Α.
Δεν συνηθίζει η Ελληνική Τηλεόραση να υπηρετεί τον τοπικό πολιτισμό. Ακολουθεί την αντίληψη της υπαίθρου και της ζωής σε αυτήν ως ψυχαγωγικό χώρο, σκηνικό έξω από την γεωγραφία της παραγωγής και της οικονομίας που τοποθετούνται αλλού. Και όμως. Αν καλοσκεφτούμε την κουζίνα του χωριού σε πολλές εκπομπές στην τηλεόραση επαληθεύει τον Εζέν Ουεμπέρ: «η κουζίνα του χωριού κερδίζει συνεχώς έδαφος όσο εξαφανίζονται τα χωριά».
Όταν «πέσεις» πάνω στην ΕΚΠΟΜΠΗ ΤΗΣ ΕΡΤ «ΠΟΠ μαγειρική», θα διαπιστώσεις την επιστροφή του τόπου, ένα κρίκο στην αλυσίδα των κοινωνών μιας πρώτης ύλης, τους μετασχηματισμούς βιωματικής μαγειρικής. Από το hardware της παραγωγής στο κτήμα ξετυλίγεται μια software επεξεργασία, χημεία, δημιουργία, πληροφορίες και προσθετικότητες συμβόλων.
Η εκπομπή του Μανώλη Παπουτσάκη δεν είναι ρεάλιτι σόου που υπαγάγει την γαστρονομία στις ανάγκες του θεάματος. Η ταχύτητα του μαγειρέματος δεν αποτελεί αποφασιστικό στοιχείο, δεν κρίνεται ούτε ο faster shef κάτω από την τυραννία του λεπτοδείχτη. Δεν απευθύνεται μόνο στην γαστρονομία εστιατορίων και ξενοδοχείων. Δεν απουσιάζουν τα υποκείμενα της παραγωγής των διατροφικών προϊόντων, της πρώτης ύλης.
Η μαγειρική και οι μετασχηματισμοί σε ενέργεια ζωής και πολιτισμού στην παραπάνω εκπομπή παρέχεται με ειλικρίνεια, φιλικότητα, χωρίς εντυπωσιασμούς. Το μήνυμα στην ουσία της απλότητας, μέσα σε μια αυστηρή αναζήτηση μιας αειφορικής λογικής στην διαδρομή μιας μεγάλης πορείας: από το σκάλισμα του παρελθόντος, στην γοητεία της ανεύρεσης των σπόρων του μέλλοντος. Η υποβολή στην επικαιρότητα του τομέα διατροφή ως ευχαρίστηση, ανάγκη ζωής και οικονομία. Από τον ιδρώτα στο χωράφι, την εποχικότητα, την μικρή απόσταση ως την κατανάλωση, στις συνταγές, στην πρόσκληση όλων των αισθήσεων. Μια απόλαυση βιώματος αυθεντικού πιάτου, μνήμης και φαντασίας.
Β.
Δυστυχώς ο πολιτισμός του φαγητού απουσιάζει ως στοιχείο προγραμματικής βάσης από το πολιτικό προσωπικό αλλά και αυτού των Δήμων, των λεγόμενων πνευματικών κέντρων, αλλά και των επαγγελματικών φορέων. Έχουν υποκαταστήσει την εργασία και τα παραγωγικά μοντέλα με τριτογενείς δραστηριότητες και την κατανάλωση. Υποσκάπτεται έτσι το δικαίωμα ενός βιώσιμου μέλλοντος.
Η γεωπολιτική της διατροφής δεν ακολουθεί τα δίκτυα αποφάσεων της εξουσίας. Αυτό, όμως, θα έπρεπε να εκμεταλλευτούν όσοι διαμορφώνουν πολιτικές, όσοι από την επικρατούσα τάξη καθορίζουν πράγματα και ιεραρχήσεις. Να αποδώσουν στρατηγική σημασία στις γεωγραφίες παραγωγής, στο πολυώνυμο σύστημα της υπαίθρου και της πλούσιας κιβωτού των γεύσεων. Να αποδώσουν στον αγρότη το κοινωνικό κύρος που του αναλογεί, να προβάλουν την ιδέα της ζωής και του αγροτικού πολιτισμού και να προσανατολίσουν αναδιευθετήσεις με κρίκο την ενίσχυση του ανθρώπινου δυναμικού με προγράμματα καινοτόμων πρακτικών. Οι αγρότες πρέπει να γίνουν – όπως ο πρωτεργάτης της Madre Terra τους ονομάζει: διανοούμενοι της γης. Με συνοδεία συμποσίων, σεμιναρίων επιστημονικών φορέων, τοπικών start-up καινοτομικής διεξόδου του αγροτικού αποθέματος και γαστρονομίας, ποιοτικής διασφάλισης.
Γ.
ΠΟΠ μαγειρική, τυπικά προϊόντα ποιότητας και ταυτότητας στο τραπέζι του φαγητού με όλη την οικογένεια: ένα κοινό συναίσθημα πληρότητας. Σε αυτές τις ευλογημένες στιγμές το φαγητό είναι πέρα από ανάγκη, ευχαρίστηση, ένα κίνητρο σκέψης. Με τα λόγια του Wendell Berry «μία αγροτική πράξη».
Ο Βάιντα σε κινηματογραφικό του έργο - μας δίνει το μέτρο και το όριο της ανθρώπινης συμπεριφοράς σε σχέση με το φαγητό. Τοποθετεί στο τραπέζι δύο αντιθετικές ιδεολογίες εξουσίας. Μέσα από την αναπαράσταση των διαφορετικών σχέσεών τους με την τροφή προσφέρει πληροφορίες για τις σχέσεις αυτών των ανθρώπων με τον κόσμο και τους άλλους. Άλλωστε πολύ νωρίτερα είχε ειπωθεί ότι είμαστε αυτό που διατρεφόμαστε.
Γρηγόρης Κλαδούχος
Ξυλόκαστρο Κορινθίας