Μια ακόμα πολύ ενδιαφέρουσα παρατήρηση του Βρετανού βιογράφου του Καποδίστρια, του Chris Woodhouse είναι ότι ο Καποδίστριας την εποχή της άσκησης της Ιατρικής στην Κέρκυρα «φαίνεται να απομακρύνεται από την τάξη του». Επιτρέψτε να επισημάνω ότι ο Καποδίστριας έχει προσφέρει σαφέστατα δείγματα απελευθέρωσης του από τους ταξικούς του προσδιορισμούς και περιορισμούς. Χαρακτηριστικό τέτοιο δείγμα αποτελεί η σκληρότατη κριτική του απέναντι στο υπηρετικό προς την Βενετία, Επτανησιακό Αρχοντολόι.
«Η Βενετική πολιτεία εκυβέρνα τας επτά Νήσους με το σύστημα της διαφθοράς. Οι αντιπρόσωποι εκλέγοντο εκ της κλάσεως των ευγενών αρχόντων, ήτις ήτον η ευκαταφρονεστέρα, αμαθεστέρα και η μάλλον διεφθαρμένη δι’ ανηθικότητα και ελλεεινότητα. Η δύναμις ταύτης της κυβερνήσεως υφίστατο εις την επίβουλον τέχνην του να υποθάλπη τας προλήψεις της ευγενείας, και να βάλη αυτάς εις αντίταξιν προς τας αξιώσεις της δευτέρας κλάσεως και τα νόμιμα δικαιώματα του λαού.
Τα χρήματα, τα οποία τοιούτοι αντιπρόσωποι εσώδευον εκ των δαπανών των κομμάτων, άτινα ήσαν εις έριδας αλλήλοις και αντιθέσεις ηθικάς κατά πόλεις και εις τα όπλα κατά τον αγρόν, επολλαπλασίαζον τα μέσα τοιαύτης ολεθρίας δυνάμεως, και αποκαθίστων συστηματικήν την ανηθικοποίησιν και διαφθοράν του τόπου. Η πολιτεία της Βενετίας εφοβείτο το έξοχον της φυσικής μεγαλοφυΐας του Έλληνος και επροσπάθει να το καταβάλη με την αμάθειαν.
Η Βενετική Γερουσία ουδέποτε συνεχώρησεν να συστηθώσι σχολεία δημόσια εις ταύτας τας νήσους. Μόνον εις την πρωτεύουσαν και το πανεπιστήμιον Παταβύου οι ιθαγενείς των Επτανησίων έπρεπε να πορευθώσιν όπως εκπαιδευθώσι. Πλην μάλλον κατά προνόμιον Μακιαβελικόν ηδύναντο αυτοί να λάβωσι διπλώματα της επιστήμης του δικαίου και των άλλων σχολών, άνευ του να διατρέξωσι πρότερον τακτικήν τινά σπουδήν εν τω πανεπιστημίω. Τοιούτον είδος δεσποτισμού εφαρμοζόμενον καθ’ όλους τους κλάδους της Κυβερνητικής διαχειρίσεως των Ιονίων καθυπέβαλεν ανθρώπους και περιουσίαν εις την εξουσίαν ασθενείας και αμαθείας». (Περί της Βενετικής Κυβερνήσεως στα Ιόνια. Από το Υπόμνημα του Ιωάννη Καποδίστρια στο Αγγλικό Υπουργείο Εξωτερικών σχετικό με την κατάσταση στα Ιόνια Νησιά).
Συνέπεια λόγων και πράξεων του Καποδίστρια
Αν τα όρια του ελληνικού κράτους αποτέλεσαν την καίρια αιτία της πρώτης μεγάλης σύγκρουσης του Καποδίστρια με τις ευρωπαϊκές δυνάμεις, τις δυνάμεις προστάτες της ακεραιότητας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, και κυρίως την Αγγλία, το δικαίωμα των αγωνιστών στη γη που απελευθέρωσαν, η διανομή των εθνικών γαιών στους ακτήμονες, το δικαίωμα ψήφου των ακτημόνων, η άρση των αγγλικών υποθηκών από τις εθνικές γαίες, υπήρξε η αιτία της δεύτερης μεγάλης σύγκρουσης του Καποδίστρια. Ο Καποδίστριας δεν υπηρετεί την τάξη του, αντίθετα χτίζει θεμέλια κοινωνικής και οικονομικής απελευθέρωσης από τους κοτζαμπάσηδες. Κοινωνική οικονομική πολιτική δημοκρατία προσπαθεί να θεμελιώσει ο Καποδίστριας.
Σε αυτή τη σύγκρουση αντίπαλος φαίνεται η εσωτερική αντιπολίτευση. Είναι οι αυτοαποκληθέντες “Συνταγματικοί”, ουσιαστικά προστάτες των γαιοκτημόνων κοτζαμπάσηδων. Πραγματικός αντίπαλος είναι η Βρετανία όπως θα δούμε στην συνέχεια. Η πρώτη ανοιχτή ρήξη μεταξύ Καποδίστρια και του Πανελληνίου καταγράφεται το 1828 και τις αρχές του 1829, σε ένα σοβαρό θέμα σεβασμού της ισονομίας των πολιτών και του συνταγματικά κατοχυρωμένου δικαιώματος ψήφου.
Στις 30/12/1828 Το Πανελλήνιον εισηγείται στον (αυταρχικό εκπρόσωπο της πεφωτισμένης δεσποτείας και τύραννο) Κυβερνήτη σχέδιο εκλογικού νόμου που στερούσε το δικαίωμα ψήφου στους ακτήμονες και τους “ετερόχθονες”. Ο Καποδίστριας απορρίπτει με αγανάκτηση το σχέδιο νόμου που στερούσε υφιστάμενο, νομικά κατοχυρωμένο δικαίωμα. Ο Καποδίστριας ανέλαβε την ευθύνη να δημοσιεύσει τον νέο εκλογικό νόμο χωρίς να αφαιρεί τα δικαιώματα των ακτημόνων και “ετεροχθόνων”, με την δέσμευση να θέσει το διάταγμα προς έγκριση στην επερχόμενη Εθνική Συνέλευση.
Ο “δημοκράτης και συνταγματικός” Γραμματέας της Επικράτειας Σπυρίδων Τρικούπης, αρνήθηκε να υπογράψει το διάταγμα και παραιτήθηκε.. Η παραίτηση του δεν έγινε αμέσως δεκτή. Όμως ο Τρικούπης είχε πάρει το δρόμο του. (Πηγή: “Ιστορία του Ελληνικού Έθνους”, Εκδοτική Αθηνών, τόμος ΙΒ, σελ. 524). Βέβαια ο Καποδίστριας δεν αρνήθηκε την πρόταση του Πανελληνίου ούτε προσωπικά ούτε αυθαίρετα. Έθεσε το θέμα σε θεσμικό διάλογο και έρευνα συνταγματικότητας….
Ο Καποδίστριας για το δικαίωμα ψήφου
Δυο σημαντικές και αποκαλυπτικές επιστολές του προς την Γερουσία η πρώτη με ημερομηνία 4/2/1830 και η δεύτερη με ημερομηνία 14/2/1830 αφενός καλούν την Γερουσία να ερευνήσει το θέμα στην ελληνική συνταγματική τάξη και παράδοση, να εκφράσει την γνώμη της, αλλά και την πληροφορεί ότι ο ίδιος ασχολήθηκε με το θέμα. Στην από 4/2/1830 επιτολή μεταξύ άλλων γράφει:
«Ο ακρογωνιαίος λίθος παντός κοινωνικού οικοδομήματος κείται εν τω εσαεί ορισμώ του δικαιώματος εκείνου των πολιτών όπερ ονομάζομεν δικαίωμα ψήφου. Πρέπει άρα να ίδωμεν πως ορίζεται το δικαίωμα τούτο εν ταις συντάγμασι του Άστρους, της Επιδαύρου, και της Τροιζήνος.
»Δεύτερον πρόκειται να εύρωμεν εν τοις αυτοίς νόμοις επί τίσιν όροις και διατυπώσεσιν χαρίζει το δικαίωμα τούτο είς τε τους μη αυτόχθονας Έλληνας και εις τους ξένους.
Και τέλος ερευνητέον εάν τα συντάγματα προσδιορίζωσι κατά ποίον τρόπον οι το δικαίωμα του ψηφοφορείν έχοντες πολίται θέλουσι το διενεργήση…».
»Στην από 14/2/ επιστολήν παραυθέτει ασχοληθέντες και ημείς οι ίδιοι περί το έργον τούτο, καθώς σας παραγγέλλομεν, επείσθημεν ότι τα συντάγματα του Άστρους της Επιδαύρου και της Τροιζήνος δίδοντα το δικαίωμα της ψήφου εις τους πολίτας,όσοι οφείλουν να το ενεργήσουν, δεν προαπαιτούν παρ’αυτών ουδεμίαν ιδιοκτησίαν. Αν αναδράμωμεν δια του νοός εις τους καιρούς, καθούς το έθνος αυθορμήτως και ομοφώνως ηγωνίζετο ν’απολάβει τα άπειρα αγαθά, τα από νόμιμον κυβέρνησιν εκπηγάζοντα, θέλομεν ίδει, ότι οι αντιπρόσωποι αυτού δεν ηδύναντο τότε να θεμελιώσουν την ενέργειαν του δικαιώματος της ψήφου επί της βάσεως της ιδιοκτησίας, διότι τοιουτοτρόπως ήθελον αποστερήσει του δικαιώματος τούτου το μέγα μέρος των πολιτών.
»Ο λαός, όστις λαβών τα όπλα εμάχετο και έχεε το αίμα του επ’ελπίδι να ελευθερωθεί, εδύνατο ποτέ ν’ αφαιρεθεί την ελπίδα ταύτην δια των πληρεξουσίων του, εξαιρών εαυτό εκουσίως του περί εκλογής νόμου; Τούτο είναι πάντη απίθανον. Όθεν οι νομοθέται εχρεώστουν έκτοτε να δώσουν εις αυτόν το της ψήφου δικαίωμα, χωρίς να προαπαιτήσουν ιδιοκτησίαν. Αλλά την σήμερον άλλως πως έχουσι τα πράγματα.
Και τω όντι, ασχολούμενοι περί τον θεμελιώδη νόμον δι’ού θέλει προσδιορισθεί το δημόσιον δίκαιον των Ελλήνων, ημπορούμεν ποτέ να μην λάβωμεν υπ’οψιν την κατάστασιν,εις την οποίαν ευρίσκεται ήδη το μέγα μέρος των πολιτών; ημπορούμεν μην ααλογισθώμεν παντάπασιν την ιδιοκτησίαν, ή πρέπει τάχα να την λάβωμεν ως βασιν; Αν το πρώτον, θέλομεν διαπιστεύσει την τύχην της πατρίδος εις το πλήθος των θητών. Αν το δεύτερον, θέλομεν την διαπιστευσει εις τας χείρας τινών ολίγων τινών ατόμων, εξ ών συγκειται ήδη η τάξις των ιδιοκτημόνων.
Τούτου ή εκείνου δοθέντος το έθνος αντί να απολαύσει των αγαθών τα οποία ηλπιζεν από τας πολυχρονίους συμφοράς του και τας πολυαιμάτους θυσίας του, θέλει καταδικαστεί επί μακρόν ως εις ανήλικος παιδός κατάστασιν, και ούτω θέλουν καταντήσει εις παραλυσίαν όλα τα μέσα όσα η θεια πρόνοια έδωσε εις αυτό, δια να επιταχύνει την κοινωνικήν και πολιτικήν του επανόρθωσιν»….
Η στροφή στους Έλληνες του εξωτερικού
Η στροφή του Καποδίστρια στους Έλληνες εμπόρους του εξωτερικού για την αγορά γης στην Ελλάδα είχε διπλή στόχευση. Την απελευθέρωση της Ελλάδος από τα αγγλικά δάνεια, την εξόφληση των δανείων, την άρση των υποθηκών και την ανασυγκρότηση της αγροτικής κοινωνίας και οικονομίας.
Την πιεστικότατη ανάγκη για το δάνειο, το δάνειο ως ζήτημα ζωής και θανάτου και την σκοπούμενη από τον Καποδίστρια χρησιμοποίηση του την αποτυπώνει ο ίδος στην αλληλογραφία του κυρίως με τον Εϋνάρδο. Στην επιστολή του, στις 22 Αυγούστου 1829 ο Καποδίστριας γράφει στον Εϋνάρδο μεταξύ άλλων: «Την εγγύηση των δυνάμεων δια το νέον δάνειον εζήτησα, ίνα αποχωρήσω ολοσχερώς τούτο (το νέο δάνειο) από τα παλαιά χρέη. Αφ’ ότου δε το νέον δάνειον συμφωνηθεί υπό την βασιλικήν πίστιν εκείνων, τότε δύναται η ελληνική κυβέρνησις να διαπραγματευθεί επί βάσει επιεική μετά των 40 φερόντων τα γραμμάτια των δανείων του 1824 και 1825,συμβιβασμόν τίνα δίκαιον και ευεκτέλεστον παρά της Ελλάδος»…