ενδείξεις - αντενδείξεις





πρός τό δεῖν οὕτω



Προηγούμενα εὕσημον λόγον δῶτε








«Δεν είναι νησί. Είναι καράβι που αρμενίζει στο πέλαγος»! Η Πέπη Ρηγοπούλου γράφει για την Κάσο. "το μήνυμα που λέει πως «στο Αιγαίο πολλά έχουν αλλάξει» και ακόμη δεν μας το έχουν πει".

αναρτήθηκε από : tinakanoumegk on : Κυριακή 29 Σεπτεμβρίου 2024 0 comments






Η Κάσος μας απασχόλησε πολύ το τελευταίο διάστημα . Όχι για καλό. Εκεί εκδηλώθηκε η τουρκική επίδειξη δύναμης. Από εκεί η Άγκυρα επέλεξε να μας στείλει το μήνυμα που λέει πως «στο Αιγαίο πολλά έχουν αλλάξει» και ακόμη δεν μας το έχουν πει. Μόνο που η ιστορία μας έχει διδάξει ότι η Κάσος και όχι μόνο αυτή, πέφτουν μόνο με προδοσία.

Η Πέπη Ρηγοπούλου, έγραψε στην Εφημερίδα των Συντακτών ένα υπέροχο κείμενο για την Κάσο. Την Κάσο που όπως γράφει «δεν είναι νησί αλλά καράβι που αρμενίζει στο πέλαγος».
Αναδημοσιεύουμε το κείμενο της και τις φωτογραφίες της.

---------------
200 χρόνια από το ολοκαύτωμά του, τον Πατημό, το νησί είναι αντιμέτωπο με τον κίνδυνο να χάσει τη συλλογική μνήμη του. Ενας σημαιοστολισμένος Δεκαπενταύγουστος και η προσπάθεια να μείνει ζωντανή η παράδοση της ναυτοσύνης.
Σπαρμένα στο πέλαγος, το όνομα Νότιες Σποράδες που παλαιότερα τους είχε δοθεί, τους ταιριάζει γιατί -όπως και τα πιο βορινά ομώνυμα νησιά- τα Δωδεκάνησα που φυτρώνουν ανυπότακτα και πολυάριθμα κατακλύζοντας το Αιγαίο με τη μοναδικότητα και τη σπάνια ομορφιά τους, αιώνες τώρα αντιστέκονται στις επιδρομές.
Μακρά η ιστορία τους, τόση που να τους επιτρέπει να βλέπουν αφ’ υψηλού τους υποψήφιους κατακτητές πάνω από τους απότομους βράχους τους. Ανάμεσά τους η Κάσος και η Κάρπαθος σφυρηλάτησαν μέσα στους αιώνες τη σχέση τους με την Κρήτη και στάθηκαν φρουροί κατά την Επανάσταση του ’21 πληρώνοντάς το ακριβά, όπως και όλη αυτή η χώρα που ονομάστηκε Ελλάδα.

Οπως γράφει ο ιστορικός Σπυρίδων Τρικούπης, ο σουλτάνος βλέποντας ότι μόνος του δεν μπορούσε να υποτάξει την επαναστατημένη Ελλάδα ζήτησε το 1824 τη βοήθεια του ισχυρού πασά της Αιγύπτου, Μεχμέτ Αλή. Αυτός έκρινε αναγκαίο να στερεώσει την εξουσία του στην Κρήτη, γέφυρα για τη μεταφορά των στρατευμάτων του από την Αλεξάνδρεια. Φοβόταν ωστόσο την Κάσο, γιατί το νησί αυτό με το ναυτικό του αποτελούσε συνεχή απειλή για τους Τούρκους. Οι Κασιώτες εκείνη την κρίσιμη ώρα περίμεναν μάλιστα να ενισχύσουν τον στόλο τους λόγω της πρόσφατης σύναψης του πρώτου Δανείου της Ανεξαρτησίας.

Ομως, όπως τονίζει ο Τρικούπης, η πολυπόθητη δόση από εκείνο το δάνειο των 800.000 λιρών παρεδόθη μετά την καταστροφή, κυρίως γιατί ο Αγγλος Αρμοστής των Ιονίων Νήσων, όπου κατατέθηκαν τα χρήματα του δανείου, (από το οποίο μόνον τα τρία όγδοα έφτασαν ποτέ στην Ελλάδα, βλ. Τάσου Λιγνάδη, Το πρώτον δάνειον της Ανεξαρτησίας, Αθήνα, 1970, σ. 398) αρνούνταν για μήνες να συναινέσει στην καταβολή τους, επικαλούμενος την «ουδετερότητά» του. Ετσι ο Μεχμέτ Αλή συγκέντρωσε πολλαπλάσιες δυνάμεις και έπειτα από δύο μάταιες προσπάθειες να νικήσει τους έμπειρους ναυτικούς της Κάσου άρχισε να την κανονιοβολεί από το νησάκι Μακρά και πάλι χωρίς αποτέλεσμα. Στο τέλος κατάφερε να αποβιβάσει (κάποιοι λένε με προδοσία) τον στρατό του σε τοποθεσία που θεωρούνταν απόρθητη.

Ο πλοίαρχος Μάρκος πολέμησε με ελάχιστους άνδρες τους εισβολείς και τελικά σκοτώθηκε από αυτούς. Η Κάσος λεηλατήθηκε, έγιναν σφαγές, παιδιά και γυναίκες πουλήθηκαν στα σκλαβοπάζαρα. Κάποιοι που γλίτωσαν, πήραν τα βουνά. Οπως γράφει ο Μιχάλης Σκουλιός στο βιβλίο του «Τα ξύλινα καράβια της Κάσου», με τα 24 από τα 109 καράβια που τους απέμειναν, τα οποία ταξίδευαν κι έτσι δεν καταστράφηκαν, άρχισαν από την επόμενη χρονιά οι κάτοικοι να επιστρέφουν. Με οδηγό τη ναυτοσύνη τους που βασιζόταν σε γνώση αιώνων και την οποία, αν και όχι ανέφελα, ωφέλησε η συνθήκη του Κιουτσούκ-Καϊναρτζή του 1774, αλλά και την αξιοζήλευτη συμμετοχική αντίληψη που είχαν σαν βάση τα ταξίδια τους- αντίστοιχη με αυτήν των Ψαρών, των Σπετσών κ.ά.- κατάφεραν να ζήσουν.

Ισως το πιο σημαντικό στοιχείο που αναδύεται στη φετινή επέτειο να είναι αυτή η νέα ζωή, που με τη βοήθεια της θάλασσας απομάκρυνε τις στάχτες. «Εχουμε γην και πατρίδα, όταν έχουμε πλοία και θάλασσα» (Θεμιστοκλής /Ηρόδοτος από το βιβλίο του Μ. Σκουλιού).







«Η Κάσος δεν είναι νησί! Είναι καράβι που αρμενίζει στο πέλαγος. Η γη της είναι η θάλασσα», μου λέει η Σοφία Μαστοράκου. Επιχειρηματίας και ερευνήτρια μουσικών και παραστατικών τεχνών, συμμετέχει στην Εταιρεία Κασιακών Μελετών, η οποία διοργανώνει εκθέσεις, καθώς και το φεστιβάλ λύρας και οργάνων με δοξάρι, και επίσης αναπαράγει παλαιά βιβλία που μιλούν για το νησί. «Ο προπάππος μου έλεγε ότι το πέρασμα μεταξύ Κάσου-Καρπάθου και Κρήτης είναι ένα επικίνδυνο πέρασμα, αλλά και ο μόνος δρόμος προς την Αφρική, που τον περνούν οι καταραμένοι, οι κυνηγημένοι και οι απελπισμένοι».

Με καταγωγή από την Κάσο η Σοφία έρχεται κάθε καλοκαίρι στο νησί της διατηρώντας άθικτο το οικογενειακό της σπίτι, ψηλό για να χωρέσει τον σοφά με δίρριχτη από κεραμίδια στέγη. Παραμονές της Παναγίας και το νησί έχει γεμίσει από τους Κασιώτες που επιστρέφουν και τους λίγους ξένους που μοιάζει να έχουν υποκύψει στη γοητεία της δεκαετίας του ’60 που αποπνέει το νησί. Αυτό κάνει την Κάσο μοναδική. Και όχι μόνο. Στις κουβέντες που κάνουμε με τους κατοίκους, την κυρία Ρούλα τη φουρνάρισσα, τον Νικόλα Πιπίνο στο βιβλιοπωλείο, μοιάζει σαν ο χρόνος να έχει συμπυκνωθεί και το 1824 να έχει έρθει πιο κοντά, παρασύροντας έτσι όλο τον υπόλοιπο ιστορικό χρόνο στο σήμερα. «Είναι παράξενο πράγματι», λέει η Σοφία, «πόσο τα γεγονότα εκείνα του Πατημού, όπως ονομάζεται εκείνη η καταστροφή, αλλά και η ιταλική κατοχή, είναι κοντά, αλλά και πόσα ακόμα μένουν να μάθουμε».

Στο βιβλίο της «Κρυμμένο στο Αιγαίο» η δημοσιογράφος Σοφία Παπαϊωάννου εξιστορεί μία από τις κρυμμένες ιστορίες που υπάρχουν στο αρχιπέλαγος και που αφορούν τον Μιχάλη Κουτλάκη, θείο της συνομιλήτριάς μας, ο οποίος συνελήφθη το 1943 από τις ιταλικές δυνάμεις της κατοχής και θεωρήθηκε αγνοούμενος. Η κοινή τους έρευνα απεκάλυψε την πορεία μέχρι τον θάνατο του νέου αυτού ανθρώπου που όντας Ιταλός υπήκοος, αποφασίζει με την επίθεση των Ιταλών στην Αλβανία να καταταγεί στο Σύνταγμα Δωδεκανησίων Εθελοντών και να πολεμήσει για την ελευθερία και των Δωδεκανήσων.





Θέλει επίμονη δουλειά για να κερδίσει κανείς τον χαμένο χρόνο τόσων δεκαετιών στέρησης της ελευθερίας. Ο Γιάννης Νικολάου αγαπούσε από παιδί την ιστορία και τη γεωγραφία. Ετσι στην αφήγησή του για τον τόπο του οι δύο αυτοί άξονες του χρόνου και του χώρου συμπληρώνουν ο ένας τον άλλο. Προικισμένος ιδιαίτερα με μνήμη, θα μπορούσε κανείς να πει γι’ αυτόν τον πρακτικό ερευνητή ότι φέρει την προφορική ιστορία της Κάσου. Τον συναντάμε στο σπίτι του με τη γαλαζοπράσινη εταζέρα και τα ταξιδεμένα από ξένες χώρες πιάτα.

«Τις ιστορίες του τόπου μας τις ακούγαμε από τους παλιούς. Με την έναρξη της Επανάστασης τα εμπορικά καράβια του νησιού έγιναν πολεμικά. Η Κάσος έγινε ο φόβος των Τούρκων. Μετά την καταστροφή, όσοι επέζησαν απέρριψαν την πρόταση να μετοικήσουν στον Αχλαδόκαμπο ή τη Μακρόνησο. Ηθελαν να γυρίσουν πίσω και να ενωθούν με την Ελλάδα. «Γυρεύαμε να γίνουμε Ελληνες», λέει ο Γιάννης. «Το ολοκαύτωμα είναι ζωντανό στην προφορική παράδοση. Ενα παράδειγμα: από τα Δωδεκάνησα η Κάσος ξεχωρίζει, γιατί ολοκαυτώθηκε κι ο κόσμος το γνωρίζει». Οσο για το πρόσφατο γεγονός της παρουσίας του τουρκικού στόλου, μας λέει: «Δεν φοβήθηκε ο κόσμος. Μάλλον ήταν αδιάφορος. Ομως αυτό που έγινε ήταν καθαρά απειλή. Αν ωστόσο μια κυβέρνηση ελληνική ενδιαφερόταν για μας, θα τη βρίσκαμε την άκρη».

Ενδιαφέρεται η ελληνική κυβέρνηση για τους αστερισμούς των νησιών της και με ποιους τρόπους το κάνει; Οι κινήσεις της Τουρκίας επιβεβαιώνουν ότι με οποιαδήποτε πρόσχημα θέλει να επιβάλει την κυριαρχία της στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο. Και ότι επενδύει και συμβολικά τις κινήσεις της. Με άλλα λόγια, ήθελε με την επί του πεδίου αναγνώριση της κυριαρχίας της να προειδοποιήσει ότι θα εμποδίσει την ενεργειακή σύνδεση της Κύπρου με την Ελλάδα αλλά και να χαλάσει τη γιορτή στο νησί, θυμίζοντας ότι είναι εκεί έτοιμη να επαναλάβει όσα έκανε το 1824.


«Δεν θέλουμε και δεν μπορούμε να στηρίξουμε τον μαζικό τουρισμό»

Συνέντευξη με τον Μιχάλη Ερωτόκριτο, δήμαρχο Ηρωικής Νήσου Κάσου

● Η Κάσος βρέθηκε το φετινό καλοκαίρι σε πρωτοσέλιδα εφημερίδων σχετικά με ένα ακόμα συμβάν αμφισβήτησης από την Τουρκία της ελληνικής κυριαρχίας στο Αιγαίο. Τι συνέβη; Ποια είναι η γνώμη σας και πώς αντιμετώπισαν οι κάτοικοι το γεγονός;

Θα αρχίσω από την τελευταία ερώτηση: υπήρχε ψυχραιμία και ένα αίσθημα ευθύνης. Οι κάτοικοι, όλοι εμείς, δεν είχαμε καμία ανησυχία. Οσον αφορά στο τι συνέβη, αυτό που στην ουσία επεδίωκε η Τουρκία με την παρουσία των πολεμικών της και την παρεμπόδιση της έρευνας του ιταλικού πλοίου για την πόντιση καλωδίου ενεργειακής σύνδεσης της Κύπρου με την Κρήτη ήταν η αναγνώριση επί του πεδίου του παράνομου τουρκολυβικού μνημονίου που περιλαμβάνει αυθαίρετα και πέραν κάθε δικαίου θαλάσσης και την Κάσο. Και το κατάφερε. Γιατί έξω από τα έξι ναυτικά μίλια των ελληνικών χωρικών υδάτων, για μισό μίλι δεν ελήφθη υπόψιν η ελληνική ΑΟΖ, η οποία προκύπτει από το νόμιμο ελληνοαιγυπτιακό μνημόνιο, ούτε και η δυνητική επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 ναυτικά μίλια. Η έμμεση αυτή αναγνώριση ωστόσο θα απαντηθεί από την Ελλάδα, όπως αναφέρεται σχετικά, με την άσκηση «Ευνομία» που έχει εξαγγελθεί για τις 16 Σεπτεμβρίου σε συνεργασία με τη Γαλλία, την Ιταλία και την Κύπρο.

● Βρισκόμαστε σε ένα νησί σημαιοστολισμένο. Είναι μόνο για τον εορτασμό της Παναγίας ή και μία εκδήλωση ελευθερίας;

Οχι, οι σημαίες δεν έχουν αναρτηθεί μόνο για τον εορτασμό της Παναγίας που την τιμούμε κάθε χρόνο. Γιατί ειδικά φέτος είναι η διακοσιοστή επέτειος του ολοκαυτώματος της Κάσου. Λίγο πριν από το ολοκαύτωμα των Ψαρών. Οι σφαγές και οι αρπαγές που έγιναν τότε δεν κατάφεραν ωστόσο να ερημώσουν το νησί. Ο δήμος προτρέπει τους δημότες να αναρτήσουν σημαίες, ενώ στα δημοτικά κτίρια δίπλα στην ελληνική αναρτούμε την επαναστατική σημαία, την οποία ανακάλυψε ο Νικόλας Πιπίνος του Ηρακλή σε ένα μουσείο στο Λονδίνο και μπορέσαμε να την αναπαραγάγουμε. Καταφέραμε επίσης -και σε αυτό μας ακολούθησαν και τα Ψαρά – να διατυπώσουμε αρχικά το 2004 το αίτημά μας για να ανακηρύξουμε την Κάσο ηρωικό νησί. Κάτι που ψηφίστηκε ομόφωνα στη Βουλή στις 6 Δεκεμβρίου του 2018.

● Εχουν περάσει 200 χρόνια από τη σφαγή του νησιού επί Ελληνικής Επανάστασης και 112 από την έναρξη της ιταλικής κατοχής. Ανθρωποι έφυγαν για να σωθούν από τη σφαγή ή την καταστολή και άλλοι για να σωθούν από την πείνα. Ποιοι ήταν οι τόποι όπου κατέφυγαν; Πόσο και πώς θυμούνται αυτές τις Οδύσσειες;

Μετά το ολοκαύτωμα οι κάτοικοι κατέφυγαν κυρίως στις Κυκλάδες, Σύρο, Νάξο, Αμοργό, Ιο κ.α. Επέστρεψαν το 1840. Και ίδρυσαν το Φρυ, μοναδικό παραθαλάσσιο κέντρο του νησιού. Ειδικά φέτος, με αφορμή την επέτειο, θέλουμε να κάνουμε γνωστά προς τα έξω τα γεγονότα εκείνα, αλλά και να θυμηθούμε ότι το νησί, αν και παρέμεινε υπό οθωμανική και στη συνέχεια υπό ιταλική κατοχή, κατάφερε με την επιμονή και τον μόχθο των κατοίκων του να ξαναζήσει.

Οι επόμενες εκδηλώσεις μας για φέτος είναι μουσική εκδήλωση στο Βεάκειο στις 28 Σεπτεμβρίου, διεθνής συνάντηση λύρας και οργάνων με δοξάρι στην Κάσο από 25 μέχρι 27 Οκτωβρίου, έκθεση στη Δημοτική Πινακοθήκη Πειραιά από 20 Νοεμβρίου μέχρι 10 Δεκεμβρίου του Κασιώτη καταξιωμένου ζωγράφου Μαγιό (Μαλλιαράκη) με παράλληλες εκδηλώσεις.



● Οπως διαβάζουμε σε βιβλία για το νησί, η παραγωγή του είναι κυρίως η κτηνοτροφία, η μελισσοκομία και λιγότερο η γεωργία. Ο πλούτος του προέρχεται ωστόσο με διάφορους τρόπους από τη θάλασσα. Πώς δημιουργήθηκε και τι ρόλο έπαιξε και παίζει η ναυτοσύνη του νησιού;

Η Κάσος δεν ήταν ποτέ αυτάρκης σε γεωργικά προϊόντα. Ωστόσο πριν το ολοκαύτωμα έφτασε να έχει 12.000 κατοίκους. Μετά τη σφαγή στράφηκαν και πάλι στη ναυτιλία. Τα κασιώτικα καράβια ταξίδεψαν παντού. Πολλές εφοπλιστικές οικογένειες είναι από την Κάσο. Νικολάου, Παπαδάκης, Κουλουκουντής, Μαυρολέων, Παπαδημητρίου, αδελφοί Ρεθύμνη κ.ά. Κάποιες από αυτές έχουν κάνει έργο για το νησί πριν αρκετά χρόνια.

Πολλοί ήταν οι Κασιώτες που κατά καιρούς μετανάστευσαν στο Πορτ Σάιντ στο Σουέζ, στην Ισμαηλία, απ’ όπου ωστόσο έφυγαν και οι τελευταίοι από αυτούς επί Νάσερ και κατόπιν στην Αμερική. Κάθε καλοκαίρι επιστρέφουν, όπου κι αν βρίσκονται, και γεμίζουν το νησί. Η ναυτοσύνη υπήρξε πηγή ζωής και κέρδους. Σήμερα σχεδιάζουμε και προχωρούμε στην ίδρυση Σχολής Καραβομαραγκών σε συνεργασία και με την Πανελλήνια Ομοσπονδία Ταρσανάδων, ένα ΙΕΚ όπου θα διδάσκονται θεωρία και πρακτική. Υπάρχουν ακόμα αρκετοί ταρσανάδες κυρίως στη νησιωτική χώρα. Για να διορθώσουμε εν μέρει το σφάλμα που κάναμε, καταστρέφοντας με εντολή της Ε.Ε. πολλά από τα καΐκια μας.

● Ποια είναι σήμερα τα δεδομένα σχετικά με την υγεία, τις συγκοινωνίες, το περιβάλλον; Υπάρχουν δυνατότητες αντιμετώπισης εκτάκτων περιστατικών, αρκούν τα ακτοπλοϊκά και τα αεροπορικά δρομολόγια; Τι συμβαίνει με τα δίκτυα αποχέτευσης, ύδρευσης και ενέργειας;

Είμαστε ο πρώτος δήμος που από το 2019 πριμοδοτεί την απασχόληση γιατρών. Για τα έκτακτα περιστατικά γίνονται αεροδιακομιδές του ΕΚΑΒ. Για τις συγκοινωνίες υπάρχει δημοτικό αεροδρόμιο με σχεδόν καθημερινά δρομολόγια που συνδέουν το νησί μας με τη Ρόδο, την Κάρπαθο και τη Σητεία και μέσω αυτών με ανταπόκριση με την Αθήνα. Ακτοπλοϊκή σύνδεση έχουμε τρεις και τέσσερις φορές την εβδομάδα το καλοκαίρι με το κέντρο και τη Ρόδο και καθημερινή με την Κάρπαθο.

Σχετικά με το περιβάλλον έχουμε αναπτύξει σύστημα διαχωρισμού και ανακύκλωσης σκουπιδιών. Το θέμα της ύδρευσης το αντιμετωπίζουμε επαρκώς με επτά γεωτρήσεις και δεξαμενές, ενώ σχεδιάζουμε έξι ακόμα γεωτρήσεις. Είμαστε κατά των ανεμογεννητριών, ενώ προκρίνουμε περιορισμένο αριθμό φωτοβολταϊκών. Η μελέτη για το δίκτυο αποχέτευσης πρόκειται να εκπονηθεί άμεσα. Στο άμεσο μέλλον δημοπρατούμε έργα οδοποιίας. Εχουμε συγχρόνως αναπτύξει τον περιπατητικό και τον ποδηλατικό τουρισμό, ενώ συζητάμε με το Ινστιτούτο Θαλασσίων Ερευνών και το ΥΠΠΟ τα σχετικά με τη διαχείριση των εναλίων αρχαιοτήτων και των παλιών ναυαγίων που ανακαλύφθηκαν στα πλαίσια 5ετούς ερευνητικού προγράμματος.

● Πόσοι είναι οι μόνιμοι κάτοικοι του νησιού; Πόσος είναι ο μαθητικός πληθυσμός και πόσοι αυτοί που επιστρέφουν το καλοκαίρι; Είναι ανοιχτός ο δήμος σε τυχόν ιδέες και προτάσεις τους; Ποια είναι η αντίληψη και οι πολιτικές του δήμου για ένα άλλο μοντέλο τουρισμού, όταν διαβάζουμε ότι σε πολλά νησιά το υπάρχον μοντέλο δέχεται κριτική;

Σύμφωνα με την τελευταία απογραφή οι μόνιμοι κάτοικοι είναι 1.223 ενώ το καλοκαίρι φτάνουν τις 4.500-5.000. Εχουμε δύο νηπιαγωγεία, ένα εξατάξιο Δημοτικό και Γυμνάσιο–Λύκειο. Συνολικά 130 παιδιά με αυτά της προσχολικής ηλικίας για τα οποία ετοιμάζεται παιδικός σταθμός.

Οι εκδηλώσεις στις οποίες αναφέρθηκα γίνονται σε διάλογο και συνεργασία με τους κατοίκους και όχι μόνο. Στην πράξη το μοντέλο τουρισμού της Κάσου δεν είναι ο μαζικός τουρισμός -δεν τον θέλουμε ούτε και μπορούμε να τον στηρίξουμε-, είναι ο εναλλακτικός που έχει σχέση κυρίως με το περιβάλλον, όπως προανέφερα. Δουλεύουμε για ένα αναπτυξιακό πρόγραμμα με ήπιες πρακτικές.

Ευχαριστώ τη Μαρία Μαύρου και την Ελένη Μαύρου που μου παραχώρησαν τις φωτογραφίες τους και τον Γιάννη Μαύρο για τη βοήθειά του στην έρευνα
Ετικέτες: