Η Ελλάδα βιώνει από το 2009 την οικονομική κρίση (που ξεκίνησε 30 χρόνια πιο πριν...). Πολλά έχουν γραφτεί και αναλυθεί, πολλοί έχτισαν καριέρες: αλ τσαντίρι, πολιτικάντηδες, αγανακτισμένοι και σωτήρες των 600 δις. Ο κοινός παρονομαστής όλων αυτών που θα «έσωναν την Ελλάδα» ήταν, είναι και θα είναι ένας: Η ικανοποίηση του ορατού κομματιού μιας παραπαίουσας ελληνικής κοινωνίας, που προσωπικά ονομάζω «τσιφτετελλάδα».
Οι ρίζες της τσιφτετελλάδας βρίσκονται από συστάσεως του ελληνικού κράτους. Είναι οι πνευματικοί απόγονοι του ραγιά-υπήκοου στον Οθωμανό κατακτητή. Παρτάκηδες, καλοπερασάκηδες, ευκολόπιστοι, «μαγκιά» μέχρι να τους τρίξουν τα δόντια και με βαθειά ριζωμένη την σχέση κράτους-συμφέροντος. Μέχρι το 1980 και κυρίως μέχρι την έλευση του ΠΑΣΟΚ στην κυβέρνηση, οι τσιφτετέλληνες -αν και ήταν μεγάλο ποσοστό- δεν μπόρεσαν λόγω συχνών πολέμων και ενός αυταρχικού (και πολύ προβληματικού) μετεμφυλιακού κράτους να αποδώσει και να δείξει στο 100% την νοοτροπία της. Κάπου-κάπου λόγω της ψευδεπίγραφης ελευθερίας, που εκπροσωπούσε, ταυτίστηκε με την γνήσια λαϊκή έκφραση των τραγουδιών, των αγώνων για δημοκρατία και για δικαιοσύνη των δεκαετιών 50, 60 και 70. Μόνο επιφανειακά-συνθηματικά...Γιατί βάθος, ούτε συνείδηση δεν είχε ούτε θα έχει ποτέ...
Το 1981 η τσιφτετελλάδα πήρε σάρκα και οστά: Η κυβέρνηση της Αλλαγής (sic), αντί να δώσει την ποθούμενη κοινωνική απελευθέρωση και δικαιοσύνη, δημιούργησε μία μεσαία τάξη (χρηματοδοτούμενη με δανεικά και επιδοτήσεις ΕΟΚ) κομματικής πελατείας μέσω κλαδικών, πρωτοφανούς πολιτισμικής παρακμής (βλ. σκυλάδικα, αφισοκολλήσεις, ρύπανση δημόσιων χώρων), ισοπέδωσης των πάντων και μηδενικής κοινωνικής ευαισθησίας. Έφτασαν σε σημείο μέσω του αυριανισμού (ενός ημιεπίσημου φορέα κυβερνητικής προπαγάνδας) να χυδαιολογούν έναντι του Χατζηδάκι, του Χορν και οποιουδήποτε αντιστεκόταν σε αυτούς. Ο Χατζηδάκις ήταν μία «δεξιά αδερφή, που δεν μπορούσε να πει το ρ» κι ο Χορν «δεξιός φασιστόγερος». Η Νέα Δημοκρατία (λόγω της φύσης αλλά και του σκοτεινού παρελθόντος της δεξιάς παράταξης) φυσικά δεν ήθελε και δεν μπορούσε να το σταματήσει. Το σημιτικό ΠΑΣΟΚ και η «μεσαία» ΝΔ μέσα από την πλαστή ανάπτυξη, δημιούργησαν το τέλειο μοντέλο τσιφτετέλληνα: Διορισμένος στο Δημόσιο με αμοιβή άνω των 1200 Ευρώ, μίζες, γρηγορόσημα, 4 αυτοκίνητα, ανάγνωση κωστοπουλικών εντύπων (βλέπε Nitro), 10 πιστωτικές, δάνεια, γυναίκα+γκόμενα-ες, ταξίδια στο εξωτερικό, διακοποδάνεια και 4-5 νύχτες της εβδομάδας στα τσιφτετελάδικα να παίζει λουλουδοπόλεμο. Κύριο χαρακτηριστικό της υπεροχής ενός τσιφτετέλληνα είναι το χρυσό ρόλεξ και η γνωριμία με το κάθε είδους τραγουδιάρη-ας ή μετρ. Οι Ολυμπιακοί αγώνες (βλέπε Καλατράβα) και το Euro 2004 τον έκαναν άτρωτο: Όλη υφήλιος πρέπει να τον προσκυνά, γιατί είναι «μάγκας» και «νταής». Οι πινακίδες «προσεχώς Βουλγάρες» είχαν την τιμητική τους στην ελληνική επαρχία που τρεφόταν ως επί το πλείστον από κοινοτικές επιδοτήσεις. Ο τσιφτετέλληνας ήθελε το ίδιο για το παιδί του, κανόνας το κατ εικόνα και καθ ομοίωσή του: Του έμαθε να είναι με όλους και με όλα, να κοιτάει το προσωπικό συμφέρον, να μπει σε ένα τμήμα πανεπιστημίου γιατί ο βουλευτής μετά μέσω stage θα το διορίσει. Φυσικά, στρατιωτική θητεία στα 50 μέτρα από το σπίτι (με μέσον). Αυτοκίνητο στα 18 και σκι στο St. Gallen μαζί με γόνους πλουσίων οικογενειών. Και φυσικά η Ελλάδα του κατ επάγγελμα αριστερού-αφισοκολλητή-καταληψία που βολεύεται ήδη από τα 20 του (η αντίστοιχα του δεξιού τμηματάρχη με τζάμπα κινητά και μισθό). Και φυσικά 17 Νοέμβρη διαδηλώνουμε εναντίον της χούντας...
Αυτή είναι η μία όψη. Η άλλη όψη (η μη ορατή) είναι η «Ελλάδα των χαζών». Μία Ελλάδα που ξέρει τί σημαίνει αγώνας για επιβίωση. Τί σημαίνει περηφάνεια και τί φιλότιμο. Μία Ελλάδα που αγωνίζεται. Αυτή η Ελλάδα είτε φυτοζωούσε, είτε έβγαζε λίγα είτε έφευγε στο εξωτερικό. Είναι η Ελλάδα που έβγαλε σωστούς επαγγελματίες, επιστήμονες, νοικοκυρές, στρατιωτικούς και έβγαλε σωστούς ανθρώπους για –άλλες- κοινωνίες. Μία Ελλάδα που κατηγορήθηκε από την τσιφτετελληνική όψη ως ξεπερασμένη και ξενέρωτη: Ποιά οικογένεια από την στιγμή που μπορείς να απολαμβάνεις όποια γυναίκα και άντρα θες; Ποιά ανατροφή, όταν τα παιδιά τα καταφέρνουν μέσα από ένα τηλέφωνο του μπαμπά σε κάποιον πολιτικάντη; Ποιά πατρίδα, από την στιγμή που είναι κάτι ξεπερασμένο και «φασιστικό». Ποιός Καζαντζίδης μωρέ, ο καταθλιπτικός; Μητροπάνος και μόνο το Αλοίμονο. Ποιό φιλότιμο ρε, ο τάδε έκλεψε από την υπηρεσία του 500000 Ευρώ και δεν άνοιξε ρουθούνι. Ποιά εκκλησία ρε; Είναι δυνατό να πιστεύεις στον Θεό; Ποιά Αρχαία Ελλάδα ρε; Ποιός είσαι ο Λιακόπουλος ή κάποιος φασίστας; Η Ελλάδα των χαζών πάλευε συνέχεια με την τσιφτετελλάδα. Και πάντα έχανε και θα χάνει. Νομοτελειακά, η Ελλάδα των χαζών έμαθε να υποκύπτει, φοβούμενη τις αντιδράσεις και φυσικά το δικό της μέλλον. Δεν απέκτησε ποτέ κυρίαρχα χαρακτηριστικά, γιατί πάντα βρίσκονταν πολιτικάντηδες που την έπειθαν (και θα την πείθουν) ανά εκλογική αναμέτρηση. Μιά Ελλάδα «εντός εκτός κι επί τα αυτά» στον νεοελληνικό δύσοσμο και σάπιο μεαπολιτευτικό συρφετό. Την ονομάζω ως «Η Ελλάδα των χαζών», γιατί χλευάστηκε από τους cool τσιφτετέλληνες ως banal και γιατί δεν αντέδρασε ΠΟΤΕ στην σαπίλα.
Όλο το σύστημα κυνηγάει να αναστήσει την τσιφτετελλάδα που υλοποίησε ο Αντρέας, γιγάντωσε ο Σημίτης, κράτησε ο Καραμανλής και αναζωπυρώνει ο Τσίπρας. Η αιτία του τέλματος της χώρας είναι η διατήρηση στο προσκήνιο των «κεκτημένων» της τσιφτετελλάδας. Οι κρατικοδίαιτοι κομματοκύνες, οι καθαρίστριες του ΥΠΟΙΚ, οι ΔΕΚΟ, οι επίορκοι, οι ζητώντες φακελάκια από άπορους, οι «αγωνιστές του Πολυτεχνείου» (που τώρα διαπρέπουν στις καπιταλιστικές ΗΠΑ), οι τραγουδιάρηδες είναι τοτέμ του συστήματος. Είναι το κάμελοτ της ύπαρξής τους. Λόγω της πνευματικής τους κατάντιας (εκτός από Nitro και ΟΚ δεν έχουν διαβάσει τίποτα στη ζωή τους) και της πολιτισμικής τους μιζέριας (τηλεθεατές της Τατιάνας, νοσταλγοί της glamorous Μυκόνου, θαυμαστές της Louis Vuitton και φοροδιαφευγόντων τραγουδιάρηδων) δεν έχουν αντιληφθεί τί διακυβέυεται. Το 70% του πληθυσμού αναπολεί το 2004 που πήγαινε μπουζούκια, ξόδευε και έπαιρνε μισθούς παχυλούς...
Δυστυχώς αδέρφια, δεν υπάρχει σωτηρία. Η μαύρη τρύπα του τσιφτετελληνικού κατεστημένου καλά κρατεί και ρουφά τα πάντα. Η Ελλάδα των «χαζών» μεταναστεύει ή αυτοκτονεί ή ζει με ζόρια. Μην τρέφετε αυταπάτες...Η Ελλάδα στο τέλμα.
Δημήτρης Αμπατζίδης
………………………………………………………..
Δημήτρη,
(Αυθαίρετο φιλικό υστερόγραφο από γρηγόρη κλαδούχο)
1.το κείμενό σου έχει περισσότερο απολογιστικά χαρακτηριστικά. Υγιή αγανάκτηση, δηλαδή απόρριψη μίας ψεύτικης ζωής και συμπεριφοράς από το καταστροφικό διδασκαλείο της πολιτικής και της εκπαίδευσης.
Απαιτείται μία ψύχραιμη ερμηνεία του ΠΑΣΟΚ, ή των πολλών ΠΑΣΟΚ. Το ΠΑΣΟΚ ξεκίνησε από κάπου και έφθασε αλλού. Έδωσε μάχες, σε λίγες κέρδισε, αλλά έχασε τον πόλεμο.
Γενικά, το πέρασμά του ήταν μία οδυνηρή εμπειρία. Στην διαχείριση Σημίτη ο τερατομορφισμός έφτασε σε μίζες, διαφθορά, διαπλοκή, χρηματιστήρια, στον απανθρωπισμό της πολιτικής. Μαζί με την αξιολόγηση του ΠΑΣΟΚ λίγοι τολμούν να κάνουν μια σοβαρή αποτίμηση του πρόσφατου πολιτικού κύκλου. Αυτό απωθείται σαν μια επικίνδυνη συναναστροφή. Ακούγονται αναθεματισμοί, πολλοί εκφράζουν νοσταλγία. Πρέπει να ξεπεράσουμε το χθες και τους ανθρώπους του.
- Μου τα χάλασες όπως κατέταξες πολιτισμικά τον Μητροπάνο. Όταν ήμουν στην Ιταλία, φέρναμε δίσκους από την Ελλάδα και ο πόνος της πατρίδας απαλυνόταν (επειδή είσαι και Βορειοελλαδίτης και σπούδασες στη Θεσσαλονίκη) ακούγοντας τον δίσκο του με τον Γ. Ζαμπέτα και τον Η. Ηλιόπουλο: « θα πάρω το αμάξι μου, στην τσέπη χαρτζιλίκι/κι απόψε τα μεσάνυχτα θαρθώ Θεσσαλονίκη…»
- Δημήτρη, είσαι μέσα στην καρδιά μας.
Ο ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΑΜΠΑΤΖΙΔΗΣ είναι τοπογράφος μηχανικός που λένε ότι «έφυγε», αλλά (όπως και χιλιάδες άλλα παιδιά) η Ελλάδα τον έδιωξε στην Γερμανία.
Συντονίζει την σελίδα https://www.facebook.com/groups/GrSurveyors/
Πρώην Research Associate I στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
Σπούδασε PhD in Geodesy στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
Εργάζεται: Federal Agency for Cartography and Geodesy
Frankfurt am Main, Germany