Kostas Hatziantoniou (fb)
Για την σημερινή επέτειο του κυπριακού απελευθερωτικού αγώνα, ανατρέχω στα άρθρα της εφημερίδας “Ελευθερία” (της ισχυρότερης μεταπολεμικής φωνής ενάντια στην ψευδεπίγραφη εθνικοφροσύνη), τις ημέρες που υπεγράφοντο οι επονείδιστες συμφωνίες Ζυρίχης/ Λονδίνου. Γιατί ωραίο είναι να θυμόμαστε πώς ξεκίνησε ο αγώνας μα χρήσιμο και πώς κατέληξε, με το πιστόλι στον κρόταφο της κυπριακής ηγεσίας αφού (όχι για πρώτη και δυστυχώς όχι για τελευταία φορά) «δεν ελύγισεν η Κύπρος αλλά η επίσημος Ελλάς [η οποία] κατέστη από συμπαραστάτης, ο κραυγαλέος και πρωταγωνιστών δήμιος της κυπριακής ελευθερίας»: Παλάτι, Καραμανλής και Αβέρωφ (ναι, το τρίπτυχο στο οποίο ορκίζονταν οι εθνικόφρονες), οδήγησαν έναν ηρωικό αγώνα στην τριπλή κυριαρχική προστασία Αγγλίας, Τουρκίας και Ελλάδας, με συνέπεια «η Ένωσις, πόθος και ιδανικό αιώνων, δεν αποκλείεται απλώς αλλά αποτελεί πλέον διεθνώς αξιόποινον πράξιν, νομιμοποιούσαν προκαταβολικώς την ένοπλον επέμβασιν της Τουρκίας και της Αγγλίας», ενώ στο εσωτερικό εδημιουργείτο ένα κράτος καταδικασμένο να μη λειτουργεί και από τροχοπέδη σε τροχοπέδη να επιφέρει, όπως πολλοί προειδοποιούσαν, την καταστροφή.
«Διά πρώτην φοράν εις την ιστορίαν της –σημειώνει ο αρθρογράφος– η Ελλάς, με την δοθείσαν εις το κυπριακόν επονείδιστον “λύσιν”, παραιτείται της θεμιτής διεκδικήσεως της ελευθερίας ενός τμήματος του έθνους και επιπλέον αναγκάζει το τμήμα αυτό να εγκαταλείψη διά παντός τους εθνικούς πόθους του. Δραματικές φάσεις έχει πολλάς το ελληνικό παρελθόν. Και επανειλημμένως υπεχρεώθημεν ν' αφήσωμεν εις την μέσην αγώνας, που δεν ημπορούσαν να έχουν την επιθυμητήν έκβασιν ή και να εγκαταλείψωμεν ακόμη απροστατεύτους ελληνικούς πληθυσμούς τους οποίους δεν ήμεθα εις θέσιν να βοηθήσωμεν. Ποτέ άλλοτε όμως δεν εφθάσαμεν εις το σημείον της σημερινής εθνικής καταπτώσεως – και μάλιστα χωρίς ήτταν η στρατιωτικήν καταστροφήν».
Ένα σκοτεινό τοπίο, στο οποίο, συνοψίζει η “Ελευθερία”, δεν υπήρχε παρά μόνο μία ακτίς φωτός, ο υπέροχος απελευθερωτικός αγώνας των Κυπρίων:
«Αυτός αποτελεί το μόνον φωτεινόν σημείον εις την παρούσαν ζοφεράν φάσιν της ιστορίας του ελληνικού έθνους. Αν δεν υπήρχεν ο Διγενής και τα παλληκάρια του με τον θαυμάσιον ιδεαλισμόν των και την λεοντόθυμον καρδίαν των, αν δεν υπήρχαν οι άγιοι εκείνοι έφηβοι που προτού προλάβουν να χαρούν το φως παρέδιδαν την ζωήν των εις τον βρόχον του δημίου ως λύτρον διά την ελευθερίαν της γης των πατέρων των, αν δεν υπήρχαν οι σκληροί εκείνοι μαχηταί που επροτιμούσαν τον θάνατον από την παράδοσιν, αν δεν υπήρχαν αι μυριάδες των αγοριών και των κοριτσιών που αψηφούσαν του σιδηροφράκτου δυνάστου τα όπλα και τας ποινάς, η ελληνική φυλή θα έπρεπε να χάσει διά παντός την εμπιστοσύνην της προς το μέλλον. Οι ηρωικοί αγωνισταί της κυπριακής ελευθερίας ετίμησαν τας ωραιοτέρας παραδόσεις του έθνους, απέδειξαν ότι είναι το εκλεκτότερον τμήμα του και κατέστησαν άξιοι της πανελληνίου ευγνωμοσύνης. Διότι είναι οι μόνοι που δεν ελύγισαν. Εμείς οι άλλοι, όλοι ανεξαιρέτως, απεδείχθημεν πολύ κατώτεροί των».