ΑΠΟ: Γιωργος Τζαβαρας Θεατρικο Εργαστηρι
Γεννήθηκε σαν σήμερα στην Προύσα.
Ήταν Σεπτέμβρης του 1908. Τον πατέρα του τον λέγανε Ερρίκο. Ερρίκο Κοέν. Ήταν μισό Έλληνας, μισό Πολωνός, μισό Γερμανός, μισό Εβραίος, μισό χριστιανός ορθόδοξος, μισό Ιουδαίος. Ήταν πάμπλουτος. Ήταν κοσμοπολίτης. Είχε ανοιχτό μυαλό, ακουμπώντας σ όλα του τα μισά. Η μάνα του, πάλι, Μελπομένη Παπαδοπούλου, ήταν χριστιανή ορθόδοξη, Ελληνίδα όλη. Σαν ταινία απ αυτές με τις πολλές σιωπές, στα πρώτα χρονιά του Καρόλου, οι γονείς απουσιάζουν συχνά. Διδασκαλία κατ οίκον. Μοναξιά και μεγάλες κάμαρες. Ένας παππάς, μια νταντά πρωσσίδα, μια δασκάλα πιάνου. Όταν πίσω στην κεντρική Ελλάδα, οι Έλληνες χωρίς νερό τρεχούμενο, ρεύμα, δίπλα από στάνες μοχθούσαν για μια επιβίωση αβέβαιη, ο μικρός Κάρολος, έκοβε τα περιοδικά μόδας της μαμάς απ τη Γαλλία και έκανε τις φωτογραφίες ηθοποιούς, τους φωτισμούς εποχές, τα έπιπλα σκηνές, τις κουρτίνες αυλαίες και τα χαλιά θάλασσες και κάμπους. Οι γονείς χωρίζουν. Εκείνη παντρεύεται ξανά έναν μακρινό συγγενή της. Ο Ερρίκος Κοέν χάνεται μέσα στις αναδιπλώσεις της Ιστορίας, που δεν υπολογίζει ταυτότητες και μέχρι το τέλος του πολέμου καταρρέει οικονομικά, εκείνος ο βαθύπλουτος! Ο Κάρολος πιο πριν, μαθαίνει τα γράμματα τα ελληνικά στην σπουδαία λέει Ροβέρτειο Σχολή της Κωσταντινούπολης. Εσώκλειστος! Όμως λιγότερο μοναχικός πια. Έχει γύρω του άλλα παιδιά. Δεν κάνει αντίλαλο η μοναξιά σε τοίχους. Μιλούσε άπταιστα αγγλικά, γαλλικά και γερμανικά. Η Πόλη έχει αλλάξει. Οι Ορθόδοξοι διώκονται. Η γλώσσα του η ελληνική απαγορεύεται απ το σπουδαίο σχολείο. Οι συγγενείς εξαφανίστηκαν σιγά σιγα απ την καθημερινότητα. Η Ανατολή πίσω του…
Σπουδάζει αισθητική στην Σορβόννη! Το 1929, νεαρούλης, έρχεται με τη μάνα του, στην Αθήνα και πιάνει δουλειά ως καθηγητής Αγγλικών στο Κολλέγιο. Τα βράδια διδάσκει αγγλικά και στο σύλλογο της Εθνικής Τράπεζας. Ο πλούτος δε του λέει τίποτα. Να ζει μόνο. Και να κάνει θέατρο. Οι μαθητές του θα γίνουν οι πρώτοι του ηθοποιοί, οι μυημένοι, το υλικό για τη μεγάλη αλλαγή στην υποκριτική, στο κοινό, στη τέχνη! Όταν θα γνωρίσει τον Φώτη Κόντογλου, θα προσηλυτισθεί σε κάθε τι ελληνικό ως επίκεντρο δημιουργίας. Από το 1942 και μέσα στην Ελλάδα της απώλειας, του πόνου, του πολέμου, της πείνας, της ήττας, της Κατοχής, ίδρυσε το Θέατρο Τέχνης και μας έκανε, από τότε, οικείους συστήνοντας μας ή προσεγγίζοντας αλλιώς, τους Ίψεν, Μπέρναρντ Σω, Πιραντέλο, Λόρκα, Ουίλιαμς, Μίλερ, Τσέχωφ, Μπρεχτ, Ιονέσκο, Μπέκετ, Πίντερ, Ντάριο Φο. Έδωσε σκηνή σε μια σειρά ελλήνων δημιουργών που είχαν να πουν τα διαφορετικά και τα νέα. Σεβαστίκογλου, Καμπανέλλης, Κεχαΐδης, Σκούρτης, Αναγνωστάκη και Ευθυμιάδης. Μια άλλη ανάγνωση του Αριστοφάνη. Με τους Όρνιθες το 1959, στο Ηρώδειο, προκαλεί σκάνδαλο. Είναι τόσο μοντέρνα, επικαιροποιημένη, πολιτικά κατάφορη και επαναστατική η παράσταση που προκαλεί σάλο. Το κοινό γιουχάρει. Η παράσταση διακόπτεται. Αστυνομία. Το θέατρο αυτό είναι βέβηλο ωρύονται οι εθνικόφρονες της εποχής. Οι κριτικές και ο δημοσιογραφικός κόσμος, πάλι είναι σε έκσταση απ τον Κουν, τη παράσταση, τον αιώνιο Αριστοφάνη. Η κυβέρνηση παίρνει θέση. Χλευασμός. Περιφρόνηση ενός μεγάλου καλλιτέχνη. Και μετά οικονομικές καταστροφές. Δυσκολίες και ζόρια. Κι όμως! Παγκοσμία είναι σπουδαίος. Όλα τα θέατρα της γης, στις μεγάλες πρωτεύουσες του κόσμου, όλα τα διεθνή Φεστιβάλ, όλα τα βλέμματα των θεατράνθρωπων της οικουμένης είναι στραμμένα σε εκείνον τον άνθρωπο απ την Προύσα, τον Κάρολο, τον γιο του Ερρίκου και της Μελπομένης. Θα αρνηθεί κάθε πρόταση και θα μείνει για πάντα προσειλωμένος στην ελληνικότητα του, στο υπόγειο θέατρο του, στους πιστούς του μαθητές, στην ασκητική ζωή του. Κι ας μη του φέρθηκε η χώρα η επίσημη παρά μόνο προσβλητικά. Δεν έφυγε. Μόνο μια φορά θα υποκύψει στην πρόταση να σκηνοθετήσει Ρωμαίο και Ιουλιετα στην ίδια την Αγγλία και πώς να αρνιότανε; Βασιλικό Σαιξπηρικό Θέατρο! Οι κριτικοί χαρακτηρίζουν την παράσταση ως την σπουδαιότερη της δεκαετίας.
Ήταν Σεπτέμβρης του 1908. Τον πατέρα του τον λέγανε Ερρίκο. Ερρίκο Κοέν. Ήταν μισό Έλληνας, μισό Πολωνός, μισό Γερμανός, μισό Εβραίος, μισό χριστιανός ορθόδοξος, μισό Ιουδαίος. Ήταν πάμπλουτος. Ήταν κοσμοπολίτης. Είχε ανοιχτό μυαλό, ακουμπώντας σ όλα του τα μισά. Η μάνα του, πάλι, Μελπομένη Παπαδοπούλου, ήταν χριστιανή ορθόδοξη, Ελληνίδα όλη. Σαν ταινία απ αυτές με τις πολλές σιωπές, στα πρώτα χρονιά του Καρόλου, οι γονείς απουσιάζουν συχνά. Διδασκαλία κατ οίκον. Μοναξιά και μεγάλες κάμαρες. Ένας παππάς, μια νταντά πρωσσίδα, μια δασκάλα πιάνου. Όταν πίσω στην κεντρική Ελλάδα, οι Έλληνες χωρίς νερό τρεχούμενο, ρεύμα, δίπλα από στάνες μοχθούσαν για μια επιβίωση αβέβαιη, ο μικρός Κάρολος, έκοβε τα περιοδικά μόδας της μαμάς απ τη Γαλλία και έκανε τις φωτογραφίες ηθοποιούς, τους φωτισμούς εποχές, τα έπιπλα σκηνές, τις κουρτίνες αυλαίες και τα χαλιά θάλασσες και κάμπους. Οι γονείς χωρίζουν. Εκείνη παντρεύεται ξανά έναν μακρινό συγγενή της. Ο Ερρίκος Κοέν χάνεται μέσα στις αναδιπλώσεις της Ιστορίας, που δεν υπολογίζει ταυτότητες και μέχρι το τέλος του πολέμου καταρρέει οικονομικά, εκείνος ο βαθύπλουτος! Ο Κάρολος πιο πριν, μαθαίνει τα γράμματα τα ελληνικά στην σπουδαία λέει Ροβέρτειο Σχολή της Κωσταντινούπολης. Εσώκλειστος! Όμως λιγότερο μοναχικός πια. Έχει γύρω του άλλα παιδιά. Δεν κάνει αντίλαλο η μοναξιά σε τοίχους. Μιλούσε άπταιστα αγγλικά, γαλλικά και γερμανικά. Η Πόλη έχει αλλάξει. Οι Ορθόδοξοι διώκονται. Η γλώσσα του η ελληνική απαγορεύεται απ το σπουδαίο σχολείο. Οι συγγενείς εξαφανίστηκαν σιγά σιγα απ την καθημερινότητα. Η Ανατολή πίσω του…
Σπουδάζει αισθητική στην Σορβόννη! Το 1929, νεαρούλης, έρχεται με τη μάνα του, στην Αθήνα και πιάνει δουλειά ως καθηγητής Αγγλικών στο Κολλέγιο. Τα βράδια διδάσκει αγγλικά και στο σύλλογο της Εθνικής Τράπεζας. Ο πλούτος δε του λέει τίποτα. Να ζει μόνο. Και να κάνει θέατρο. Οι μαθητές του θα γίνουν οι πρώτοι του ηθοποιοί, οι μυημένοι, το υλικό για τη μεγάλη αλλαγή στην υποκριτική, στο κοινό, στη τέχνη! Όταν θα γνωρίσει τον Φώτη Κόντογλου, θα προσηλυτισθεί σε κάθε τι ελληνικό ως επίκεντρο δημιουργίας. Από το 1942 και μέσα στην Ελλάδα της απώλειας, του πόνου, του πολέμου, της πείνας, της ήττας, της Κατοχής, ίδρυσε το Θέατρο Τέχνης και μας έκανε, από τότε, οικείους συστήνοντας μας ή προσεγγίζοντας αλλιώς, τους Ίψεν, Μπέρναρντ Σω, Πιραντέλο, Λόρκα, Ουίλιαμς, Μίλερ, Τσέχωφ, Μπρεχτ, Ιονέσκο, Μπέκετ, Πίντερ, Ντάριο Φο. Έδωσε σκηνή σε μια σειρά ελλήνων δημιουργών που είχαν να πουν τα διαφορετικά και τα νέα. Σεβαστίκογλου, Καμπανέλλης, Κεχαΐδης, Σκούρτης, Αναγνωστάκη και Ευθυμιάδης. Μια άλλη ανάγνωση του Αριστοφάνη. Με τους Όρνιθες το 1959, στο Ηρώδειο, προκαλεί σκάνδαλο. Είναι τόσο μοντέρνα, επικαιροποιημένη, πολιτικά κατάφορη και επαναστατική η παράσταση που προκαλεί σάλο. Το κοινό γιουχάρει. Η παράσταση διακόπτεται. Αστυνομία. Το θέατρο αυτό είναι βέβηλο ωρύονται οι εθνικόφρονες της εποχής. Οι κριτικές και ο δημοσιογραφικός κόσμος, πάλι είναι σε έκσταση απ τον Κουν, τη παράσταση, τον αιώνιο Αριστοφάνη. Η κυβέρνηση παίρνει θέση. Χλευασμός. Περιφρόνηση ενός μεγάλου καλλιτέχνη. Και μετά οικονομικές καταστροφές. Δυσκολίες και ζόρια. Κι όμως! Παγκοσμία είναι σπουδαίος. Όλα τα θέατρα της γης, στις μεγάλες πρωτεύουσες του κόσμου, όλα τα διεθνή Φεστιβάλ, όλα τα βλέμματα των θεατράνθρωπων της οικουμένης είναι στραμμένα σε εκείνον τον άνθρωπο απ την Προύσα, τον Κάρολο, τον γιο του Ερρίκου και της Μελπομένης. Θα αρνηθεί κάθε πρόταση και θα μείνει για πάντα προσειλωμένος στην ελληνικότητα του, στο υπόγειο θέατρο του, στους πιστούς του μαθητές, στην ασκητική ζωή του. Κι ας μη του φέρθηκε η χώρα η επίσημη παρά μόνο προσβλητικά. Δεν έφυγε. Μόνο μια φορά θα υποκύψει στην πρόταση να σκηνοθετήσει Ρωμαίο και Ιουλιετα στην ίδια την Αγγλία και πώς να αρνιότανε; Βασιλικό Σαιξπηρικό Θέατρο! Οι κριτικοί χαρακτηρίζουν την παράσταση ως την σπουδαιότερη της δεκαετίας.
Ζούσε στην οδό Λυκαβηττού, στην άκρη του Κολωνακίου προς τη Νομική. Καπνίζει πολύ. Τρώει λίγο και άμα έχει παρέα γύρω του και μιλάει για θέατρο, παθιάζεται και ξεχνάει να φάει. Διδάσκει στην σχολή του, πάντα. Βλέπει αόρατα πνεύματα στο παιδιά, που τα ίδια αγνοούν πως τα στοιχειώνουν, εκεί που όλοι οι άλλοι δεν βρίσκουν τίποτα. Και βραβεία, παράσημα, τιμές! Εδώ, έξω, παντού! Τίποτα σα το χειροκρότημα του κοινού. Τίποτα σαν τα υγρά μάτια των συγκινημένων θεατών. Καμιά άλλη συγκίνηση σαν αυτά. Ο ηγούμενος μόνο έτσι κοινωνά τα άχραντα ιδιωτικά του μυστήρια ψυχής. Το θέατρο των νεοελλήνων, ο σύγχρονα εκφρασμένος λόγος του, η παράσταση στο καιρό μας. Τσαρούχης, Πλωρίτης, Χατζιδάκις. Και Διαμαντόπουλος, Χατζηαργύρη, Λυμπεροπούλου, Καλλέργης, Καρακατσάνης, Ζερβός, Ζαβιτσιάνου, Φέρτης, Μιχαλακόπουλος, Πιττακή, Κοταμανίδου, Χρυσομάλλης, Μπάκας, Γκιωνάκης, Καζάκος, Τζώρτζογλου. Εμμονη. Πάθος. Διαθήκη. Το θέατρο Τέχνης αφήνεται στους Λαζάνη, Κουγιουμουτζή, Αρμένη. Οι μαθητές να γίνουν πάντα χωρίς να σπάσουν, οι συνεχιστές.
50 χρόνια έκανε με τη ψυχή του, όπως ήταν και ο τίτλος ενός βιβλίου του, θέατρο. 50 χρόνια μας ψήλωσε πνευματικά, τόσο, όσο ίσως δεν μας άξιζε αν κρίνουμε απ το κενό που αφήσαμε να υπάρξει μετά και απ το θέατρο που αν δε κακοφορμεί, είναι απλά αδιάφορο. 50 χρόνια πάλεψε με αμορφωσιά, στερεότυπα, μικρά μυαλά. Και όταν στο τέλος άρχισαν τα φυτώρια του να ανθίζουν,oταν άρχισε να ανασαίνει οικονομικά και να απολαμβάνει τους καρπούς των κόπων 50 χρόνων, η υγεία του είχε πλέον κλονιστεί. Στις 8 Φεβρουαρίου 1987 εισήχθη στο νοσοκομείο «Υγεία» με έντονους πόνους στο στήθος. Άφησε την τελευταία του πνοή το βράδυ της 14ης Φεβρουαρίου, την ώρα ακριβώς που θα δινόταν η πρεμιέρα του έργου «Ο ήχος του όπλου» της Λουλας Αναγνωστάκη, που λίγο καιρό πριν είχε αρχίσει να σκηνοθετεί στο «Υπόγειο», στο Θέατρο Τέχνης.Tο τελευταίο έργο του που δεν είδε στην παράσταση.
Ο ποιητής, ο μάγος Κάρολος Κουν είχε πει:«η αφετηρία και η βάση του θεάτρου, όπως και κάθε μορφής τέχνης, είναι η ποίηση και η μαγεία. Αν λείψουν αυτά, δεν υπάρχει θέατρο».
Κι αν λείψουν οι ποιητές και οι μάγοι του, έρμοι ορφανεύουν οι θεατές του…
Ο ποιητής, ο μάγος Κάρολος Κουν είχε πει:«η αφετηρία και η βάση του θεάτρου, όπως και κάθε μορφής τέχνης, είναι η ποίηση και η μαγεία. Αν λείψουν αυτά, δεν υπάρχει θέατρο».
Κι αν λείψουν οι ποιητές και οι μάγοι του, έρμοι ορφανεύουν οι θεατές του…