αναισθητικό, μια ένεση χαυνωτική που απαλύνει τον πόνο.
///
Αρχαίοι συλλογισμοί… Σύμφωνα με το Τρίλημμα του Αγρίππα ή Τρίλημμα του Μυνχάουζεν, κάθε γνώση μας είναι εξαρχής και αθεράπευτα αθεμελίωτη, εφόσον κάθε προσπάθειά μας να την αποδείξουμε συγκεκριμένα καταλήγει αναπότρεπτα σε ένα από τα τρία:
– Φαύλο κύκλο
– Επαγωγή επ’ άπειρον
– Λήψη του ζητουμένου
Είτε προσπαθούμε να αποδείξουμε ότι υπάρχει θεός, δηλαδή, είτε πώς δημιουργήθηκε το Σύμπαν, αργά ή γρήγορα θα προσκόψουμε είτε σε ανακύκληση του ίδιου επιχειρήματος, είτε σε μια ατελεύτητη αλυσίδα αποδείξεων που απλώς μεταθέτουν τη λύση του προβλήματος, είτε στην υιοθέτηση ενός αυθαίρετου δόγματος ή αξιώματος.
Φυσικά, δεν χρειάζεται να είσαι θεολόγος ή επιστήμονας για να τα ξέρεις όλα αυτά, λίγη τριβή με την πρακτική ζωή αρκεί – ένας διάλογος μ’ ένα παιδί ας πούμε, που προσπερνά κάθε έξυπνη απάντηση με ένα νέο «γιατί».
Απλώς, οι θεολόγοι και οι επιστήμονες καθώς υπόσχονται στους θιασώτες τους την αποκάλυψη της «αλήθειας», είναι υποχρεωμένοι να καμώνονται ότι τη γνωρίζουν… Θα ήταν αυτοκτονικό για τον κλάδο τους να παραδεχθούν δημοσίως αυτό που ιδιωτικώς συχνά εκμυστηρεύονται. Ότι δηλαδή περί Θεού και περί Κόσμου ξέρουν όσα και όλοι εμείς οι υπόλοιποι…
///
Είναι πιθανότατα αδύνατον εκείνοι που έζησαν και ευημέρησαν σ’ ένα δεδομένο κοινωνικό σύστημα, να διανοηθούν ότι κάποιοι άλλοι, που δεν έχουν να περιμένουν το παραμικρό από δαύτο, σχεδιάζουν την καταστροφή του, χωρίς κάτι τέτοιο να τους τρομάζει ιδιαίτερα.
ΜΙΣΕΛ ΟΥΕΛΛΜΠΕΚ
///
«Πρότυπο κοσμοπολιτισμού κάποτε, σήμερα σχεδόν κανείς δεν έχει καλή κουβέντα γι’ αυτούς. Οι τουρίστες τιμωρούνται με περιφρόνηση. Βαρκελώνη και Βενετία έλαβαν ήδη δραστικά μέτρα. Κι αυτό είναι μόνο η αρχή.»
(Από το πρωτοσέλιδο άρθρο της Welt κάποιες μέρες πρωτύτερα. Τίτλος του: «Το νέο μίσος για τους τουρίστες».)
*
*