Η προσεκτική παρακολούθηση και η ανάλυση του πολέμου στην Ουκρανία έχει οδηγήσει σε μερικά πρώτα συμπεράσματα. Δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε πολλά από αυτά. Μερικά όμως από εκείνα που βλέπουν το φως της δημοσιότητας ενδιαφέρουν οπωσδήποτε την Ελλάδα. Φυσικά ο χώρος όπου διεξάγονται οι στρατιωτικές επιχειρήσεις στον τρέχοντα πόλεμο δεν είναι όμοιος με τον αντίστοιχο του Αιγαίου, των νησιών, του Έβρου, της Ανατολικής Μεσογείου ή της Κύπρου.
Επιπλέον ο δικός μας χώρος δεν μοιάζει με τον αντίστοιχο χώρο των ανοικτών ωκεανών ή των παράκτιων αρχιπελαγικών ενοτήτων, όπου καλείται συνήθως να δράσει το αμερικανικό πολεμικό ναυτικό. Το τελευταίο αυτό όμως έσπευσε, πολύ νωρίς, να επεξεργαστεί τα δεδομένα του πολέμου στην Ουκρανία. Αρκετά είναι τα σχετικά δημοσιεύματα που έχουν δει το φως και περισσότερα εμφανίζονται σε κάθε νέα ηλεκτρονική ή έντυπη δημοσίευση. Από αυτά τα εξαιρετικά ενδιαφέροντα θα αλιεύσουμε μερικά που αφορούν την Ελλάδα και τις επιλογές της στην αμυντική της πολιτική.
Ας ξεκινήσουμε με κάτι που προκαλεί εντύπωση. Το κύριο άρθρο του περιοδικού Proceedings του Μαΐου έχει γραφεί από έναν αξιωματικό της Εθνοφρουράς των ΗΠΑ. Ο εν λόγω αξιωματικός υπηρετεί στο αεροπορικό σώμα της Εθνοφρουράς στην Αλαμπάμα. Δεν ανήκει δηλαδή ούτε στην δύναμη του αμερικανικού ναυτικού, ούτε στην αντίστοιχη των πεζοναυτών, ούτε σε οτιδήποτε έχει σχέση με την θάλασσα. Ούτε ο στρατιωτικός βαθμός που φέρει εντυπωσιάζει: first Lieutenant, δηλαδή στα καθ’ ημάς υπολοχαγός.
Το προβεβλημένο -και βραβευμένο- άρθρο του, εδώ είναι το εντυπωσιακό, φιλοξενείται από το θεωρητικό περιοδικό της ναυτικής Ακαδημίας της Ανάπολης, το πλέον διάσημο εκπαιδευτικό ίδρυμα του αμερικανικού ναυτικού. Ο τίτλος δε του άρθρου εντυπωσιάζει επίσης: «Μην παραγγέλνετε πλοία! Όχι ακόμα τουλάχιστον!». Στην ελληνική περίπτωση, με κάποια δόση υπερβολής, η εν λόγω δημοσίευση θα ισοδυναμούσε με την δημοσίευση στο όποιο (υπάρχει άραγε;) θεωρητικό όργανο της Σχολής Ναυτικών Δοκίμων άρθρου πιλότου της αεροπορίας με τίτλο, “Μην αγοράζετε πλοία για το πολεμικό ναυτικό”! Οπωσδήποτε θα ήταν απροσδόκητο κάτι τέτοιο.
Ο ανταγωνισμός ΗΠΑ-Κίνας
Το άρθρο ξεκινά με διαπιστώσεις. Οι αριθμοί των πλοίων του ναυτικού των ΗΠΑ συρρικνώνονται, ο αμυντικός προϋπολογισμός δεν επαρκεί για να αντιστρέψει το ρεύμα, ενώ η ναυπηγική βιομηχανία των ΗΠΑ έχει ολοένα και πιο παθητικές επιδόσεις στην σχεδίαση και την κατασκευή νέων σκαφών. Αυτό οφείλεται στο ότι ελάχιστο πλέον ποσοστό των εμπορικών στόλων του κόσμου ναυπηγούνται στις ΗΠΑ -ή στον δυτικό κόσμο θα προσθέταμε.
Αντίθετα, στο θερμό μέτωπο του ανταγωνισμού, η Κίνα διαθέτει πλέον την οικονομική δυνατότητα, την τεχνολογική και βιομηχανική βάση -κατασκευάζει πλέον περισσότερο από το ένα τέταρτο των εμπορικών πλοίων στον κόσμο- ενώ, επιπλέον, μπορεί να συγκεντρώσει το σύνολο των πολεμικών της στόλων στο ίδιο και στο αυτό πεδίο – τον δυτικό Ειρηνικό ωκεανό. Ως εκ τούτου η υπεροχή της Κίνας σε αριθμούς και σε μέγεθος πλοίων θα συνεχίσει να αυξάνεται.
Η υπεροχή αυτή δεν αποτελεί προς το παρόν απειλή για τις ΗΠΑ. Η Κίνα περικλείεται από διπλή σειρά νησιωτικών συμπλεγμάτων που ελέγχονται από τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους. Η δημιουργία στόλου ικανού να διεκδικήσει την κυριαρχία σε ολόκληρο τον Ειρηνικό ωκεανό ή στις γύρω από αυτόν θάλασσες θα απαιτούσε πολύ μεγαλύτερες προσπάθειες και, επίσης, όλη εκείνη την πολύχρονη εμπειρία, την μόνη που μπορεί να δημιουργήσει αυτό που ονομάζουμε ναυτική παράδοση. Το σημείο αυτό απέχει χρονικά από το σήμερα και, ως εκ τούτου, η αμερικανική στρατηγική της ανάσχεσης μπορεί να επικεντρωθεί στην διατήρηση των φραγμών που χωρίζουν το κινεζικό ναυτικό από τις ανοικτές θαλάσσιες εκτάσεις του Ειρηνικού ωκεανού.
Για την επίτευξη αυτού του στρατηγικού στόχου δεν χρειάζονται επιπλέον πλοία. Δεν χρειάζονται επιπλέον “φορείς”. Αυτό που χρειάζεται είναι επιπλέον όπλα. Τα τελευταία αυτά, πολλαπλασιάζοντας τις απειλές που θα έχει να αντιμετωπίσει το κινεζικό ναυτικό για την διάσπαση των νησιωτικών ζωνών, ακόμα και για την περικύκλωση και αποκοπή της Ταϊβάν, θα καταστήσουν απαγορευτική την όποια επιχείρηση. Στην ουσία ο πολλαπλασιασμός των όπλων θα καταστήσει το κόστος της όποιας κινεζικής στρατιωτικής πρωτοβουλίας αβάσταχτο -και μη στρατηγικά συμφέρον.
Τα νέα όπλα είναι το κλειδί
Το κλειδί βρίσκεται στην ανάπτυξη νέων όπλων, όπως αυτά που δοκιμάστηκαν στους πρόσφατους πολέμους, από εκείνον του Ναγκόρνο Καραμπάχ ως τον σημερινό της Ουκρανίας, όπλων που κοστίζουν σαφώς λιγότερο από τους αντίστοιχους φορείς όπλων τους οποίους θα χρειαστεί να εξουδετερώσουν.
Αντί οι ΗΠΑ να πολλαπλασιάσουν τον αριθμό των αντιτορπιλικών Arleigh Burke, λόγου χάρη, με κόστος δύο δισεκατομμύρια δολάρια ανά πλοίο, θα όφειλαν να επικεντρωθούν σε ένα συνδυασμό αντιπλοϊκών πυραύλων, μη επανδρωμένων φορέων, περιπλανώμενων πυρομαχικών και άλλων παρόμοιων οπλικών συστημάτων που θα έθεταν κάτω από ομπρέλα καταστροφικών απειλών ακόμα και τα μεγαλύτερα πολεμικά πλοία της Κίνας – τα αντιτορπιλικά Τ.55 των 13.000 τόνων ή τα Τ.54 των 8.000 τόνων. Πολύ δε περισσότερο θα απέτρεπαν την ανάπτυξη πλοίων αμφιβίου πολέμου των 25 ή των 40.000 τόνων, θα καθιστούσαν αδύνατη μια αποβατική επιχείρηση και ως εκ τούτου την διάσπαση των νησιωτικών ζωνών που περικλείουν την Κίνα.
Η στρατηγική αυτή θα επέτρεπε στις ΗΠΑ να κερδίσουν χρόνο. Ο κερδισμένος χρόνος, στην πολιτική, έχει μεγάλη σημασία, με την προϋπόθεση ότι θα ξέρει κανείς πώς θα τον αξιοποιήσει. Αυτό που προτείνει το άρθρο είναι επίσης σημαντικό: ο κερδισμένος χρόνος δεν πρέπει να αναλωθεί στην προσπάθεια κατασκευής τριών αντιτορπιλικών τον χρόνο αντί για ένα ή δύο σήμερα. Σε αντίθετη λογική ο κερδισμένος χρόνος θα πρέπει αποκλειστικά να αφιερωθεί στην ανάπτυξη της ναυπηγικής βιομηχανίας των ΗΠΑ.
Στην δημιουργία δηλαδή υποδομών για την ναυπήγηση πλοίων -εμπορικών, δεν έχει σημασία-, στην ανάπτυξη τεχνολογιών και εξειδικευμένου προσωπικού -μια μακρόχρονη επένδυση και στην επανάκτηση της δυνατότητας των ΗΠΑ να κατασκευάσουν χιλιάδες πλοία κάθε είδους, όπως στον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο, όταν ο αντίπαλος φτάσει στο σημείο να δράσει στους ανοικτούς ωκεανούς. Τότε, και μόνο τότε, το αμερικανικό ναυτικό θα πρέπει να είναι σε θέσει να ρίξει στην θάλασσα όσο το δυνατό περισσότερα πλοία. Τότε θα γνωρίζει τι πλοία του χρειάζονται. Σήμερα πρέπει να επικεντρωθεί στους τρόπους καταστροφής πλοίων και όχι στην αντιπαράθεση αριθμών πολύ ακριβών ναυτικών μονάδων!
Εμείς ξέρουμε καλύτερα…
Χονδρικά αυτά λέει το άρθρο που αναδείχθηκε και βραβεύτηκε. Αυτά όμως τα γράφουν στην Αμερική και, προφανώς, προορίζονται για “αμερικανάκια”. Στην Ελλάδα -χώρα με μακρόχρονη, τρομάρα μας, ναυτική παράδοση- γνωρίζουμε καλύτερα και ως εκ τούτου κάνουμε τις σωστές επιλογές.
Βασίζουμε την ναυτική αποτροπή σε τρία πλοία των τεσσάρων χιλιάδων τόνων έκαστο μεν (μέγεθος που κάνει περίπου αδύνατη την επιβίωση του πλοίου ακόμα και στην περίπτωση μικρού πλήγματος), εντυπωσιακού δε κόστους -ένα δισεκατομμύριο και κάτι ανά πλοίο, με βάση το εκτόπισμα πολύ πιο ακριβά και από τα Arleigh Burke των 9.000 τόνων! Πλοία που θα εκθέσουμε στο πιο επικίνδυνο περιβάλλον του κόσμου, με τον πιθανολογούμενο αντίπαλο να πρωτοπορεί στα νέα οπλικά συστήματα, δρόνους, μη επανδρωμένα πλοία ή ιπτάμενα μέσα, αντι-πλοϊκά, περιπλανόμενα πυρομαχικά και όλα τα συναφή….
Οι ισχυροί Αμερικανοί αναζητούν και επενδύουν σε όπλα ανάσχεσης, αύξησης του κόστους των όποιων κινήσεων του αντιπάλου. Η φτωχή, πλην γνωρίζουσα, Ελλάδα αυτοπαγιδεύεται επενδύοντας σε λίγα και πανάκριβα πλοία – “φορείς”, τα οποία την ώρα της κρίσης, θα αποτελούν πρόβλημα -θα είναι σε κατάσταση ομηρείας περίπου. Από την άλλη δεν θα αντιμετώπιζα με έκπληξη την είδηση ότι τα όποια αντιπλοϊκά ή εν δυνάμει αντιπλοϊκά πυραυλικά όπλα των νησιών στάλθηκαν ήδη στην Ουκρανία ή ετοιμάζονται να πάρουν τον δρόμο για εκεί.
Είπαμε. Εμείς εδώ -αυτοί που μας κυβερνούν άμεσα ή έμμεσα- γνωρίζουμε λόγω παράδοσης και Θείας φώτισης. Τι καταλαβαίνουν τα “αμερικανάκια” από αυτά;