"ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΟΝΤΟΛΟΓΙΑ":"Το κύκνειο άσμα του Παναγιώτη Κονδύλη"
«Κοινωνική Οντολογία»:Το «κύκνειο άσμα» του Παναγιώτη Κονδύλη
ΡΗΞΗ Τ.63
Λίγο καιρό πριν χάσουμε τον Παναγιώτη Κονδύλη , είχε ήδη σχηματίσει ,όπως μας έλεγε , στην σκέψη του , το κύριο έργο του ,που ονόμαζε προσωρινά « Κοινωνική Οντολογία» .
Θα αποτελείτο από τρία μέρη και θα συμπύκνωνε όλα τα πορίσματα του στοχασμού του , πάνω στην κοινωνική θεωρία και φιλοσοφία.
Όπως γνωρίζουμε ο πρόωρος θάνατος του , δεν επέτρεψε να ολοκληρωθεί παρά μόνο το πρώτο μέρος , που αποτελείται από δύο τόμους. Το 1999 κυκλοφόρησε στο Βερολίνο και το 2007 στην Ελλάδα από τις Εκδόσεις Θεμέλιο σε μετάφραση του Λευτέρη Αναγνώστου με τον τίτλο : «ΤΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΚΑΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ: Βασικά στοιχεία της Κοινωνικής Οντολογίας » (Τόμος 1 ,Τόμος 2 σελ.943).
Ο επιμελητής της γερμανικής έκδοσης Falk Horst επαναλαμβάνει την επισήμανση του Κονδύλη πως « είχε όλο το περιεχόμενο έτοιμο στο μυαλό του και απλώς έπρεπε να το αντιγράψει από αυτό».
Θα περίμενε κανείς ότι με την ευκαιρία της έκδοσης ενός τόσο σημαντικού έργου θα γινόταν μια εξαντλητική συζήτηση τουλάχιστον από τις στήλες των σοβαρότερων εφημερίδων .Κάτι τέτοιο – καθ’ όσο γνωρίζουμε – δεν έγινε. Αυτό μπορεί να οφείλεται σε δύο λόγους .Πρώτον αυτοί που επιμελούνται τις σχετικές στήλες δεν γνωρίζουν με επάρκεια το έργο του Π. Κονδύλη ή και δεύτερο η δημοσιότητα στην χώρα μας είναι σε τέτοιο βαθμό υπό έλεγχο , ώστε κάποιοι όσο σημαντικοί και να είναι θα πρέπει να αποσιωπούνται ,αν δεν εναρμονίζονται με τις παραμέτρους της «πολιτικής ορθότητας » .
Παρ’ όλα αυτά το ενδιαφέρον για το έργο του Κονδύλη δεν έχει κοπάσει. Δεν αναφερόμαστε μόνο στα αφιερώματα που έχουν κάνει στο παρελθόν περιοδικά όπως η ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ ή το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων με πρωτοβουλία του Π. Νούτσου ή την συγκριτική εργασία του Γ.Φαράκλα για το έργο του Κονδύλη και του Ψυχοπαίδη ( που πέθανε και αυτός ξαφνικά , όπως θα θυμούμαστε στην παρουσίαση βιβλίου του Γ.Καραμπελιά η «Θεμελιώδης Παρέκκλιση» ) , ή άλλες μελέτες που δημοσιεύονται κατά διαστήματα , αλλά και τις πολυάριθμες ιστοσελίδες ελληνικές ή ξένες που αναφέρονται στον Π. Κονδύλη και στο έργο του.
Ο Κονδύλης με πυκνό και ώριμο τρόπο – που μαρτυρά μια εις βάθος διεπιστημονική γνώση του ευρωπαϊκού πολιτισμού αναφέρεται σε ένα μεγάλο εύρος θεμάτων της κοινωνικής φιλοσοφίας . Στα πλαίσια ενός περιορισμένου αναγκαστικά σημειώματος θα αναφερθούμε με ένα τρόπο επιλεκτικό , αλλά με την ελπίδα να προϊδεάσουμε για την σημασία του έργου του.
Κατ’ αρχήν αναφέρεται στην αντιπαράθεση του με την σκέψη του Χάμπερμπας : « δεν είναι διόλου ανάγκη να καταφύγουμε στη θεσμικά διασφαλισμένη ορθολογικότητα του συστήματος για να καταδείξουμε τα αδύνατα σημεία της επικοινωνιακής ουτοπίας και το ανέφικτο της θεμελίωσης της κοινωνικής ζωής πάνω στη συλλογιστική συζήτηση .Μια αποφασιοκρατική θεωρία των θεσμών λόγου χάρη - ως μια από μερικές κοινωνιοθεωρητικές εναλλακτικές δυνατότητες – θα μπορούσε να καταλήξει στα ίδια φρονιμευτικά συμπεράσματα στα οποία όντως είχε καταλήξει και πριν από τη θεωρία των συστημάτων » (Τόμος 1 ,σελ .37).
Επισημαίνει την κοινή καταγωγή από τον οικονομισμό τόσο του φιλελευθερισμού όσο και του μαρξισμού , ώστε « και ο μαρξισμός , αν θέλουμε να τον θεωρήσουμε αποκλειστικά από αυτή τη σκοπιά , ήταν απλώς ο φιλελεύθερος οικονομισμός οδηγημένος στις τελευταίες ιστορικές συνέπειες του» (Τόμος 1 ,σελ .53).Ταυτόχρονα στο πλαίσιο της μαζικής δημοκρατίας εντοπίζονται και άλλες συγκλίσεις όπως αυτή ανάμεσα στον οικονομισμό και την κυβερνητική , και τον οικονομικό και τον administrative man (διοικητικό, διαχειριστικό άνθρωπο ).Έτσι η ορθολογικότητα λαμβάνει ορισμένα χαρακτηριστικά καθώς συνδέεται με την ιδιοτέλεια των ατόμων και σημαίνει την μεγαλύτερη υπολογισιμότητα .Στην ολοκλήρωση αυτής της διαδικασίας « η κοινωνία ως όλον πρέπει να γίνει υπολογίσιμη ακόμη και επειδή τα ορθολογικά υπολογίζοντα άτομα που τη συνιστούν φαίνονται υπολογίσιμα » (Τόμος 1 ,σελ .55).Για να δώσει το τελειωτικό κτύπημα στην θεωρία της επικοινωνιακής δράσης του Χάμπερμπας ,θα την συνδέσει με τον οικονομισμό , διότι « επιτελούν αλληλοσυμπληρωματικές ιδεολογικές λειτουργίες , διαφέρουν στο περιεχόμενο η μια από την άλλη και παραταύτα ανήκουν στο ίδιο πλαίσιο όπως η κορώνα και τα γράμματα ενός κέρματος» (Τόμος 1 ,σελ .58).
Ο Κονδύλης θεωρεί ότι ενώ η μαζική παραγωγή ευνοεί την εργαλειακή ορθολογικότητα η μαζική κατανάλωση προάγει την « ατομιστική ηθική της άμεσης απόλαυσης και γενικά της «αυτοπραγματοποίησης ».Παράλληλα θεωρεί πως η αντίθεση ανάμεσα στην κοινότητα και την κοινωνία του Ταίνις έχει μυθικό χαρακτήρα , καθότι τα στοιχεία εκείνα που τις απαρτίζουν ,δεν μπορούν να διακριθούν αλλά τις συναντούμε τόσο στην «κοινωνία » όσο και στην «κοινότητα» . Παραδέχεται όμως ότι η « κοινότητα» ως πηγή έμπνευσης για ουτοπικά σχέδια κοινωνικής αλληλεγγύης επιζεί στις μέρες μας και τρέφει τόσο την « αριστερή » όσο και τη «δεξιά » κριτική του πολιτισμού , η οποία στρέφεται κατά της μη εποπτεύσιμης πολυπλοκότητας της σύγχρονης κοινωνίας που κάνει κάθε πρωτοβουλία να παραλύει » (Τόμος 1 ,σελ .78).
Η απορρόφηση του πολιτικού από το οικονομικό – που φαίνεται να απαντά στο αίτημα του φιλελεύθερου οικονομισμού και του χυδαιομαρξισμού- και των κρατών από την «παγκόσμια κοινωνία » δεν καταργεί το ζήτημα των πολέμων ,αντίθετα « το ειδικό πολιτικό πρόβλημα της κοινωνικής συνοχής και της κοινωνικής τάξης θα εξακολουθούσε να υφίσταται , και μάλιστα θα οξυνόταν χωρίς προηγούμενο » και εγγυημένα θα μετέτρεπε όλους τους εθνικούς πολέμους σε εμφύλιους.
Ένα θέμα που επιστρέφει έμμεσα είναι το ζήτημα του Διαφωτισμού , όπου ο Κονδύλης επαναλαμβάνει την σκέψη του Dilthey , που δεν πίστευε στον « μύθο για τον νοησιαρχικό Διαφωτισμό» (Τόμος 1 ,σελ .133).Από αυτό θα επεκταθεί στον κριτικό αναστοχασμό τής υπαρξιακής φιλοσοφίας και ιδιαίτερα στους Χάιντεγκερ και Μπούμπερ και θα ερμηνεύσει τον Μάρξ στην πολυμέρεια του έργου( ιστορικός – νομικός – φιλόσοφος- οικονομολόγος) , αναιρώντας έτσι την οικονομίστικη εκδοχή του έργου του.
Εξαντλητική είναι η κριτική του Κονδύλη , στον μεθοδολογικό ατομισμό ως προυπόθεση του νεοφιλελευθερισμού, στο κεφάλαιο οι «διδακτικές πλάνες του μεθοδολογικού ατομισμού» .Επισημαίνει ότι κάτω πολιτικές απαιτήσεις του ψυχρού πολέμου , η Δύση τσουβάλιασε μαζί τον ηττηθέντα εθνικοσοσιαλισμό με τον κομμουνισμό , γεγονός που έδωσε ώθηση στον μεθοδολογικό ατομισμό .Με αυτόν τον τρόπο : «ως ευαγγελιστές των φιλελεύθερων αξιών της πιεζόμενης Δύσης , ο Hayek και ο Popper απέκτησαν τη φήμη τους , ενώ η αντικειμενική τους συμβολή στην κοινωνική επιστήμη είναι περιθωριακή και ο πληροφορημένος αναγνώστης μάταια θα αναζητήσει στα βιβλία τους μεγάλες πρωτότυπες ιδέες .Πολύ πιο αποδοτική από την προσφορά τους είναι η ανάλυση των σφαλμάτων της σκέψης τους , τα οποία λόγω της στρατηγικής που εφάρμοσαν ήταν αναπόφευκτα , καθώς και ο Hayek και ο Popper κατά βάθος αντιστρέφουν απλώς τα περιεχόμενα και τα πρόσημα .Στον ολισμό ως πνευματικό πατέρα του «ολοκληρωτισμού αντιπαραθέτουν τον μεθοδολογικό ατομισμό ως ιδεατή διασφάλιση της ελευθερίας του ατόμου .» (Τόμος 1 ,σελ .193).Στην συνέχεια θα εξετάσει και άλλες εκδοχές του νεοφιλελευθερισμού όπως την «θεωρία της ορθολογικής επιλογής».
Κατόπιν θα ασχοληθεί με την διάκριση του εχθρού και του φίλου ως κύριας παραμέτρου της κοινωνίας ,αναιρώντας έτσι με αυτόν τον τρόπο την προσπάθεια του Κ.Σμίτ
Ο δεύτερος τόμος περιλαμβάνει δύο επιμέρους κεφάλαια την «κοινωνική σχέση ως μηχανισμό» και το κεφάλαιο «ορθολογικότητα , σύμβολο και γλώσσα στο πεδίο εντάσεων της κοινωνικής σχέσης».Με το δεύτερο κεφάλαιο μπαίνουμε στην καρδιά του προβληματισμού περί ορθολογισμού και ανορθολογισμού. Παρότι δεν ολοκληρώθηκε ποτέ , μπορούμε να ισχυριστούμε ότι ο Κονδύλης πρόβαλε να μας δώσει ορισμένες κρίσιμες πλευρές ενός θέματος που δεν έπαψε να απασχολεί τον στοχασμό από την εποχή τουλάχιστον του Ηράκλειτου. Όπως έγραφε « Στην κοινωνική ζωή δεν κυριαρχούν ούτε ο ανορθολογικός άνθρωπος ως άβουλος υπηρέτης των ορμών ούτε ο ορθολογικός άνθρωπος ως κύριος των ορμών .Επικρατεί ο άνθρωπος που ασκεί την ορθολογικότητα ως εκλογίκευση και έτσι παράγει μείγματα ή μορφές συνύπαρξης ( ή όπως θέλει κανείς να τα αποκαλεί ) εκείνων των στρωμάτων του χαρακτήρα του τα οποία εν μέρει για λόγους οικονομίας της σκέψης και εν μέρει με κοινωνικοηθική πρόθεση διαχωρίζουμε σαφώς ή αντιπαραθέτουμε το ένα στο άλλο» (Τόμος 2 ,σελ .759).