Αναμφίβολα, ο Φώτης Τερζάκης είναι μια εμβληματική μορφή της ελευθεριακής, αριστερής και οικολογικής διανόησης. Ή, ακριβέστερα, ένας σημαντικός εκπρόσωπος μιας διανόησης που οι καταγωγικές της γραμμές φτάνουν μέχρι την ελληνική “διαφωνούσα αριστερά” του Μεσοπολέμου και η οποία, επίσης και λόγω των μεταπολεμικών περιπετειών της ελληνικής πολιτικής ζωής, έμεινε εκτός της “ακαδημίας”. Αυτός ο αποκλεισμός της έδωσε μια ασυνήθιστη δύναμη και πρωτοτυπία, χαρακτηριστικά δείγματα της οποίας είναι περιοδικά όπως οι Μαρτυρίες, οι Σημειώσεις, ο Λεβιάθαν κ.α., ενώ στις τάξεις της έκαναν τα πρώτα τους βήματα κορυφαίοι σε ευρωπαϊκό επίπεδο διανοούμενοι όπως ο Κ. Καστοριάδης και ο Π. Κονδύλης. Ως επί το πλείστον η εν λόγω διανόηση παρέμεινε εκτός “πανεπιστημίου” και μετά την δεκαετία του ’80, όταν όλο και περισσότεροι αριστεροί διανοούμενοι αναδεικνύονταν σε οργανικούς διανοούμενους του κράτους. Ωστόσο, παρά την επιμονή της σε μια αντιηγεμονική και αντισυστημική τοποθέτηση, δεν έγινε ποτέ αποδεκτή από την κομμουνιστική αριστερά (το ΚΚΕ και την εξωκοινοβουλευτική), που επίσης όρθωσε υγειονομικές ζώνες εναντίον της.
Το βιβλίο αυτό είναι μια μορφή φιλοσοφικού διαλόγου που υποκίνησε ένας νεαρός (και ήδη αρκετά παραγωγικός) διανοητής, ο Νίκος Φούφας. Διδάκτωρ φιλοσοφίας ο ίδιος, διδάσκει κοινωνική και πολιτική φιλοσοφία στο Πάντειο πανεπιστήμιο. Έχει δημοσιεύσει δεκατρία βιβλία στα γαλλικά (μελέτες στον Χέγκελ, στον Μαρξ και στον Λούκατς), από τα οποία δύο έχουν μεταφραστεί στα ελληνικά. Το βιβλίο συνοδεύεται από πλήρη εργογραφία και των δύο συνομιλητών.
Συνομιλώντας με τον Ν. Φούφα, ο Φ. Τερζάκης παρουσιάζει τη διαμόρφωση των ιδεών του σε συνάρτηση με τις πολιτικές και κοινωνικές συγκρούσεις, τις οποίες παρακολουθεί στενά και συχνά παίρνει μέρος. Όπως εξηγεί ο ίδιος (σελ. 38), η συγγραφική δραστηριότητά του δεν είναι παρά ο πιο δόκιμος τρόπος, ο πιο ταιριαστός στις ικανότητες του, για να συμμετάσχει στους αγώνες όσων υφίστανται την κυριαρχία του κράτους και την εκμετάλλευση του κεφαλαίου.
Αναζητώντας τις απώτερες αιτίες της κυριαρχίας, αλλά και τους λόγους που η τελευταία γίνεται αποδεκτή από τους υποκείμενους σε αυτήν, εντοπίζει το “προπατορικό αμάρτημα” του πολιτισμού στην κυριαρχία του (εργαλειακού) λόγου επί της φύσης. Όπως λέει ο ίδιος ο Φ. Τερζάκης, ο στόχος αναμφίβολα είναι ό,τι περιέγραψε ο Μαρξ ως κοινωνία των συνεταιρισμένων παραγωγών. Ωστόσο, αυτός ο στόχος δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί παρά στα ευρύτερα πλαίσια μιας συνολικής μεταστοιχείωσης του πολιτισμού και του ανθρώπου, το περιεχόμενο της οποίας είναι η συμφιλίωση με τη φύση, η αποκατάσταση μιας σχέσης μιμητικής/συμπαθητικής (βιωματικής εξομοίωσης, ενσυναίσθησης, ομοιοπάθειας) μαζί της. Εξέχον παράδειγμα μιας τέτοιας συμφιλιωμένης σχέσης, κοινό στο μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας της ανθρωπότητας, ήταν το βίωμα του ιερού, η ψυχή της ιερής τελετουργίας και η βάση των θρησκειών. Η εμπειρία αυτή άρχισε να σβήνει και να χάνεται με την έλευση των μονοθεϊσμών (που συνάδει με την επικράτηση των μεγάλων αυτοκρατοριών) και πλέον, με τη νεωτερικότητα έχει περιοριστεί στον χώρο της τέχνης και αποτελεί το αντικείμενο της αισθητικής.
Φύση και ιερό είναι οι δύο κομβικές έννοιες στον πυρήνα της φιλοσοφίας του Φ. Τερζάκη:
Η φύση ορίζεται ως το ζωώδες στοιχείο στον άνθρωπο, το έξω- και προ- ιστορικό (σελ. 46), ότι είναι διηνεκώς μη κοινωνικό και συνεπώς μη κοινωνικά χειραγωγήσιμο στον άνθρωπο (σελ. 60). Η φύση αποτελεί για την κοινωνία και τον πολιτισμό την έννοια που λειτουργεί ως διαλεκτικό άλλο (στη φιλοσοφική γλώσσα) και ταυτόχρονα σύστημα αναφοράς ή μετα-σύστημα (στην επιστημολογική γλώσσα). Η φύση είναι αδύνατο να οριστεί με θετικό τρόπο, διότι όλες οι έννοιες της “φύσης” που έχουμε στη διάθεσή μας είναι ήδη κοινωνικοπολιτισμικές κατασκευές. Πρέπει άρα να πορευτούμε “αρνητικά” ή αποδομητικά, με τον τρόπο αυτόν που λέμε ιδεολογική κριτική (σελ. 73-74). Φύση είναι ό,τι διαφεύγει από τη φυσική επιστήμη. Αυτό δηλαδή που δεν θα εννοιοποιηθεί ποτέ πλήρως ούτε θα ελεγχθεί ολοκληρωτικά από την ανθρώπινη τεχνική – δείχτες του οποίου είναι ίσως έννοιες όπως το πράγμα καθ’ εαυτό του Καντ, η ύπαρξη του Σέλλινγκ ή το μη ταυτόσημο του Αντόρνο (σελ. 76). Ό,τι κατά τον Αριστοτέλη έχει εντός του “αρχή κινήσεως και μεταβολής” σε αντιπαράθεση με το τεχνητό πράγμα, το προϊόν των ανθρώπινων χεριών.
Το ιερό, με τη σειρά του, δεν είναι παρά μια θεμελιώδης σχέση, στην οποία τελεί ο ανθρώπινος πολιτισμός με ό,τι τον υπερβαίνει και τον περιβάλλει, με ό,τι κατανοεί ως μήτρα, πηγή και αφετηρία του (σελ. 111). Το ιερό, όπως και η τεχνική, συνιστά μια σχέση ανάμεσα στον πολιτισμό και τη φύση: αν η τεχνική εκλαμβάνει τη φύση ως ανταγωνιστή, το ιερό είναι η νοσταλγία της αρχέγονης παραδείσιας ενότητας μεταξύ τους και η περιοδική της αποκατάσταση μέσα σε οριοθετημένα τελετουργικά πλαίσια (σελ. 112). Το ιερό έχει ένα παραβατικό χαρακτήρα ο οποίος αποτυπώνεται εύστοχα στην ελληνική λέξη όργιον. Ο οργιαστικός χαρακτήρας είναι το ιδιαζόντως ιερό στοιχείο της ιερής τελετουργίας (σελ. 113).
Ο Φ. Τερζάκης μέσα από ένα συναρπαστικό διάλογο με τον Ν. Φούφα θίγει και πολλές άλλες θεματικές που έχουν απασχολήσει το έργο του και δηλώνει τις θεωρητικές του συγγένειες (Σχολή Φρανκφούρτης, αντιψυχιατρική, Μαρξ, ιστορικός αναρχισμός, Καστοριάδης κ.α.) και αντιπαλότητες (Ντελέζ, Ντεριντά, κ.α.). Σε πολλά από όλα αυτά συμφωνούμε με τον Φ. Τερζάκη. Σε άλλα διαφωνούμε. Για παράδειγμα, η συνεισφορά της Σχολής της Φρανκφούρτης είναι αναμφίβολα μεγάλη και τα περισσότερα απ’ όσα καταμαρτυρεί ο Φ. Τερζάκης εναντίον των Γάλλων μεταστρουκτουραλιστών είναι σωστά. Εάν, όμως, για εμάς η επαναστατική πράξη αποτελεί ένα σοβαρό αξιολογικό κριτήριο, δεν πρέπει να λάβουμε επίσης υπόψη από την μια την αντιπολιτική στάση και την εχθρότητα στη στράτευση στα κοινωνικά κινήματα των Αντόρνο και Χορκχάιμερ, και από την άλλη τον ρόλο που έπαιξαν στα κινήματα της δεκαετίας του ’60 και του ’70 οι Ντελέζ, Γκουαταρί, Φουκώ κ.ά.; Μπορεί κανείς να φανταστεί τον Αντόρνο να γράφει κάτι σαν τα κείμενα για την ιρανική επανάσταση του Φουκώ;
Πράγματι, η σύγχρονη βιοπολιτική και η συνάδουσα ιδεολογία του μετανθρώπου αντιπροσωπεύει μια πολύ πραγματική απειλή για την ανθρωπότητα. Μόνο που αυτή η απειλή δεν έχει να κάνει με τις συστάσεις για τη χρήση προφυλακτικών (εναντίον της διάδοσης του AIDS), την αντικαπνιστική εκστρατεία και τα περισσότερα μέτρα κατά την πανδημία (με κυριότερες εξαιρέσεις αυτά του υποχρεωτικού εμβολιασμού αλλά και της ηλεκτρονικής επιτήρησης που εφαρμόστηκε στην Κίνα).
Σε κάθε περίπτωση, το σημαντικό δεν είναι η διαφωνία στο ένα ή το άλλο θέμα, αλλά η πρόκληση που αντιπροσωπεύει το εύρος του θεωρητικού έργου του Τερζάκη. Στην εποχή τους οι Μαρξ και Ένγκελς έλαβαν υπόψη τους την αγγλική πολιτική οικονομία, την γερμανική φιλοσοφία και τη γαλλική κοινωνιολογία. Σήμερα τα γνωστικά πεδία έχουν πολλαπλασιαστεί, το ίδιο και η ποικιλία των πεδίων των αγώνων εναντίον της κυριαρχίας από τους οποίους αντλεί η κριτική θεωρία. Το αποτέλεσμα είναι ένας ακαδημαϊκού τύπου κατακερματισμός που στην πραγματικότητα ακυρώνει το ζητούμενο μιας τέτοιας θεωρίας: την προαγωγή της πολιτικής συνείδησης των κυριαρχούμενων σε αντιηγεμονική κατεύθυνση. Εναντίον του κατακερματισμού και της πολυδιάσπασης σήμερα μας είναι απαραίτητα συνθετικά έργα όπως του Φ. Τερζάκη, του Π, Κονδύλη και του Μ. Μαν (ακόμη και αν οι δύο τελευταίοι δεν συμμερίζονται τα πολιτικά μας προτάγματα).
Ο Φώτης Τερζάκης συνομιλεί για το έργο, τις ιδέες και τη ζωή του με τον Νίκο Φούφα / Γιώργος Λιερός: Βιβλιοκριτική: Νικος Φούφας, Η ατέρμονη ανησυχία της σκέψης. Συνομιλίες Φώτη Τερζάκη (Ήτορ: Αθήνα 2022)
αναρτήθηκε από :
tinakanoumegk
on :
Τρίτη 16 Απριλίου 2024
0
comments
Ετικέτες:
αναφορεςευ