Τις τελευταίες δύο δεκαετίες, οι παράκτιες ζώνες έχουν γίνει κομβικά σημεία ανησυχίας καθώς η κλιματική αλλαγή ασκεί πιέσεις σε ευάλωτα οικοσυστήματα. Η άνοδος της στάθμης της θάλασσας, τα εντεινόμενα κλιματικά επεισόδια, η διάβρωση των ακτών και η οξίνιση των ωκεανών ξεχωρίζουν ως πρωταρχικές εκδηλώσεις αυτού του φαινομένου. Αυτές οι αλλαγές θέτουν πολλαπλές προκλήσεις τόσο για την οικολογική ισορροπία όσο και για τις Κοινότητες κατά μήκος των ακτών, απειλώντας διάφορες οικονομικές δραστηριότητες όπως η αλιεία, ο τουρισμός και η γεωργία. Παρόλα αυτά, υπάρχει ένα ρεπερτόριο στρατηγικών μετριασμού των δυσμενων επιπτώσεων, που εκτείνεται από τις ανθρωπογενείς παρεμβάσεις έως τις λύσεις που σχεδιάζονται με την φύση, προσφέροντας οδούς για την αποτελεσματική αντιμετώπιση αυτών των αντιξοοτήτων.
Επιπτώσεις της Κλιματικής Αλλαγής στις Παράκτιες Ζώνες:
Άνοδος της στάθμης της θάλασσας: Τις τελευταίες δύο δεκαετίες, η παγκόσμια μέση στάθμη της θάλασσας έχει υποστεί μια αύξηση μερικών εκατοστών, που αποδίδεται κυρίως στη θερμική διαστολή του θαλασσινού νερού και στη διάλυση των παγετώνων και των πολικών παγετώνων. Αυτό το υψόμετρο επιδεινώνει τις περιπτώσεις παράκτιων πλημμυρών, διείσδυσης αλμυρών υδάτων σε αποθέματα γλυκού νερού και υποβάθμισης των παράκτιων οικοτόπων.
Ενισχυμένη ένταση καταιγίδων: Η κλιματική αλλαγή συσχετίζεται με αυξημένη συχνότητα και ισχύ καταιγίδων. Τέτοια γεγονότα παρουσιάζουν αυξημένους κινδύνους για τις παράκτιες υποδομές, τους ανθρώπινους οικισμούς και τα οικολογικά καταφύγια, επισπεύδοντας την καταστροφή των περιουσιών, τις διακοπές διαβίωσης και τις μετακινήσεις πληθυσμών.
Υποβάθμιση των ακτών: Η σύγκλιση της άνοδος της στάθμης της θάλασσας και οι εντεινόμενες καταιγίδες υποκινούν μια σπείρα παράκτιας διάβρωσης, θέτοντας σε κίνδυνο την ακεραιότητα των παραλιών, των υγροτόπων και των φυσικών φραγμών. Αυτή η διάβρωση μειώνει την ανθεκτικότητα των παράκτιων οικοσυστημάτων, διαβρώνει προστατευτικά προπύργια έναντι της πλημμύρας και θέτει σε κίνδυνο τα ενδιαιτήματα για τη χερσαία και θαλάσσια βιοποικιλότητα.
Οξίνιση των ωκεανών: Η εισροή περίσσειας ατμοσφαιρικού διοξειδίου του άνθρακα στoυς ωκεανούς προκαλεί οξίνιση, προκαλώντας επιβλαβείς συνέπειες για τα θαλάσσια οικοσυστήματα. Οι κοραλλιογενείς ύφαλοι, ζωτικής σημασίας για την παράκτια οχύρωση και τη διατήρηση της βιοποικιλότητας, είναι ιδιαίτερα ευαίσθητοι, επιδεινώνοντας έτσι τις επιπτώσεις για τις αλιευτικές και τουριστικές επιχειρήσεις.
Στρατηγικές για τον μετριασμό των δυσμενών επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής:
Αμυντικά τεχνικά έργα: Οι ανθρωπογενείς υποδομές, όπως θαλάσσια τοιχώματα, κυματοθραύστες και πλημμύρες προσφέρουν λεωφόρους για την προστασία των παράκτιων κατοικιών έναντι των καταστροφικών επιπτώσεων της ανύψωσης της στάθμης της θάλασσας και των καταιγίδων. Ωστόσο, τέτοιες λύσεις συχνά συνεπάγονται υπέρογκο κόστος, οικολογικές διαταραχές και μπορεί να αποφέρουν περιορισμένη μακροπρόθεσμη ανθεκτικότητα.
Σχεδιασμός με βάση την φύση: Οι λύσεις που βασίζονται στη φύση αξιοποιούν την εγγενή ανθεκτικότητα των οικοσυστημάτων για να αντιμετωπίσουν τις αντιξοότητες που προκαλούνται από το κλίμα. Οι πρωτοβουλίες περιλαμβάνουν την αποκατάσταση των δασών μαγγροβίων, τη δημιουργία υφάλων στρειδιών και την ανάπτυξη παράκτιων φυτικών αποθεμάτων. Αυτά τα μέτρα αυξάνουν τη βιοποικιλότητα, μειώνουν τη διάβρωση και παρέχουν φυσικά προπύργια κατά της πλημμύρας.
Παράκτια Κοινότητα Αειφορία και Ευημερία:
Βιώσιμοι τρόποι διαβίωσης και ανάπτυξης: Οι παράκτιες κοινότητες επικεντρώνονται στους θαλάσσιους πόρους για τη διατροφή τους, που περιλαμβάνουν την αλιεία, την υδατοκαλλιέργεια και τις τουριστικές προσπάθειες. Αγκαλιάζοντας βιώσιμες πρακτικές και διατηρώντας τα παράκτια οικοσυστήματα, αυτές οι κοινότητες ενισχύουν τα οικονομικά τους θεμέλια ενάντια στις ιδιοτροπίες της κλιματικής αλλαγής.
Προσαρμογή και ανθεκτικότητα: Η καλλιέργεια προσαρμοστικής ικανότητας και ανθεκτικότητας αναδεικνύεται ως απαραίτητη προϋπόθεση για να ευδοκιμήσουν οι παράκτιες κοινότητες εν μέσω κλιματικών αντιξοοτήτων. Αυτό συνεπάγεται την κινητοποίηση της κοινότητας, τη βελτίωση της ικανότητας, την ανάπτυξη μηχανισμών προληπτικής προειδοποίησης και τη διαφοροποίηση των οικονομικών χαρτοφυλακίων.
Συμμετοχική Διακυβέρνηση: Η ενθάρρυνση της κοινοτικής συμμετοχής στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων διασφαλίζει την ευθυγράμμιση των στρατηγικών προσαρμογής και μετριασμού με τις γνώσεις των ιθαγενών, τις τοπικές ανάγκες και το πολιτιστικό ήθος. Η ενδυνάμωση των κοινοτήτων δημιουργεί την κυριότητα των πεπρωμένων τους, ενισχύοντας έτσι την ανθεκτικότητα και υποστηρίζοντας τη βιωσιμότητα της παράκτιας κατοίκησης.
Συμπέρασμα:
Η κλιματική αλλαγή θέτει μια περίπλοκη σειρά προκλήσεων για τα παράκτια οικοσυστήματα και τους ανθρώπινους οικισμούς, θέτοντας σε κίνδυνο τόσο την οικολογική ακεραιότητα όσο και την κοινωνικοοικονομική σταθερότητα. Ωστόσο, η συγχώνευση παρεμβάσεων που έχουν σχεδιαστεί από τον άνθρωπο και λύσεων που βασίζονται στη φύση συνιστούν μία δέσμη τεχνικών μέτρων για την αποτελεσματική αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων. Η ενδυνάμωση των παράκτιων κοινοτήτων να προσαρμοστούν και να ανθίσουν εν μέσω περιβαλλοντικών προκλήσεων είναι επιτακτική για τη διασφάλιση της διαρκούς βιωσιμότητας και ευημερίας των παράκτιων μέσων διαβίωσης.
Δυτική Ελλάδα και Κλιματική Αλλαγή
Στην Δυτική Ελλάδα έχουν εκκινήσει ορισμένες πρωτοβουλίες για την προστασία τμημάτων στο Ριο-Ακταίο σε μήκος περί τα 700μ (Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας) και στην περιοχή Καλαμακίου Δυτικής Αχαίας σε μήκος 150μ (Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα LIFE). Ωστόσο και αφού έχει ολοκληρωθεί το κείμενο του σχεδίου της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας για την Κλιματική Αλλαγή (ΠΕΠΣΚΑ Δυτικής Ελλάδας, φορέας: ΠΔΕ) είναι ανάγκη να υπάρξουν πρωτοβουλίες για την προετοιμασία σχεδίου για τον μετριασμό των επιπτώσεων από την Κλιματική Αλλαγή όπως αυτές καταγράφονται στο ΠΕΠΣΚΑ. Συνεπώς είναι αναγκαίο να εκκινήσει αφενός ο διάλογος και αφετέρου η κατάρτιση του εν λόγω σχεδίου που θα βασίζεται περισσότερο σε τεχνικές σχεδιασμένες με τη φύση και λιγότερο σε κλασσικές λύσεις τεχνικών κατασκευών μεγάλης κλίμακας. Η στόχευση αυτή δύναται να έχει πολλαπλά ωφέλη:
(α) να μειωθεί ο χρόνος αντιμετώπισης και επίλυσης των προβλημάτων
(β) να μειωθούν οι απαιτούμενοι πόροι των παρεμβάσεων ώστε να εφαρμοστούν λύσεις σε μεγαλύτερο μήκος ακτών
(γ) να καταστεί η Δυτική Ελλάδα ως εργαστήριο εφαρμογής πρωτότυπων μεθόδων και καλών πρακτικών με καινοτομίες και μεθοδολογία που θα μπορεί να μεταδοθεί και στις άλλες περιοχές της Χώρας.
Επιμέλεια άρθρου : Χριστόφορος Καπόπουλος