Εξαίρετη ανάλυση του Φώτη Παπαγεωργίου όχι μόνο για το ουκρανικό, αλλά γενικά για τον ρεαλισμό και τον ηθικισμό στις διεθνείς σχέσεις.
«Ότι ο ρωσικός επεμβατισμός στην Ουκρανία είναι αποτέλεσμα λελογισμένης στρατηγικής προσπάθειας προάσπισης της (αίσθησης) ασφάλειας της χώρας (χαρακτηριστικά: μέσω της απομάκρυνσης της «υπαρξιακής» απειλής μιας Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ), είναι μια άβολη και πικρή, αλλά αδιαμφισβήτητη αλήθεια, την οποία επισημαίνουν εδώ και χρόνια κορυφαίοι αναλυτές των διεθνών σχέσεων. Το αν αυτό καθιστά την εισβολή ηθικά επιτρεπτή είναι διαφορετικό ζήτημα, δυστυχώς όμως και αδιάφορο για την κατανόηση της τωρινής ουκρανικής κρίσης. Το σημαντικό είναι ότι η Ρωσία δρα με βάση αυτό. Το πραγματικά ενδιαφέρον ερώτημα, λοιπόν, είναι: εάν γνωρίζεις εδώ και χρόνια ότι η Ρωσία θα δράσει με γνώμονα ένα κανονιστικό σχήμα, εάν σου το επαναλαμβάνει σε όλους τους δυνατούς τόνους και σε όλες τις συναντήσεις, τι πρέπει να κάνεις εάν στόχος σου είναι να αποτρέψεις έναν πόλεμο; Υπάρχουν, φαντάζομαι, δύο πιθανές απαντήσεις στο ερώτημα. Α) Δημιουργείς μια πειστική ανταπειλή Β) Επιδιώκεις τη συναίνεση, με τη διάθεση συμβιβασμού που αυτή προϋποθέτει. Προφανώς, και αυτό έχει καίρια σημασία, έπρεπε να επιδιωχθεί η συναίνεση -αυτό, βέβαια, θα απαιτούσε σεβασμό και κατανόηση των «κόκκινων» γραμμών του οιονεί αντιπάλου. Η Δύση όμως (κυρίως οι ΗΠΑ, ως προστάτιδες του δυτικού/φιλελεύθερου κόσμου) δεν έκανε τίποτα από τα δύο. Δεν έδωσε την πρέπουσα σημασία στο ρωσικό κανονιστικό σκεπτικό και, αντιθέτως, προώθησε μια de facto πρόσδεση της Ουκρανίας στο βορειοατλαντικό άρμα (εξοπλισμοί, στρατιωτικές ασκήσεις, στρατιωτική εκπαίδευση), θεωρώντας ότι έτσι αναχαιτίζει τη ρωσική «επιθετικότητα». Ενώ, φυσικά, στην πραγματικότητα, την ερέθισε. Εδώ έχουμε ένα σφάλμα κρίσης κολοσσιαίων διαστάσεων. Θα δεχθώ ότι ο πόλεμος δεν ήταν ο στόχος της δυτικής πολιτικής: ήταν σίγουρα όμως ένα από τα αποτελέσματα.»