Ο Γάλλος φιλόσοφος και συγγραφέας Μισέλ Ονφρέ δεν συμμερίζεται τον ενθουσιασμό που ξεσηκώνει η Τούνμπεργκ στα διεθνή ΜΜΕ. Αποκαλώντας την «σάιμποργκ», δηλαδή τεχνητό οργανισμό που το σώμα του συνδυάζει οργανικά και μηχανικά μέρη (κάτι σαν τον «Εξολοθρευτή» που υποδυόταν ο Σβαρτσενέγκερ στην ομώνυμη ταινία επιστημονικής φαντασίας του 1984), ο Ονφρέ αποδομεί την Τούνμπεργκ και αναζητά αυτούς που την «κατασκεύασαν»…
Αυτό το καλοκαίρι, ο υπουργός οικολογίας Φρανσουά ντε Ρουζί καθαιρέθηκε από τη θέση του, γιατί κατανάλωσε μεγάλες ποσότητες αστακών με έξοδα των φορολογούμενων. Θα ήθελα να αντικατασταθεί από την Γκρέτα Τούνμπεργκ, η οποία, όντας βέγκαν, δεν θα μπορούσε ποτέ να προκαλέσει το θάνατο των συμπαθών αυτών αστακιδών. Η Γκρέτα είναι βέγκαν και πίνει μόνο νερό από το κόκκινο οικολογικό θερμός της που δεν εγκαταλείπει ποτέ, όπως κάποτε ο Κουστώ, που δεν εμφανιζόταν ποτέ χωρίς το σκούφο του. Η κοπέλα αυτή, που δεν χαμογελά ποτέ, σαν τον Μπάστερ Κίτον, δεν θα μπορούσε να αδειάσει ούτε τις κάβες των φορολογούμενων και άρα θα γινόταν η καλύτερη εγγυήτρια της ηθικής της πολιτικής μας ζωής. Μετά από έντεκα παραιτήσεις υπουργών σε μόλις δύο χρόνια θητείας, μάλλον θα πρέπει να το σκεφτείτε σοβαρά, αγαπητέ κ. Μακρόν…
Αυτή η κοπέλα έχει ένα πρόσωπο που αγνοεί κάθε συναίσθημα: ούτε γέλιο, ούτε χαμόγελο, ούτε έκπληξη, ούτε χαρά ή πόνο. Μοιάζει με αυτές τις κούκλες από σιλικόνη που προαναγγέλλουν το τέλος του ανθρώπου και την έλευση του μετα-ανθρώπου. Έχει το πρόσωπο, την ηλικία, το φύλο και το σώμα ενός σάιμποργκ της τρίτης χιλιετίας: όλα ουδέτερα. Είναι η ενσάρκωση της κατεύθυνσης που έχει πάρει η ανθρωπότητα. Οι δημοσιογράφοι μας πληροφορούν, με τη μεγίστη των προφυλάξεων, ότι η Γκρέτα πάσχει από αυτισμό – πρέπει να το πούμε, χωρίς όμως να το λέμε, ακόμα κι όταν το λέμε. Βλέπω εδώ ότι η πολιτική ορθότητα μου απαγορεύει, όχι μόνο την μεταφορική, αλλά και την κυριολεκτική χρήση της λέξης. Άρα τ’ αφήνουμε στην άκρη…
Τι ψυχή να κατοικεί άραγε σ’ αυτό το άσαρκο σώμα; Δύσκολο να το καταλάβουμε… Δεν πάει στο σχολείο της τις Παρασκευές, θυσιάζοντας αυτά που θα μπορούσε να μάθει, για να σώσει τον πλανήτη. Αρκεί αυτό; Κρίνοντας από το μέγεθος της προσφοράς, μάλλον όχι… Ένα κοπάδι πρόβατα της νέας γενιάς, πεπεισμένοι για την ελευθερία τους και ενθουσιασμένοι με την ωραία αυτή πρόφαση για σκασιαρχείο, ακολουθούν την Γκρέτα βελάζοντας την κατήχηση που τους επιβάλλουν οι ενήλικοι και θυσιάζουν κι αυτοί με τη σειρά τους την παιδεία που δεν έχουν και που θα μπορούσαν ίσως να αποκτήσουν αν πήγαιναν στο σχολείο τους.
Το σουηδικό σάιμποργκ ανακοίνωσε μάλιστα ότι σχεδιάζει να πάρει άδεια ενός έτους από τις σχολικές της υποχρεώσεις για να σώσει τον πλανήτη! Όντως, για ποιό λόγο να πηγαίνει κανείς στο σχολείο αφού ξέρει ήδη τα πάντα; Με το στυλό ανά χείρας, κάθε βράδυ στο κρεββάτι της, η Γκρέτα μελετά με αυταπάρνηση τις ογκώδεις εκθέσεις της Διακυβερνητικής Επιτροπής Ειδικών για το Περιβάλλον (GIEC). Ακούγεται στο βάθος επιβλητικός ο μεταλλικός ήχος της φωνής της Επιστήμης… Σε άλλους καιρούς οι δεκαεξάρηδες απήγγειλαν Ρεμπώ» και Βερλέν…
Τί είδους νόηση είναι αυτή που έχει το σάιμποργκ; Αυτά που μας διαβάζει δεν είναι γραμμένα από μια κοπέλα της ηλικίας της, «μυρίζουν» πολύ τεχνολογικό ίδρυμα. Με τη φωνή της ηχεί ένα κείμενο που έχουν γράψει κάποιοι άλλοι, κάποιοι που δεν εμφανίζονται στο προσκήνιο. Τί άλλο λοιπόν είναι αυτή η κοπέλα παρά ένα σάιμποργκ, δηλαδή ένα υποχείριο κάποιων που παραμένουν στη σκιά; Η νοημοσύνη της είναι κυριολεκτικά τεχνητή, ένα κατασκευασμένο προϊόν. Το θέμα είναι από ποιόν. Η απάντηση είναι απλή, αρκεί να θέσουμε την κλασσική ερώτηση: ποιός επωφελείται; Ποιόν ωφελεί το έγκλημα; Η απάντηση βρίσκεται ίσως στους φακέλους της GIEC, στα αρχεία της σιλικονάτης σκέψης.
Το προσκήνιο της εποχής μας καταλαμβάνεται σιγά σιγά από παιδιά-τύραννους. Έχω ξαναπεί ότι αυτή η αρρώστια έχει προσβάλλει κιόλας το προεδρικό μέγαρο. Το βασίλειο των παιδιών-τυράννων χαρακτηρίζεται από την δυσανεξία στην απογοήτευση και την περιφρόνηση των μεγάλων, την ίδια στιγμή που τα κατασκευασμένα αυτά πλάσματα παπαγαλίζουν τα λόγια των ενηλίκων – δηλαδή όχι όλων των ενηλίκων, αλλά κάποιων συγκεκριμένων απ’ αυτούς: των εκπροσώπων της τελευταίας μετάλλαξης του καπιταλισμού, του οικολογισμού. Το σάιμποργκ διαφημίζει την επανάσταση που ετοιμάζει ο πράσινος καπιταλισμός.
Τί λέει αυτό το αντι-σώμα, φτιαγμένο από μια άυλη σάρκα, αυτή η ψυχή που απέχει απ’ το σχολείο, αυτή η εγγαστρίμυθη σκέψη; Αυτό που οι ενήλικες εκπρόσωποι της προοδευτικής ορθότητας προπαγανδίζουν εδώ και δεκαετίες. Βέβαια, όπως συμβαίνει πάντα, το πραγματικό διακύβευμα αυτής της επιχείρησης – τα τεράστια οικονομικά συμφέροντα – δεν θα μπορούσε ποτέ να γίνει παραδεκτό καθ’ εαυτό. Αυτή η επανάσταση χρειάζεται μια ηθική πρόφαση, ικανή να συντηρήσει στο διηνεκές το Χρυσό Μοσχάρι. Τι καλύτερο από τη σωτηρία του πλανήτη;
Το μετα-καπιταλιστικό σάιμποργκ μιλά στο όνομα της επιστήμης. Τί όμως μπορεί να ξέρει ένα κορίτσι 16 ετών από αστροφυσική, συμπαντικούς και ηλιακούς κύκλους, πληροφορίες εξίσου επιστημονικές που αφορούν την κλιματική αλλαγή, οι οποίες όμως δεν βλέπουν ποτέ το φως της δημοσιότητας και θέτουν εν αμφιβόλω, όχι το ίδιο το γεγονός, αλλά τις αιτίες του;
Αυτό το δεκαεξάχρονο κορίτσι που δεν θέλει να πάει σχολείο, γιατί ομιλεί στο όνομα της επιστήμης, αγνοεί ότι ένας φιλόσοφος ονόματι Hans Jonas, και εν έτει 1979, είχε ήδη καταστρώσει το «λογισμικό» με το οποίο λειτουργεί η τεχνητή της νοημοσύνη. Στο έργο του Η Αρχή της Υπευθυνότητας, ο Jonas υποστηρίζει ότι, σε ό,τι αφορά την επιβίωση του πλανήτη, θα πρέπει να εγκαταλείψουμε τις αρχές του Διαφωτισμού, που δεν έφεραν άλλο παρά καταστροφές, και να στραφούμε σε αυτό που ονομάζει «ευρετική του φόβου». Με άλλα λόγια, πρέπει να υπερβάλλουμε, να δραματοποιήσουμε, να εκφοβίσουμε, να τρομοκρατήσουμε. Δηλαδή το ακριβώς αντίθετο της σκέψης, του στοχασμού και της συζήτησης. Δεν σκεφτόμαστε, παπαγαλίζουμε. Δεν εξετάζουμε, υποτασσόμαστε. Δεν στοχαζόμαστε, μουρμουρίζουμε. Και στη θέση της συζήτησης, προσβολές, αποβολές, αναθέματα. Το νόημα εξατμίζεται…
Στο Γαλλικό Κοινοβούλιο, όπου πρόσφατα ήταν προσκεκλημένη για να μιλήσει, φορώντας πάντα τη μάσκα του Μπάστερ Κίτον, έκανε κήρυγμα στους ενήλικες που την παρακολουθούσαν, σε τόνο ψυχρό και περιφρονητικό. Αυτοί έσπευσαν να την χειροκροτήσουν με έκφραση συνοφρυωμένης σοβαρότητας. Θα πρέπει κάποια στιγμή να εξετάσουμε το ρόλο που παίζει στην πολιτική το αίσθημα της υποταγής όλων αυτών που ηδονίζονται με το να υποτάσσονται σε αφέντες – αφέντες φασίστες, κόκκινους, μαύρους, ισλαμιστές ή «πράσινους». Αυτή τη φορά, ο αφέντης είναι αφέντρα: ένα κοριτσάκι με σώμα ουδέτερο και λόγο πολεμικό. Σαν να μπήκε η ψυχή του Μελανσόν στο σώμα της Αλίκης στη Χώρα των θαυμάτων. Θέαμα τρομακτικό: η απειλή του Επαναστατικού Δικαστηρίου εκφρασμένη με μια προεφηβική φωνή, χλωμή σαν τον θάνατο. Ψυχρή, χτύπησε τους βουλευτές, χαστούκισε τους πολιτικούς, εξευτέλισε δημοσιογράφους και επιχειρηματίες, βιαιοπράγησε ενάντια στους ενήλικες και το κοινό τη χειροκρότησε, σαν να είχε μπροστά του την νέα εμφάνιση της Παναγίας της Λούρδης.
«Εμείς τα παιδιά», λέει όταν μιλάει! Ποιός όμως πολιτισμός οικοδομήθηκε ποτέ από παιδιά; Ο κόσμος ανάποδα! Και μάλιστα από παιδιά που δηλώνουν ότι δεν δίνουν δεκάρα για το σχολείο και ότι έχουν το δικαίωμα να το εγκαταλείψουν για ένα χρόνο, πριν ακόμα πάρουν απολυτήριο γυμνασίου. Σαν να θέλεις να μπεις στον κόσμο της εργασίας βγαίνοντας στη σύνταξη… Πολιτικό πρόγραμμα αντάξιο πολλών σοσιαλιστών. Και τί λένε οι ενήλικες μπροστά σε αυτή τη γενιά παιδιών-τυράννων που οι ίδιοι έφτιαξαν, και που τους κατηγορεί ως απαίσιους, ανεύθυνους, εγκληματίες; Όπως στα σαδομαζοχιστικά μάνγκα, αναφωνούν όλοι εν χορώ: «κι άλλο, κι άλλο!» Επιτίθεται στους δημοσιογράφους. Και πώς αντιδρά το SJF (η γαλλική ΕΣΗΕΑ); Αποδέχεται τα χτυπήματα σιωπηλά και χαμογελώντας. Αν ήταν ο Μελανσόν, θα τον είχαν ρίξει στο πυρ το εξώτερον, αλλά μια και πρόκειται για έναν Μελανσόν μεταμφιεσμένο σε Αλίκη ρίχνουμε το βλέμμα κάτω και σφυρίζουμε αδιάφορα. Σφυρίζει το μαστίγιο στα κεφάλια των βιομηχάνων; Η Medef (Ένωση Βιομηχάνων) το βουλώνει, κρατώντας σφιχτά το χεράκι των δημοσιογράφων. H Σουηδέζα Αλίκη μαλώνει τους ενήλικες, τους λέει με το πλαστικό της πρόσωπο: Μας μισείτε, μας απειλείτε, μας θεωρείτε ψεύτες. Και οι ενήλικες αυτοί, που υποτίθεται ότι αντιπροσωπεύουν το έθνος, χειροκροτούν. Τότε αυτή, αρπάζοντας ένα μεγαλύτερο μαστίγιο, ξαναχτυπά: «Δεν είστε αρκετά ώριμοι!» Κι αυτοί, σαν μέσα σε οργασμό, χειροκροτούν…
Δεν υπάρχει τίποτε το περίεργο ή κακό σ’ ένα παιδί που προσπαθεί να δει μέχρι ποιου σημείου μπορεί να λυγίσει τους μεγαλυτέρους του, έτσι κάνουν τα μικρά παιδιά. Το πραγματικό πρόβλημα βρίσκεται στους ενήλικες που ηδονίζονται να εξευτελίζονται από ένα δημιούργημά τους. Όταν ένα μικρό παιδί είναι σε θέση να κάνει κήρυγμα στους μεγάλους κι αυτοί, όχι μόνο δεν κουνιούνται, αλλά πανηγυρίζουν για τα χτυπήματα που δέχονται, τότε μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι έχουμε μπει στο υπέρτατο στάδιο του μηδενισμού.
Μετάφραση: • Αλέξανδρος Μπριασούλης (29/08/2019)