ενδείξεις - αντενδείξεις





πρός τό δεῖν οὕτω



Προηγούμενα εὕσημον λόγον δῶτε








Ο δεκάλογος των ελαττωμάτων του ελληνικού τουριστικού προϊόντος που έχει εξελιχθεί σε μία εξαιρετικά επικίνδυνη μονοκαλλιέργεια – εις βάρος όλων των υπολοίπων κλάδων της οικονομίας μας.

αναρτήθηκε από : tinakanoumegk on : Κυριακή 8 Σεπτεμβρίου 2024 0 comments

 

ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ Ένα θεότυφλο άρθρο, υπέρ του ελληνικού τουρισμού

.

Το παραπάνω θεότυφλο κατά την άποψη μας άρθρο (πηγή)θα άξιζε να βραβευθεί με το «Χρυσό Βατόμουρο» – μόνο ενδεικτικά, για τους εξής λόγους:

(1) Η Μέση Ταξιδιωτική Δαπάνη (Μ.Τ.Δ.) στη Ελλάδα, στο πρώτο εξάμηνο του 2024, μειώθηκε στα 570 €/τουρίστα – από 588 €/τουρίστα το 2023 και από 607 €/τουρίστα το 2022 (στοιχεία του ΙΝ.ΣΕΤΕ). Μειώνεται λοιπόν συνεχώς, παρά την άνοδο του πληθωρισμού – γεγονός που αποτελεί μία απίστευτη παραδοξότητα.

(2) Στην Ισπανία το 2023, η ΜΤΔ, ήταν 1.600 €/τουρίστα, σχεδόν τριπλάσια από την Ελλάδα – ενώ, σύμφωνα με μία παγκόσμια έρευνα της PwC, σε 4.700 Διευθύνοντες Συμβούλους που αναδημοσιεύθηκε από  την Καθημερινή την 1/9/24, το περιθώριο κέρδους ήταν από 10,8% έως 15,8% του συνολικού τουριστικού τζίρου τους, σε διάφορες περιοχές της υφηλίου.

(3) Υποθετικά τώρα, το ισπανικό μοντέλο τουρισμού είναι περισσότερο αποδοτικό – με ένα περιθώριο του κέρδους του περί το 20%. Σε αυτήν την περίπτωση όμως, εάν αφαιρέσουμε το 20% κέρδος από τα 1.600 € έσοδα ανά τουρίστα, τότε το ελάχιστο κόστος παραγωγής του ισπανικού τουριστικού μοντέλου, στη μέση ταξιδιωτική δαπάνη, θα ήταν 1.280 €/τουρίστα.

(4) Από την άλλη πλευρά, η παραγωγικότητα του ελληνικού τουριστικού προϊόντος είναι μεγαλύτερη – λόγω του χαμηλότερου κόστους εργασίας συγκριτικά με την Ισπανία. Επίσης υποθετικά λοιπόν, το ελληνικό τουριστικό προϊόν έχει 22% χαμηλότερο κόστος παραγωγής από το ισπανικό – άρα κοστίζει 280 € περίπου λιγότερο, στα 1.000 €/τουρίστα.

(5) Σε αυτήν την περίπτωση, εάν από τη μέση ταξιδιωτική δαπάνη των 570 € ανά τουρίστα, αφαιρέσουμε το κόστος των 1.000 €, θα έχουμε μία ζημία ύψους 430 € ανά τουρίστα το 2024 – γεγονός που σημαίνει πως ο τουρισμός μας λειτουργεί με τεράστιες ζημίες.

(6) Εκτός από την τρομακτική επιβάρυνση των υποδομών μας (ύδρευση, αποχέτευση, νοσοκομεία κλπ.), αφού στην Ελλάδα οι αφίξεις το 2023 ήταν 32,7 εκ. έναντι 18,3 εκ. της Πορτογαλίας, με έσοδα 20,5 δις € για την Ελλάδα και 25 δις € για την Πορτογαλία, η χώρα μας έχει τη «στενότερη» τουριστική σεζόν στον πλανήτη – με το 60% των τουριστικών εισπράξεων στο 3ο τρίμηνο, έναντι 42% της Ισπανίας στο ίδιο τρίμηνο (στοιχεία ΙΝΣΕΤΕ). Επομένως, η επιβάρυνση των υποδομών μας είναι ακόμη μεγαλύτερη – αφού οι αφίξεις επικεντρώνονται σε τρεις μήνες.

(7) Όσο αυξάνεται ο τουρισμός, τόσο αυξάνεται το εμπορικό μας έλλειμμα – αφού δεν συνδέεται με την εγχώρια παραγωγή, ενώ «αποψιλώνει» τον πρωτογενή μας τομέα (γεωργία, κτηνοτροφία, όπως στη γνωστή περίπτωση της Νάξου που έχει πια προβλήματα με τις πατάτες, τα τυριά κλπ.). Συμβάλλει δε επίσης σε μεγάλο βαθμό στην ακρίβεια που εξαθλιώνει τους Πολίτες – από τα ενοίκια έως τα τρόφιμα.

(8) Ο τουρισμός «λυμαίνεται» το 90% των επιδομάτων ανεργίας που επιβαρύνουν τον κρατικό προϋπολογισμό, καθώς επίσης το 95% των προγραμμάτων για την απασχόληση της Δ.ΥΠ.Α – όταν τα έσοδα του στο μεικτό του τζίρο είναι μόλις στο 9,2% του ΑΕΠ μας. Παραμένουν δε κάτω από το 10% του ΑΕΠ, παρά το ότι έχουν διπλασιαστεί οι αφίξεις τα τελευταία χρόνια – όπως μας επέβαλλε η πολιτική των μνημονίων. Πώς είναι δυνατόν λοιπόν να απολαμβάνει μία τέτοια πλειοδοτική υποστήριξη απέναντι στους άλλους τομείς της οικονομίας μας που παράγουν το υπόλοιπο 90,8% του ΑΕΠ μας;

(9) Παρά το ότι έχουμε μία ποιοτική αναβάθμιση, με τη ραγδαία αύξηση του ποσοστού των κλινών των κοστοβόρων κατασκευαστικά και λειτουργικά πεντάστερων ξενοδοχείων μας, από το 15% το 2014 στο 25% του συνόλου των ξενοδοχειακών μας κλινών το 2023, η μέση δαπάνη ανά τουρίστα μειώνεται – οπότε ασφαλώς δεν πρόκειται για λελογισμένες επενδύσεις και, ως εκ τούτου, έχουν μεγάλο ρίσκο μεσοπρόθεσμα.

(10) Όσον αφορά τους εξαιρετικά χαμηλούς μέσους μισθούς στον τουρισμό, είναι ακόμη χαμηλότεροι – αφού συμπεριλαμβάνονται σε αυτούς τα υψηλόμισθά μέλη των ΔΣ των τουριστικών ΑΕ όπου, είτε ως διευθύνοντες σύμβουλοι, είτε ως προϊστάμενοι τομέων εργασίας των ξενοδοχείων, λαμβάνουν ή τις τεχνητά διογκωμένες αποδοχές τους, ή τις εικονικές, όπως οι γόνοι ιδιοκτητών ξενοδοχείων που σπουδάζουν στο εξωτερικό.

Οι παραπάνω όχι μόνο αμείβονται στους χρόνους που σπουδάζουν, αλλά λαμβάνουν επί πλέον επιδόματα ανεργίας και ενισχύσεις για την εικονική τους εργασία, στο ξενοδοχείο των οικείων τους μελών του ΔΣ – ενώ δεν πρέπει να υποβαθμίσουμε το γεγονός ότι, διενεργούνται υπερβολικά μεγάλες επενδύσεις που δεν θα έχουν αίσιο τέλος, προκαλώντας νέα προβλήματα (κόκκινα δάνεια) στον τραπεζικό τομέα και άρα γενικότερα στην οικονομία μας.   

Ετικέτες: