Μόνο ο χρόνος θα δείξει αν ο Ιωαννίδης αποδεικνύεται σωστός στις εκτιμήσεις του. Αλλά ακόμα κι αν είναι κατά το ήμισυ σωστός, αυτό θα σήμαινε ότι οι ειδικοί απέτυχαν και πάλι.
Ο Ιωαννίδης δεν χαρίστηκε ούτε στους δημιουργούς μαθηματικών μοντέλων, που προέβλεπαν ότι θα πέθαιναν έως και 40 εκατομμύρια άνθρωποι.
Του Jon Miltimore
Απόδοση στα Ελληνικά: Νίκος Μαρής
Ο Δρ. Γιάννης Ιωαννίδης έγινε ένας παγκoσμίως κορυφαίος επιστήμονας εκθέτοντας στη δημοσιότητα περιπτώσεις κακής άσκησης της επιστήμης . Αλλά η πανδημία του COVID-19 θα μπορούσε να αποδειχθεί ως η μεγαλύτερη πρόκληση για εκείνον μέχρι σήμερα.
Ο Ιωαννίδης, κάτοχος της έδρας C.F. Rehnborg στην Πρόληψη Νοσημάτων στο Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ, δέχτηκε πυρά κατά τους τελευταίους μήνες εξαιτίας της αντίθεσής του στις κρατικά επιβεβλημένες καραντίνες, για τις οποίες λέει ότι θα μπορούσαν να προκαλέσουν κοινωνικές βλάβες πολύ πέρα από τα υποτιθέμενα οφέλη τους. Και δεν φαίνεται καθόλου να υποχωρεί από αυτή του τη θέση.
Σε μια ευρεία συνέντευξή του στον ιστότοπο Greek Reporter, ο Ιωαννίδης είπε ότι τα δεδομένα που προκύπτουν υποστηρίζουν την πρόβλεψή του ότι οι καραντίνες θα έχουν ευρείες κοινωνικές συνέπειες και ότι τα μαθηματικά μοντέλα στα οποία βασίστηκαν ήταν τρομερά εσφαλμένα.
Ο Ιωαννίδης είπε επίσης ότι μια ολοκληρωμένη ανασκόπηση των ιατρικών ευρημάτων υποδηλώνει ότι ο COVID-19 είναι πολύ πιο διαδεδομένος από ό,τι συνειδητοποιούν οι περισσότεροι άνθρωποι.
«Υπάρχουν ήδη πάνω από 50 μελέτες που έχουν παρουσιάσει αποτελέσματα για το πόσοι άνθρωποι σε διάφορες χώρες και περιοχές έχουν αναπτύξει αντισώματα κατά του ιού», δήλωσε ο Eλληνο-αμερικανός γιατρός στο Greek Reporter. «Φυσικά καμία από αυτές τις μελέτες δεν είναι τέλεια, αλλά αθροιστικά μας παρέχουν χρήσιμα σύνθετα στοιχεία. Μια πολύ χοντρική εκτίμηση υποδηλώνει ότι περίπου 150-300 εκατομμύρια, ή περισσότερα, άτομα έχουν ήδη μολυνθεί σε όλο τον κόσμο, πολύ περισσότερα από τα 10 εκατομμύρια τεκμηριωμένα κρούσματα.»
Ο Ιωαννίδης είπε πως τα ιατρικά δεδομένα δείχνουν ότι ο κίνδυνος θανάτου είναι πολύ χαμηλότερος από ότι οι προηγούμενες εκτιμήσεις που υποχρεωτικά έλαβαν υπ’ όψη τους οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής, και «είναι σχεδόν 0%» για άτομα κάτω των 45 ετών. Το μέσο ποσοστό θνητότητας (IFR) είναι περίπου 0,25%, ωστόσο, ο κίνδυνος «κλιμακώνεται σημαντικά» για άτομα άνω των 85 ετών και μπορεί να φτάνει μέχρι και το 25% για εξασθενημένα άτομα σε γηροκομεία.
«Το ποσοστό θνητότητας σε μια δεδομένη χώρα εξαρτάται πολύ από την ηλικιακή της δομή, το ποιοι είναι οι άνθρωποι που έχουν μολυνθεί και το πώς τους διαχειρίζονται», είπε ο Ιωαννίδης. «Για άτομα ηλικίας κάτω των 45 ετών, το ποσοστό θνητότητας της λοίμωξης είναι σχεδόν 0%. Για τους 45 έως 70, είναι πιθανώς από περίπου 0,05% έως 0,3%. Για όσους είναι άνω των 70 ετών, κλιμακώνεται σημαντικά…»
Εξαιτίας αυτού, ο Ιωαννίδης θεωρεί εσφαλμένους τους μαζικούς εγκλεισμούς ολόκληρων πληθυσμών, αν και λέει ότι μπορεί να είχαν νόημα στις αρχές, όταν οι ειδικοί νόμιζαν ότι το ποσοστό θνητότητας του COVID-19 ήταν τόσο ψηλά, στο 3% έως 5%.
Τον Μάρτιο, σε ένα άρθρο του στο STAT, που διαβάστηκε ευρέως, ο Ιωαννίδης είπε ότι δεν ήταν σίγουρο για πόσο καιρό θα μπορούσαν να διατηρηθούν οι καραντίνες χωρίς σοβαρές συνέπειες.
«Ένα τελικό συμπέρασμα είναι ότι δεν γνωρίζουμε για πόσο καιρό μπορούν να διατηρηθούν τα μέτρα κοινωνικής απόστασης και τα απαγορευτικά, χωρίς σημαντικές συνέπειες για την οικονομία, την κοινωνία και την ψυχική υγεία», έγραφε ο Ιωαννίδης. «Μπορεί να επακολουθήσουν απρόβλεπτες εξελίξεις, όπως οικονομική κρίση, αναταραχές, εμφύλιες συγκρούσεις, πόλεμος και κατάρρευση του κοινωνικού ιστού.»
Σχεδόν τρεις μήνες μετά από εκείνη τη συνέντευξη, η ανθρωπότητα βιώνει τα υψηλότερα επίπεδα ανεργίας μετά από το Μεγάλο Κραχ, μαζικά λουκέτα επιχειρήσεων, ραγδαία αύξηση σε αυτοκτονίες και υπερβολικές δόσεις ναρκωτικών, και κοινωνικές αναταραχές σε μια κλίμακα που δεν είχε σημειωθεί ποτέ ξανά στις ΗΠΑ μετά από τη δεκαετία του 1960.
«Νιώθω τρομερά λυπημένος που οι προβλέψεις μου επαληθεύτηκαν», είπε ο Ιωαννίδης. Και συνέχισε:
« Έχουν ήδη σημειωθεί σοβαρές συνέπειες για την οικονομία, την κοινωνία και την ψυχική υγεία. Ελπίζω να είναι αναστρέψιμες, και αυτό εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το εάν μπορέσουμε να αποφύγουμε να παρατείνουμε τα δρακόντεια απαγορευτικά, και να καταφέρουμε να αντιμετωπίσουμε τον COVID-19 με μια έξυπνη, στοχευμένη προσέγγιση υπολογισμένου κινδύνου, αντί να κλείνουμε τυφλά τα πάντα. Ομοίως, έχουμε ήδη αρχίσει να βλέπουμε τις συνέπειες της χρηματοπιστωτικής κρίσης, των ταραχών και των πολιτικών συγκρούσεων. Ελπίζω να μην ακολουθηθεί από πόλεμο και κατάρρευση του κοινωνικού ιστού. Σε παγκόσμιο επίπεδο, τα απαγορευτικά μέτρα έχουν αυξήσει τον αριθμό των ατόμων που κινδυνεύουν από πείνα σε 1,1 δισεκατομμύριο, και θέτουν σε κίνδυνο εκατομμύρια ζωές, με την πιθανή επανεμφάνιση της φυματίωσης, παιδικών ασθενειών όπως η ιλαρά –για την οποία τα προγράμματα εμβολιασμού διακόπηκαν- και η ελονοσία. Ελπίζω πως οι υπεύθυνοι για την χάραξη της πολιτικής θα δουν την ευρύτερη εικόνα όλων των πιθανών προβλημάτων και όχι μόνο του πολύ σημαντικού μεν, αναλογικά μικρού δε, προβλήματος που αποτελεί ο COVID-19.»
Ο Ιωαννίδης δεν χαρίστηκε ούτε στους δημιουργούς μαθηματικών μοντέλων, που προέβλεπαν ότι θα πέθαιναν έως και 40 εκατομμύρια άνθρωποι, ή σε εκείνους που ισχυρίζονταν ότι το αμερικανικό σύστημα υγειονομικής περίθαλψης δεν θα άντεχε το πλήθος των περιστατικών.
«Οι προβλέψεις των περισσότερων μαθηματικών μοντέλων όσον αφορά το πόσες νοσοκομειακές κλίνες και πόσες κλίνες ΜΕΘ (Μονάδες Εντατικής Θεραπείας) θα απαιτούνταν, ήταν αστρονομικά λανθασμένες», είπε ο Ιωαννίδης. «Πράγματι, το σύστημα υγείας δεν κατακλύστηκε σε καμία τοποθεσία στις ΗΠΑ, παρ’ όλο που πολλά νοσοκομεία πιέστηκαν».
Αντίθετα, πρόσθεσε, αυτές οι ενέργειες είχαν επιζήμιες επιπτώσεις στο σύστημα υγειονομικής περίθαλψης των ΗΠΑ, το οποίο «υπέστη σοβαρές βλάβες» λόγω των μέτρων που ελήφθησαν.
Μόνο ο χρόνος θα δείξει αν ο Ιωαννίδης αποδεικνύεται σωστός στις εκτιμήσεις του. Αλλά ακόμα κι αν είναι κατά το ήμισυ σωστός, αυτό θα σήμαινε ότι οι ειδικοί απέτυχαν και πάλι.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι καραντίνες έχουν προκαλέσει μια εκτεταμένη οικονομική, κοινωνική και συναισθηματική σφαγή. Είναι δύσκολο να βρεθούν στοιχεία που να δείχνουν ότι οι Πολιτείες των ΗΠΑ που κλειδώθηκαν τα πήγαν καλύτερα από τις Πολιτείες που δεν το έκαναν.
Αν και δεν είναι ακόμη βέβαιο, η πανδημία του COVID-19 μπορεί κάλλιστα να αποδειχθεί ένα ακόμα παράδειγμα κεντρικού σχεδιασμού που πήγε στραβά.
Όπως ανέφερα προηγουμένως, αποτελεί τραγική ειρωνεία το ότι πολλές από τις μεγαλύτερες καταστροφές της σύγχρονης ιστορίας -από το συλλογικό σύστημα καλλιέργειας του Στάλιν «Kolkhoz« στο Μεγάλο Άλμα προς τα εμπρός του Μάο, και πιο πέρα ακόμα- ήταν το αποτέλεσμα κεντρικών σχεδιαστών που προσπάθησαν να βελτιώσουν την μοίρα της ανθρωπότητας μέσω εξαναγκαστικών ενεργειών.
Κατά τη διάρκεια της πανδημίας του κορωνοϊού, οι ειδικοί μπορεί να έχουν προκαλέσει ακούσια μια από τις πιο σοβαρές ανθρωπιστικές καταστροφές στη σύγχρονη ιστορία, αφαιρώντας το δικαίωμα των επιλογών από άτομα με ανώτερη, επί τόπου γνώση.
«Αυτή δεν είναι μια διαμάχη για το εάν πρέπει να υπάρχει σχεδιασμός ή όχι», έγραφε ο Hayek στο The Use of Knowledge in Society (Η Χρήση της Γνώσης στην Κοινωνία). «Είναι μια διαμάχη για το εάν ο σχεδιασμός πρέπει να γίνεται κεντρικά, από μια αρχή για ολόκληρο το οικονομικό σύστημα, ή εάν θα πρέπει να διαμοιράζεται μεταξύ πολλών ατόμων».
3 Ιουλίου 2020
***
Ο Jonathan Miltimore είναι διευθυντής σύνταξης στην Ιστοσελίδα FEE.org. Άρθρα του έχουν δημοσιευτεί στο περιοδικό TIME, στην Wall Street Journal, στο CNN, στο Forbes, και στο Fox News.
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο site του Foundation for Economic Education – FEE.org