ενδείξεις - αντενδείξεις





πρός τό δεῖν οὕτω



Προηγούμενα εὕσημον λόγον δῶτε








by : tinakanoumegk


Δωρεάν οι αρχαίες ελληνικές τραγωδίες στο διαδίκτυο, σε ελληνικά και αγγλικά!

Μια εξαιρετική δουλειά, μας δίνει τη δυνατότητα να κατεβάσουμε δωρεάν όλες τις αρχαίες τραγωδίες και μάλιστα σε πρωτότυπο κείμενο, σε νέα ελληνικά αλλά και σε αγγλικά!
 Αναζητώντας τις πνευματικές ρίζες κάθε σκεπτόμενου ανθρώπου σε τούτο τον πλανήτη, το ηλ. περιοδικό 24grammata.com και το Φιλολογικό Φροντιστήριο “Γιώργος Δαμιανός" δούλεψαν με την ελπίδα ότι τούτη η σελίδα θα καταλήξει στα χέρια ανθρώπων που θέλουν να φτιάξουν έναν καλύτερο κόσμο.
Κατεβάστε όποια τραγωδία θέλετε πατώντας εδώ


Thessaloniki Arts and Culture  http://www.thessalonikiartsandculture.gr
by : tinakanoumegk


Η αγροτική εξέγερση των σταφιδοπαραγωγών της βορειοδυτικής Πελοποννήσου αποτελεί πρόκληση κρίσης και αντίκρισης. Η ασφάλεια που παρέχει η απόσταση του χρόνου δίνει την δυνατότητα πολύεδρων επόψεων ανάλογα πάντα με τις προθέσεις και τις προσδοκίες μας. Άλλοτε εναποθέτουμε τα γεγονότα στον αστερισμό του μύθου, ωραιοποιώντας και ηρωοποιώντας, άλλοτε ταεπιστημονικοποιούμε” αποστειρώνοντας τα από την ιδιαίτερη τους γενεσιουργία και άλλοτε τα εξισώνουμε με διαφορές και ομοιότητες από το σήμερα. Η αντπαράθεση των γεγονότων μιας περασμένης εποχής απέναντι στα σημερινά αδιέξοδα, τις εθιμοτυπικές διαμαρτυρίες του αγροτικού κόσμου, και στην γενικευμένη “στεγανότητα” των κοινωνικών ομάδων είναι ένας τρόπος να κατανοήσουμε πληρέστερα και τις δύο εποχές.
Ο “πυρετός της σταφίδας”
Στο τελευταίο μισό του 19ου αιώνα η παραγωγή και η εξαγωγή σταφίδας σημείωσε στην βορειοδυτική Πελοπόννησο εκπληκτική άνοδο ιδιαίτερα μετά την αγροτική μεταρρύθμιση και τη διανομή της εθνικής γης (1871) δημιουργώντας ένα ευρύτατο πλέγμα από μικρούς ιδιοκτήτες και εμπόρους γύρω από την αμπελουργία, την παραγωγή και τη διακίνηση της σταφίδας μέχρι και τα ευρωπαϊκά λιμάνια. Άμεση  συνέπεια  της  αγροτικής μεταρρύθμισης και της υψηλής τιμής της σταφίδας στις ευρωπαϊκές χώρες ήταν η αλματώδη ανάπτυξη  του εμπορίου της  και η στροφή σχεδόν ολόκληρου του αγροτικού πληθυσμού στην καλλιέργεια της κορινθιακής σταφίδας που απέδιδε, παρά το μεγάλο κόστος παραγωγής της, μεγάλα κέρδη1 (75.000 τόνους παραγωγής σταφίδας το 1870 ). Η  σταφίδα θα  αποτελέσει το  κύριο  εξαγωγικό  προϊόν  της  χώρας  και  θα  δημιουργήσει  για τρεις επιπλέον δεκαετίες εισοδήματα, θέσεις απασχόλησης και μεγάλα κέρδη στη Βόρεια και τη Δυτική Πελοπόννησο. Η Γαλλία αποδείχθηκε καθοριστικός παράγοντας για την ανάπτυξη και την κρίση της σταφίδας καθώς όταν επλήγησαν οι γαλλικές αμπελοκαλλιέργειες από φυλλοξήρα, στράφηκε εναγωνίως προς την εισαγωγή σταφίδας απαραίτητης για την οινοπαραγωγή της. Η ζήτηση αυτή ανακόπηκε απότομα όταν το 1893 τα γαλλικά αμπέλια θεραπεύτηκαν και επιβλήθηκε από τον Ιανουάριο του 1892 από τον Jules Meline υπουργό της Γαλλίας δασμολόγιο. Το μέτρο αυτό ανήκε στην κατηγορία του προστατευτισμού που η Γερμανία είχε εγκαινιάσει το 1879 και μία μετά την άλλη το υιοθετούσαν και οι υπόλλοιπες ευρωπαϊκές χώρες .
Η πτώση της ζήτησης της σταφίδας ήταν απότομη, (στο λιμάνι του Λίβερπουλ η τιμή ενός εκατόλιτρου σταφίδας από 21 σελίνια που κόστιζε το 1892 έπεσε στα 6 σελίνια το 1893, τιμή που δεν κάλυπτε ούτε τα έξοδα μεταφοράς) και βρήκε την αγροτοκοινωνία της βορειοδυτικής Πελοποννήσου απροετοίμαστη χωρίς οργανωμένο αγροτικό συνδικαλισμό και χωρίς να είχαν αναπτυχθεί αγροτικοί συνεταιρισμοί που να αναλάμβαναν την διανομή της σταφίδας και να συγκρατούσαν τους οικονομικούς κραδασμούς της άστατης αγοράς. Η πτώση των αγροτικών τιμών και της έγγειας προσόδου, το βάρος των χρεών και των φόρων, η φτώχεια σε ολόκληρα χωριά που επεκτεινόταν στα όρια του πάνδημου λιμού έφεραν αντιμέτωπο τον αγροτικό κόσμο της βορειοδυτικής Πελοποννήσου με συνθήκες πρωτοφανούς απελπισίας. Στην προσπάθεια τους να αποφύγουν την φτώχεια οι αγρότες προσφύγανε στην μετανάστευση και σημειώθηκε μεγάλη μετακίνηση των αγροτικών πληθυσμών προς τα κέντρα χωρίς όμως αυτό να λύνει, αλλά τουναντίον να συμβάλει, στο πρόβλημα των χρεών και των οφελών. Ενώ όσοι έμειναν, και ήταν αναγκαστικά οι περισσότεροι, προσπάθησαν να στραφούν σε ένα πιο συντηρητικό τρόπο ζωής και στην αυτοκατανάλωση. Η σταφιδική κρίση δεν έμεινε μόνο στα πλαίσια των αγροτικών χωριών και έπληξε παράλληλα και τον υπόλοιπό πληθυσμό των γύρω περιοχών που διατηρούσε οικονομικές σχέσεις με τους σταφιδοπαραγωγούς διευρύνοντας ένα φαύλο κύκλο και προλειαίνοντας τον δρόμο για την κοινωνική αγανάκτηση.  Η σύγκρουση πρώτα με τους τοκογλύφους και τους εμπορομεσάζοντες και έπειτα με τον φορολογικό και κατασταλτικό μηχανισμό του κράτους ήταν αναπόφευκτη. Στο φύλλο της 22ας Δεκεμβρίου του 1894 η εφημερίδα Ακρόπολις προειδοποιούσε “Από τον κόσμο της πείνης. Προσοχή εις την Ηλείας. Χωριά γημνητευονται και πεινώντα. Πάνδημαι απειλαί κοινωνικών εξεγέρσεων“.

Εξέγερση της απελπισίας
Τα βίαια και αιματηρά γεγονότα που ακολούθησαν την σταφιδική κρίση το 1893-1905 ήταν, εκτός των άλλων, και αποτέλεσμα δύο μεγάλων ελλείψεων οργάνωσης του αγροτικού κόσμου.  Η οικονομική ανάπτυξη που είχε επιφέρει η εξαγωγή της σταφίδας είχε μεταφέρει το κέντρο βάρος της αγροτικής παραγωγής από την οικοαυτάρκεια της πολυκαλλιέργειας σε αυτό της εντατικής μονοκαλλιέργειας γύρω από την αμπελουργία καθιστώντας όλο τον αγροτικό πληθυσμό της βορειοδυτικής Πελοποννήσου εξαρτημένο από την σταφίδα. Οι αγρότες της Πελοποννήσου στην συνεχόμενη ζήτηση που είχε η σταφίδα από τα λιμάνια του Λίβερπουλ, του Άμστερνταμ, της Οδησσού και άλλων ευρωπαϊκών πόλεων αποφασίζουν να ξεριζώσουν όλες τις άλλες φυτείες και τα δέντρα τους, προκειμένου να φυτέψουν παντού αμπέλια για να καλύψουν την αιφνίδια γαλλική ζήτηση που προέκυψε κυρίως κατά τη δεκαετία του 1880. Η αναβάθμιση της παραγωγής από το επίπεδο του οίκου σε αυτό της συγκεντρωμένης εξαγωγής δεν συνοδεύτηκε από αντίστοιχο επίπεδο οργάνωσης των αγροτών και όπως αναφέραμε δεν αναπτύχθηκαν ούτε συνδικαλιστικές οργανώσεις ούτε αγροτικοί συνεταιρισμοί οι οποίοι θα οργανώνανε την παραγωγή και την διανομή της σταφίδας και θα απορροφούσαν το βάρος των χρεών και των κρίσεων.  Σε αυτή την ανεπάρκεια θα πρέπει να συμπληρώσουμε και την απουσία αγροτικού κόμματος στην περίοδο της σταφιδικής κρίσεως, που παρά το έντονο αγροτικό στοιχείο στην Ελλάδα απουσίαζε για να μπορεί να παρακολουθεί τα προβλήματα του αγροτικού κόσμου και να τα μεταφέρει στο πεδίο του κοινοβουλίου. Χαρακτηριστικό δείγμα αυτής της ανεπάρκειας ήταν οι οξύτατες αντιπαραθέσεις στο κοινοβούλιο μεταξύ Θεσσαλών και Πελοποννήσιων βουλευτών για το αν θα προταθεί το νομοσχέδιο για το σιτάρι ή τη σταφίδα (εφ. Ακρόπολις 8 Ιουνίου 1904). Οι βουλευτές της Πελοποννήσου κατηγορούσαν τους βουλευτές της Θεσσαλίας πως οι σιτοπαραγωγοί θέλανε να αυξήσουν την τιμή του σιταριού επιβάλλοντας νέα φορολογία στο εισαγόμενο σίτο του “λεηλατημένου και πασχόντος λαού“.
Η σταφιδική κρίση περιλαμβάνει σταφιδοπαραγωγούς, εμφυτευτές, εποχιακούς, υπηρέτες, σταφιδοεμπόρους, όλα εκείνα τα επαγγέλματα που βρίσκονται σε οικονομικό πλέγμα με τους σταφιδοπαραγωγούς και τα κατώτερα στρώματα των πόλεων και κυρίως τους χωρικούς που πλήττονταν από φτώχεια. Ξεκινώντας ως μια αγροτική κινητοποίηση η κρίση της σταφίδας μετατράπηκε με γρήγορους ρυθμούς σε μια τοπική εξέγερση πάνδημου χαρακτήρα.
Τα πρώτα σημάδια της εξέγερσης του 1893 ξεκίνησαν με την τυπική μορφή ενός ξεσπάσματος οργής. Αυθόρμητες αρνήσεις υπακοής και εξοφλήσεων σε κρατικούς οικονομικούς υπαλλήλους συνόδευσαν βίαιες επιθέσεις των χωρικών εναντίον φοροεισπρακτόρων, δικαστικών κλητήρων ή αστυφυλάκων με σκοπό την εκδίωξη τους όταν αυτοί επιχειρούσαν να εκτελέσουν κατασχέσεις κτημάτων ή εσοδείας. Τα συλλαλητήρια που ακολουθούν είναι πρωτόγνωρα για τον χαρακτήρα και τη μαζικότητα τους, γίνονται συνήθως προς τράπεζες ή προς ιδιώτες τοκογλύφους και σε όλες τις περιπτώσεις  επαναλαμβάνουν το ίδιο αίτημα για αναστολή των εισπράξεων και των άμεσων φόρων. Από την εφημερίδα Ακρόπολη στο φύλλο της 3ης Ιανουαρίου 1895 διαβάζουμε: “Εν Πύργο και εν Ηλεία εν γένει εκηρύχθει δικαιοστασίαν. Ουδεμία απόφασις δικαστική εκτελείται, δικαστικός δέ κλήτηρ δεν τολμά να εξέλθη προς εκτέλεσιν ουδέ εαν συνοδεύεται με τάγμα ολόκληρου χωροφυλάκων“. Οι εξεγερμένοι δεν μένουν μόνο σε μορφές διαμαρτυρίας αλλά εκδηλώνουν και χαρακτηριστικά κοινοτικής αλληλεγγυότητας ανάλογης με τους αγώνες κατά της οθωμανοκρατίας. Υποστηρίζουν και κρύβουν φυγόδικους για χρέη. Πάλι από την ίδια εφημερίδα της 1η Ιουλίου 1895: “Ιωάννην Μπαρκούλιαν οφειλέτην δημοσίου συλληφθέντα παρά αστυνομικών οργάνων δυνάμει εντάλματος, πλήθος αφήρπασε χειρών αστυφυλάκων, ερρωμένως αντιστάτων. Ευτυχώς ουδέν απευκταίου.” Αδυνατώντας να ανταπεξέλθουν στα χρέη και τα οικονομικά βάρη οι οφειλέτες όσο μπορούν κρύβονται στα χωριά ή καταφεύγουν στα βουνά ενώ οι χωρικοί μπροστά στην εμφάνιση της χωροφυλακής συσπειρώνονται και απαντούν με βία. Η άρνηση πληρωμών κατά την σταφιδική κρίση έφτασε σε τέτοιο σημείο όπου οι αρχές επιδόθηκαν σε ένα σαφάρι φοροδικών.  Βιαιότητες ακολουθούν εκατέρωθεν χωρίς να λείψουν τα θύματα: “Φοβούμεθα πολύ αυτό το χυθέν εν Ηλεία αίμα….το φοβούμεθα και το αποτροπιαζόμεθα. Άνθρωπος οφείλει εις το δημόσιον. Όργανα του δημοσίου καταδιώκουν τον οφειλέτην και τον σκοτώνουν διότι….δεν έχει να πληρώσει”.

Οι αναρχικοί της Ελληνικής Δημοκρατίας
Σημαντική συμβολή στα γεγονότα της σταφιδικής κρίσης του 1893-1905 είχε το διάχυτο κίνημα των αναρχοσοσιαλιστών με έδρα τους την Πάτρα και τον Πύργο. Η Πάτρα έγινε από πολύ νωρίς κέντρο ανάπτυξης σοσιαλιστικών ιδεών σε αντιπαράθεση με τις υπόλοιπες πόλεις της χέρσας Ελλάδας. Σε αυτό συνέβαλε ασφαλώς το γεγονός πως η Πάτρα αποτελούσε ανέκαθεν φιλόξενο λιμάνι για Ιταλούς κυρίως αυτούς που ήλθαν μετά την επανάσταση του 1848 και μετέφεραν μαζί με τις αποσκευές τους και τις νεαρές τότε σοσιαλιστικές ιδέες. Οι αναρχικοί της Πάτρας και της Αχαΐας είχαν συγκροτήσει τον “Δημοκρατικό σύλλογο Πατρών” με όργανο τους εφημερίδα με τίτλο “Ελληνική Δημοκρατία”.  Στο μοναδικό της φύλλο τον Μάιο του 1877 είχαν τυπώσει ένα είδος προγράμματος που εξέφραζε ιδέες ενός ουμανιστικού αναρχισμού και το καταστατικό του “Δημοκρατικού συνδέσμου του λαού”. Σε ποιό βαθμό επέδρασαν και υποκίνησαν οι αναρχοσοσιαλιστές την αγροτική εξέγερση; Αυτό είναι πραγματικά δύσκολο να απαντηθεί. Είναι σίγουρο πως τα δύο φαινόμενα συνέπεσαν ιστορικά στον ίδιο χρόνο και στο ίδιο περιβάλλον. Η Καίτη Αρώνη-Τσίχλη υποστηρίζει πως αυτές οι μορφές αγροτικής διαμαρτυρίας αποτελούν πάγια τακτική των αγροτικών πληθυσμών και απαντιούνται και σε άλλες χώρες όπως τις περίφημες Ζακερί (jacquerie) των γαλλικών αγροτικών εξεγέρσεων. Εξάλλου από τα ίδια τα αιτήματα και το περιεχόμενο των αγροτικών αγώνων υπάρχει σαφής απόσταση από το πρόγραμμα των αναρχοσοσιαλιστών.  Τα αιτήματα των σταφιδοπαραγωγών ήταν κυρίως παρεμβατικής φύσεως και ζητούσαν από το κράτος την λήψη συγκεκριμένων μέτρων για την απαλλαγή ή τον διακανονισμό των χρεών τους. Τα χρέη αυτά ήταν είτε προς το δημόσιο είτε προς την τράπεζα ή προς τους τοκογλύφους και μαζί με την απαλλαγή τους από αυτά οι σταφιδοκαλλιεργητές ζητούσαν να σταματήσουν οι δικαστικές διώξεις των φυγοδικών. Η Καίτη Αρώνη-Τσίχλη γράφει χαρακτηριστικά “οι σταφιδοπαραγωγοί  δεν επιδιώκουν να αλλάξουν το καθεστώς, αλλά μόνον να καταγγείλουν ότι δεν τους αντιπροσωπεύει σε αυτό. Το κράτος δεν εκλαμβάνεται ως έκφραση μιας κυριαρχίας τάξης αλλά ως η μη-έκφραση του Αμπελουργικού κόσμου”.
Ωστόσο προγενέστεροι μελετητές είναι πιο φιλικοί στην ιδέα της συμβολής των αναρχοσοσιαλιστών στην ανάπτυξη της σταφιδικής εξέγερσης αν και θα πρέπει να μην παραβλέπουμε την υπόθεση πως ίσως αυτό να οφείλεται πως και οι ίδιοι ήταν φιλικοί απέναντι στις σοσιαλιστικές ιδέες και άρα βλέπανε πιο ευνοϊκά μια μπλανική ερμηνεία της εξέγερσης. Έτσι ο Γιάννης Κορδάτος, από τα ηγετικά μέλη του ΣΕΚΕ (προκάτοχου του ΚΚΕ), στο βιβλίο του Η Ιστορία του αγροτικού ζητήματος γράφει: “Όσο κι αν οι οργανώσεις αυτές από τις τότε συνθήκες είχαν μικρές επιρροές έριξαν αρκετό σπόρο και δημιούργησαν ανάμεσα στους εργάτες αρκετά στελέχη που στάθηκαν πρωτοπόροι στον αγώνα της μωριαΐτικης αγροτιάς“. Αλλά και ο ίδιος δέχεται στην συνέχεια τον αυθόρμητο και μη οργανωμένο χαρακτήρα των σταφιδοκαλλιεργητών. Την ίδια αμφισημία κάνει και ο Κώστας Βεργόπουλος το 1975 στο δικό του έργο το Αγροτικό ζήτημα στην Ελλάδα όπου υποστηρίζει την άμεση επίδραση των “ελευθεροσοσιαλιστικών οργανώσεων στην βόρειο-δυτκή Πελλοπόνησο” αλλά ταυτόχρονα σημειώνει πως “ανέκαθεν στην Ελλάδα αιματηρές εξεγέρσεις αγροτών είχαν έκδηλα στοιχεία αγροτικού αναρχισμού“. Ενώ ο Γ. Λεονταρίτης στο Ελληνικό σοσιαλιστικό κίνημα κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, (Αθήνα, Εξάντας, 1978) είναι κατηγορηματικά αρνητικός προς τις παραπάνω υποθέσεις. Οι αγροτικές εξεγέρσεις, γράφει, “αντανακλούσαν προ-πολιτικές πράξεις διαμαρτυρίας των χωρικών κατά της φτώχειας και της καταπίεσης. Εμβρυώδεις κοινωνικές διαμαρτυρίες χωρίς καμιά οργανωμένη ριζοσπαστικοποίηση εμπνευσμένη από ιδεολογικά πρότυπα”.
Όπως και αν έχει τα δύο φαινόμενα άσχετα με αν είναι ο “αγροτικός αναρχισμός” αυτός που ενέπνευσε τους πρώιμους σοσιαλιστές ή οι “ελευθεροσοσιαλιστικές ιδέες” αυτές που “διαμόρφωσαν μια κοινή γλώσσα με τους αγρότες” σίγουρο είναι πως συγκατοίκησαν μέσα στο ίδιο το γεγονός και δράσανε σε παρόντα χρόνο και αλληλοεπικαλυπτικά. Άλλωστε στις μεγάλες ένοπλες διαδηλώσεις των αμπελουργών το ελληνικό κράτος απάντησε με συλλήψεις αναρχικών μαζί με αγροτών καταδικάζοντας τους σε πολλά χρόνια φυλάκισης. Ενώ πολλές μεμονωμένες πράξεις βίας οι οποίες έφεραν επάνω τους το στίγμα της τρομοκρατίας της εποχής δεν έλειψαν όπως η σημαντικότερη όλων της δολοφονίας με μαχαίρι του τραπεζίτη Διονύσιου Φραγκόπουλου και τον τραυματισμό του σταφιδοέμπορου Ανδρέα Κόλλα από τον σανδαλοποιό αναρχικό Δημητρη Ματσάλη στην πλατεία Γεωργίου Α΄της Πάτρας το 1896. Τα γεγονότα αυτά σηματοδοτούν την άνοδο του αναρχικού κινήματος δίπλα στην επιτυχία της αγροτικής εξέγερσης.

Η κοινωνιολογία της εξέγερσης της σταφίδας
Η συμμετοχή και άλλων κοινωνικών στρωμάτων στην εξέγερση των σταφιδοκαλλιεργητών συνέβαλε και στην εύρεση άλλων και νέων μορφών αγώνα και διεκδίκησης. Σύλλογοι, επιτροπές συλλαλητηρίων, διοργανώσεις κινητοποιήσεων και υπομνήματα στέλνονται προς τον βασιλιά, τη Βουλή και την κυβέρνηση. Στην Βουλή οι βουλευτές των σταφιδοπαραγωγικών περιοχών σπάνε την κομματική πειθαρχία και Τρικουπικοί και Δελληγιανικοι βουλευτές συνασπίζονται και προβάλουν μαζί τις διεκδικήσεις των περιοχών τους. Το κράτος τελικά υιοθετεί μετά από όλη αυτή την κατάσταση ένα είδος παρεμβατικής πολιτικής που παλινδρομεί μεταξύ της ατολμίας και της απροθυμίας του να την εφαρμόσει κυριολεκτικά. Επιχειρεί περιστασιακά ελαττώσεις ή παραγραφές χρεών, ιδρύει την Σταφιδική τράπεζα, ασκεί παρεμβατική πολιτική ιδρύοντας τον Αυτόνομο Σταφιδικό Οργανισμό και παίρνει μια σειρά από άλλα μέτρα με την ίδρυση της “Ενιαίας προς προστασίαν της παραγωγής και της εμπορίας της σταφίδας”.
Σε αντίθεση με την ιδεολογική σταθερά της ταξικής ανάλυσης τα γεγονότα το 1893-1905 αποτέλεσαν περισσότερο ένα κίνημα ένωσης τάξεων με τοπικό χαρακτήρα παρά μια αμιγώς ταξική πάλη. Η κρίση της σταφίδας συσπείρωσε μαζί όλους τους πληγωμένους πληθυσμούς ανεξαρτήτως της επαγγελματικής ή κοινωνικής θέσης τους αντιμέτωπους με την πλεονεξία των κερδοσκόπων σταφιδομεσαζόντων, τους ιδιώτες τοκογλύφους και τον φορομπηχτικό και κατασταλτικού μηχανισμού του ελληνικού κράτους. Ο τονισμός αυτής της συνεργασίας των τάξεων χρωματίζει όλα τα συλλαλητήρια και τονίζεται σε κάθε αναφορά από τις εφημερίδες της εποχής Ακρόπολις, Λαϊκή, Νεολός και Πελοπόννησος,“όλαι αι τάξεις είναι υπέρ της σταφίδας και τα συλλαλητήρια είναι πάνδημα“. Το αγροτικό κίνημα κατά την σταφιδική κρίση επεκτάθηκε γρήγορα από ένα κίνημα σταφιδοπαραγωγών σε ένα γενικότερο κίνημα τοπικής υπεράσπισης. Αυτό το στοιχείο προβάλλεται συνεχώς από την αρθρογραφία των εφημερίδων, τα ψηφίσματα και τις αποφάσεις των συλλαλητηρίων και των συλλόγων ακόμη και από την τοπική προέλευση των συμμετεχόντων στο κίνημα. Πόλη και ύπαιθρος κατά τη σταφιδική κρίση δεν παρουσίασαν κανένα στοιχείο αντίθεσης. Η διαφορά δομών και ιδεολογιών σύμφωνα με τους υφιστάμενους τρόπους ζωής των δύο αυτών κόσμων δεν εμπόδισαν την ενότητα των επιθυμιών που έφερε τους σταφιδοπαραγωγούς και τους κατοίκους των πόλεων στην ίδια σύμπλευση επιδιώξεων και στόχων.
Αντί επιλόγου παραθέτουμε από την Καίτη Αρώνη-Τσίχλη:
“Τελειώνοντας θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε το κίνημα των σταφιδοπαραγωγών επαρχιών της Πελοποννήσου κατά την σταφιδική κρίση ως απολίτικο. Θα μπορούσαμε επίσης να προσθέσουμε ότι οι σταφιδοπαραγωγοί προβλήθηκαν ως το σύμβολο όσων θεωρούνταν ότι αδικούνται από την υπόλοιπη κοινωνία. Κίνημα εξέγερσης κατά της οικονομικής καταστροφής και της εξαθλίωσης, το αγροτικό κίνημα των ετών της μεγάλης σταφιδικής κρίσης άφησε βαθιά σημάδια στη συλλογική τοπική ψυχολογία. Υπήρξε η διαμαρτυρία ενός πληθυσμού που προσπαθούσε όχι μόνο να διατηρήσει τις συνθήκες διαβίωσης του, αλλά, επίσης, ένα τρόπο ζωής βασισμένο στην “κουλτούρα” του αμπελιού…”


1.”Πράγματι, σύμφωνα με τα στοιχεία που έχουμε στη διάθεσή μας, τα έξοδα που απαιτούσε η καλλιέργεια της σταφίδας ήταν  υπερπενταπλάσια  των  εξόδων  καλλιέργειας  του  σίτου,  υπερτριπλάσια  αυτών  των  οσπρίων  και υπερδιπλάσια των εξόδων της πατάτας. Μόνο μια μεγάλη διαφορά αποδόσεων και η προσμονή μεγάλων μελλοντικών κερδών μπορεί να δικαιολογήσει την επιμονή του αγροτικού κόσμου στην καλλιέργεια της σταφίδας. Πολύ περισσότερο που η σταφιδάμπελος απαιτούσε αρχική χρηματική επένδυση και συγχρόνως οικονομική αντοχή των παραγωγών ώστε να ανταπεξέλθουν στις ανάγκες 4-5 χρόνων που απαιτούσαν ταφυτώρια ώσπου να αρχίσουν να αποδίδουν πλήρως καρπό. ” (Κώστας Βεργόπουλος , “Το Αγροτικό ζήτημα στην Ελλάδα” )

Βιβλιογραφία (οφείλεται σε μεγάλο βαθμό, στο έργο της ιστορικού Καίτης Αρώνη-Τσίχλη και επί της ουσίας η μελέτη μας αποτελεί ένα εκτενές σχόλιο στην ευρύτερη εργασία της )
-Καίτη Αρώνη-Τσίχλη, Οι αγροτικοί αγώνες την περίοδο της σταφιδικής κρίσης 1893-1905, περιοδική έκδοση ιστορικών σπουδών,1997.
-Καίτη Αρώνη-Τσίχλη, Το σταφιδικό ζήτημα και οι κοινωνικοί αγώνες Πελοπόννησος 1893-1905, Εκδόσεις Παπαζήσης
-Κώστας Βεργόπουλος , “Το Αγροτικό ζήτημα στην Ελλάδα”, Εκδόσεις Εξάντας

 http://www.respublica.gr/2017/01/column/%ce%b1%ce%bd%cf%84%ce%b9%ce%ba%cf%81%ce%af%ce%b6%ce%bf%ce%bd%cf%84%ce%b1%cf%82-%cf%84%ce%b7%ce%bd-%cf%83%cf%84%ce%b1%cf%86%ce%b9%ce%b4%ce%b9%ce%ba%ce%ae-%ce%ba%cf%81%ce%af%cf%83%ce%b7-%cf%84%ce%bf/


by : tinakanoumegk

by : tinakanoumegk



 Επιτροπή Αγώνα για το Μητροπολιτικό Πάρκο Ελληνικού –

Ανοιχτή Επιστολή –

Παραμένουμε αμετακίνητοι στις θέσεις μας για το Ελληνικό – Υπερασπιζόμαστε τη νομιμότητα και το κράτος δικαίου
                  Τις τελευταίες ημέρες η υπόθεση της επένδυσης στο δημόσιο ακίνητο Ελληνικού έχει αποκτήσει ξανά δημοσιότητα. Ανάμεσα σ’ αυτούς που ανακινούν το θέμα είναι ο Ρ/Σ Σκάϊ και η εφημερίδα «Καθημερινή», που ανέλαβαν ν’ αποκαλύψουν
«τη μεθόδευση που, με μοχλό τα νεότερα κτίρια, τα οποία δεν κηρύχθηκαν διατηρητέα, θα πλαγιοκοπούσε δια της χρονοτριβής την υποχρέωση της κυβέρνησης να παραδώσει τον Ιούνιο το Ελληνικό στους επενδυτές». Αναφερόμαστε σε σχετικό άρθρο του κ. Νίκου Βατόπουλου με τίτλο «Επιχείρηση “μπλόκο” στο Ελληνικό – Διαρκής υπονόμευση της επένδυσης», επειδή συνοψίζει το περιεχόμενο της επίθεσης εναντίον όλων όσων δεν «συμμορφώνονται προς τας υποδείξεις». Άλλωστε, οι χαρακτηρισμοί επιπέδου χαμαιτυπείου που εκτόξευσε ο κ. Πορτοσάλτε από τις συχνότητες του Σκάϊ δεν χρήζουν σχολιασμού, επιστρέφονται : εξ ιδίων τα αλλότρια.
Ο έγκριτος δημοσιογράφος στα θέματα των νεώτερων μνημείων και της αρχιτεκτονικής κ. Βατόπουλος επιλέγει να μην απαντήσει με τις γνώσεις, που οπωσδήποτε διαθέτει, στην ουσία του θέματος. Αντίθετα, ακολουθώντας την οδό της συνωμοσιολογίας, αποκαλύπτει σκοτεινά σχέδια στα οποία εμπλέκεται επωνύμως η Επιτροπή Αγώνα για το Μητροπολιτικό Πάρκο Ελληνικού και γενικώς «ακραίοι κρατιστές, ιδεοληπτικοί αρχιτέκτονες με χρόνια θήτευσης στο «προοδευτικό πάλκο», υπηρεσιακοί παράγοντες με κατάχρηση και παρερμηνεία της εξουσίας τους». Είναι να απορεί κανείς πως – ενώ τόσο διαφορετικοί φορείς, που παρέστησαν στη συνεδρίαση του Κεντρικού Συμβουλίου Νεωτέρων Μνημείων, συνηγόρησαν στην εισήγηση της αρμόδιας υπηρεσίας του ΥΠΠΟΑ υπέρ χαρακτηρισμού των νεώτερων μνημείων στο Ελληνικό – η πλειοψηφία του ΚΣΝΜ έκανε δεκτή την (αντι)εισήγηση των τεχνικών συμβούλων του ΤΑΙΠΕΔ οι οποίοι, ως εκ της θέσης τους, αντιπροσώπευαν τις επιθυμίες του επενδυτή. Οι εν λόγω φορείς είναι : Σύλλογος Αρχιτεκτόνων, Αρχιτεκτονική Σχολή Αθήνας, ICOMOS, TICCHI, Εργαστήριο Αστικού Περιβάλλοντος ΕΜΠ, Περιφέρεια Αττικής, Δήμος Αλίμου, Επιτροπή Αγώνα για το Μητροπολιτικό Πάρκο Ελληνικού, Πολιτιστικό Κέντρο Εργαζομένων Ολυμπιακής Αεροπορίας (ΠΟΛΚΕΟΑ), Σύλλογος Αποφοίτων Κολλεγίου Αθηνών.
Οι χαρακτηρισμοί αντί επιχειρημάτων του κ. Βατόπουλου δεν έχουν στόχο να αντικρούσουν αλλά να ευτελίσουν, παραποιώντας κοινωνικές ιδιότητες και δημόσιες λειτουργίες, όλους εκείνους – φορείς και άτομα – που τολμούν να κάνουν τη δουλειά τους και να μην υποκλίνονται στις ορέξεις και τις μη σύννομες απαιτήσεις του επενδυτή. Η προστασία των αρχαιοτήτων και των νεώτερων μνημείων, όπως ο νόμος ορίζει, δεν είναι σύμφωνα με τον κ. Βατόπουλο υποχρέωση των υπηρεσιακών παραγόντων του ΥΠΠΟΑ αλλά «κατάχρηση και παρερμηνεία της εξουσίας τους», με σκοπό «να προκαλέσουν ανήκεστο βλάβη στην επένδυση», υπηρετώντας, μαζί με άλλους, τον αδήλωτο στόχο τους : «δηλητηρίαση επενδυτικού κλίματος δια της εφεύρεσης προσκομμάτων». Η επιστήμη οφείλει να βρίσκεται, λοιπόν, σε διατεταγμένη υπηρεσία επιχειρηματικών συμφερόντων !!
Ως Επιτροπή Αγώνα για το Μητροπολιτικό Πάρκο στο Ελληνικό, που ασχολούμαστε με το θέμα μια δεκαετία και περισσότερο, επιθυμούμε – με την ευκαιρία της ανάδειξής μας στη σέντρα των καλοθελητών, που προστρέχουν στη στήριξη άνευ όρων των «επενδύσεων» της μνημονιακής εποχής – να υπενθυμίσουμε ορισμένες συσκοτιζόμενες, αλήθειες.
Η Επιτροπή μας δεν έκρυψε ποτέ ότι θεωρεί πολλαπλά καταστροφική την οικοδόμηση μιας εσωστρεφούς πόλης 27.000 κατοίκων, έως και 3.600.00 τμ, με πύργους, ψηλά και χαμηλά κτίρια που στεγάζουν όλες τις δυνατές χρήσεις, στο παράκτιο μέτωπο του Σαρωνικού. Αντίθετα, δημοσιοποιεί σε όλες τις φάσεις τις θέσεις της με σχετικές εκστρατείες και εκδηλώσεις. Το Ντουμπάϊ δεν αρμόζει στην Αττική. Πρόκειται για υφαρπαγή δημόσιας γης, ανυπολόγιστης κοινωνικής, οικονομικής και οικολογικής αξίας, που θα πλήξει δραματικά την καθημαγμένη οικονομία του Λεκανοπεδίου (επιχειρήσεις, αυτοαπασχόληση, μισθωτή εργασία). Θα στερήσει, επίσης, τον βασικό πόρο ενός εναλλακτικού σχεδίου ανασυγκρότησης, που αποτελεί το Μητροπολιτικό Πάρκο στο Ελληνικό ως μέρος της ανανέωσης και ανάδειξης του αττικού τοπίου σε όλη την παράκτια ζώνη, από το ΣΕΦ μέχρι το Λαύριο, με το πλήθος φυσικών και πολιτιστικών της μνημείων.
Η πρότασή μας είναι συμβατή με την κοινή θέση της Περιφέρειας Αττικής και των δήμων Ελληνικού – Αργυρούπολης, Αλίμου και Γλυφάδας, όπως διατυπώθηκε το 2010 με βάση τη μελέτη του Εργαστηρίου Αστικού Περιβάλλοντος ΕΜΠ. Προβάλλουμε σταθερά ένα εναλλακτικό σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης της Αττικής, που στηρίζεται στον πολιτιστικό, φυσιολατρικό και αθλητικό τουρισμό και λειτουργεί πολλαπλά επωφελώς για το σύνολο των κατοίκων της. Στο ερώτημα του κ. Βατόπουλου ποιούς εκπροσωπεί η Επιτροπή Αγώνα απαντάμε ότι υπήρξαμε και παραμένουμε μέρος ενός μαζικού κοινωνικού κινήματος και ενός ευρύτατου μετώπου που διαμορφώθηκε, ήδη από τη μεταφορά του αεροδρομίου, εμπλέκοντας θεσμικούς και κοινωνικούς φορείς και πραγματοποιώντας πολλαπλές σχετικές δράσεις.
Δεν αλλάξαμε απόψεις επειδή η χώρα μας βρίσκεται σε καθεστώς περιορισμένης εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας. Δεν επιθυμούμε να συμφιλιωθούμε με το καθεστώς υποτέλειας και να επιστρέψουμε, όσον αφορά στο Ελληνικό, στην εποχή που ο Γεώργιος Παπαδόπουλος ευχόταν «είθε ο Θεός να δώσει να πάει καλά η Good Year». Στα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης είχαν προωθηθεί δύο μεγάλες επενδύσεις : εργοστάσιο αλουμίνας στο Δελφικό τοπίο και διαλυτήριο πλοίων στον κόλπο του Ναυαρίνου. Ο Σύλλογος Αρχιτεκτόνων είχε πρωτοστατήσει στην αποτροπή των επενδύσεων στο όνομα της αρχαίας και της νεώτερης ιστορίας μας, που οφείλουμε να διατηρούμε ως μέρος της παγκόσμιας κληρονομιάς. Η τότε κυβέρνηση Καραμανλή δε δελεάστηκε, προς τιμήν της, από την «ανάπτυξη» που θα μας καθιστούσε αμνήμονες και υποτελείς.
Η Επιτροπή Αγώνα για το Μητροπολιτικό Πάρκο στο Ελληνικό δεν έχει κανένα κρυφό σχέδιο. Διαφωνούμε με την επένδυση και κυρίως δεν αποδεχόμαστε ότι στη μνημονιακή Ελλάδα θα αναλάβουν εφεξής κυβερνητικούς ρόλους οι επενδυτές, ενώ οι εναπομείναντες θεσμοί και το κράτος δικαίου θα αποσύρονται διακριτικά. Κατανοούμε ότι η επίθεση που δέχονται τόσο η Επιτροπή Αγώνα όσο και οι λοιποί, προσβλητικά κατονομαζόμενοι, έχει σκοπό να τρομοκρατήσει και να επιβάλλει σιγή ιχθύος. Γι’ αυτό, άλλωστε, το δημοσίευμα της Καθημερινής δεν παραθέτει ούτε μία θέση επί του θέματος αλλά επιλέγει ρόλο αυτόκλητου εισαγγελέα. Έτσι αποφεύγει να τοποθετηθεί σε δύσκολα ερωτήματα. Γιατί, για παράδειγμα, υπάρχει τέτοια εμμονή στη χωροθέτηση του καζίνο ακριβώς στη θέση του νεώτερου μνημείου του Κολλεγίου Θηλέων, όταν το δημόσιο ακίνητο είναι 6.200 στρέμματα; Με την ευκαιρία να θυμίσουμε ότι ο διεθνής πλειοδοτικός διαγωνισμός για τη χορήγηση άδειας καζίνο έχει πλήρως υπονομευτεί από τη χωροθέτησή του στο ακίνητο που πρόκειται ν’ αποκτήσει η Lamda Development, πράγμα που έχουν θέσει οι ανταγωνιστές στη σχετική συζήτηση της Βουλής και οι οποίοι δεν πρόκειται να μείνουν με σταυρωμένα χέρια. Επίσης, είναι λογικό να γίνουν εκσκαφές στο ακίνητο του Ελληνικού, το οποίο κατά την αρχαιότητα ανήκε στους δήμους Αιξωνής (Γλυφάδα), Ευωνύμου (Ελληνικό), Αλιμούντος (Άλιμος), χωρίς παρουσία της αρχαιολογικής υπηρεσίας, πράγμα που αποτελεί υποχρεωτική πρακτική για το τελευταίο ιδιωτικό οικόπεδο εντός αρχαιολογικής ζώνης ; Εάν δεν κηρυχθούν τμήματα του Ελληνικού ως αρχαιολογικοί χώροι οι μπουλντόζες θα προχωρούν καταστρέφοντας πιθανά ευρήματα, τα οποία βεβαίως δεν είναι σε θέση να αξιολογήσουν.
Για τον αρθρογράφο της Καθημερινής, η κήρυξη ως διατηρητέων των νεώτερων μνημείων και η προστασία των αρχαιοτήτων θεωρούνται γραφειοκρατικά προσκόμματα, που υπερασπίζονται οι «ακραίοι κρατιστές».  Αν βέβαια ο κ. Βατόπουλος γνώριζε τον δημόσιο, διεθνή και στα καθ’ ημάς, διάλογο για τα δημόσια και κοινά αγαθά, για τον κατασταλτικό και αντικοινωνικό ρόλο του σύγχρονου κράτους, θα κατέτασσε πολλούς από αυτούς που κατηγορεί στους «ακραίους αντι-κρατιστές». Σε κάθε περίπτωση, πάντως, το υπερκράτος των «θεσμών»  και το μνημονιακό κράτος βρίσκονται σε διατεταγμένη υπηρεσία υπέρ των κρατιστών επενδυτών, με στόχο την υφαρπαγή της δημόσιας περιουσίας και της ιδιωτικής περιουσίας των Ελλήνων πολιτών.   
Εν κατακλείδι : ως Επιτροπή Αγώνα για το Μητροπολιτικό Πάρκο Ελληνικού δεν πρόκειται να υποχωρήσουμε από την υπεράσπιση του εναλλακτικού μας σχεδίου για το Ελληνικό. Όχι μόνο γιατί το ελάχιστο (όπως απέδειξαν οι δύο πραγματογνωμοσύνες που διέταξε ο εισαγγελέας οικονομικού εγκλήματος και αυτή του ΤΕΕ) τίμημα θα χαθεί στη μαύρη τρύπα του χρέους που δεν οφείλουμε, σύμφωνα με το πόρισμα της αρμόδιας επιτροπής της Βουλής, αλλά κυρίως γιατί με τη φερόμενη ως επένδυση το Λεκανοπέδιο της Αττικής και οι κάτοικοί του θα πληγούν βάναυσα. 
 Πέμπτη, 23 Φεβρουαρίου 2017
by : tinakanoumegk




         Αν και ετυμολογικά η προέλευση του όρου Τα κοινά συγχέεται συχνά με την ιστορική του προέλευση από την ελληνική θέσμιση της πόλης ( το κοινόν ) όπως και τη ρωμαϊκή res publica ( οι δημόσιες υποθέσεις ), λίγη ή καθόλου σχέση έχει η σύγχρονη ερμηνεία του μαζί τους. Τις περισσότερες φορές αποδίδουμε στα νέα ελληνικά τον όρο Τα Κοινά από το αγγλικό commons ή τους commoners ( λαϊκούς ) της ευρωπαϊκής υπαίθρου, άλλες φορές πάλι είναι απλά αποτέλεσμα μιας βεβιασμένης μετάφρασης όπως στην περίπτωση της Hannah Arendt όπου o όρος που χρησιμοποιεί στο Vita Activa, αυτό που μεταφράστηκε άγαρμπα στα ελληνικά ως «Η Δημόσια Σφαίρα: τα Κοινά» είναι στην πραγματικότητα «Public Realm: the Common», δηλαδή, σε μια κυριολεκτική μετάφραση «το κοινόν» καθότι είναι ενικός.
Η διαφοροποίηση Των Κοινών με το κοινόν δεν είναι μόνο γλωσσική∙ η συζήτηση που συνοδεύει σήμερα Τα Κοινά είναι τόσο πολύ επικεντρωμένη στο κοινωνικό -ή έστω στον τρόπο της διαχείρισης τους- που θα λέγαμε πως στην πραγματικότητα πρόκειται για τα ομώνυμα ονόματα δύο απολύτως διαφορετικών σημασιών.
Όταν μιλάμε για Τα Κοινά αναφερόμαστε σχεδόν εξ ορισμού σε «πόρους», κοινωνικούς ή φυσικούς, οι οποίοι και θα έπρεπε να προσφέρονται «δωρεάν». Η αμερικανίδα συγγραφέας Ostrom Elinor θεωρείται πως είναι η μητέρα των «commons» καθότι είναι η πρώτη που χρησιμοποίησε στο βιβλίο της “Η διαχείριση των κοινών πόρων” τον όρο αυτό σύμφωνα με την τρέχουσα ακαδημαϊκή του εκδοχή. Ο όρος προφανώς χρησιμοποιούνταν και παλιότερα αλλά με εντελώς διαφορετικό νόημα, όπως π.χ. customs and commons «τα έθιμα» ( είναι πλεονασμός στην ελληνική να πούμε «τα κοινά έθιμα» καθώς τα έθιμα είναι πάντα κοινά ) ή όντως την καθημερινή απλότητα. Είναι σημαντικό να πούμε το ότι η Ostrom Elinor αναφέρει εξαρχής τα commons περιορίζοντας τα στα στους περιβαλλοντικούς πόρους (ψαρότοπους, δάση, βοσκοτόπια, αρδευτικά συστήματα κ.ά. ). Η προσέγγιση της όμως είναι και οικονομική, για την ακρίβεια φιλελεύθερη, τα αντιλαμβάνεται δηλαδή μέσα από την εξατομικευμένη σχέση του ιδιώτη-καταναλωτή με τα αντίστοιχα δημόσια-μαζικά ή αγαθά-εμπορεύματα και αυτό που ζητά στο τέλος και αυτό που καταδεικνύει είναι μια πιο «αποτελεσματική» εκμετάλλευση των κοινών πόρων∙ όχι ως το επιμέρους κομμάτι μιας ολιστικής πολιτικής αλλά ως κεντρικό ζήτημα διευθέτησης.
Γίνεται σαφές πως οποιαδήποτε συζήτηση διευθέτησης του κοινωνικού χαρακτήρα των “κοινών πόρων” μπορεί να επιλυθεί κάλλιστα χωρίς κανένας να προδιαγράφει εάν αυτή γίνει εντός των αγοραίων σχέσεων ή κάτω από την πατρωνία του κρατικού μονοπωλίου. Η αυτό-διαχείριση Των Κοινών σε κανένα σημείο δεν υπονοεί ούτε καν κάποιον σοσιαλιστικό προσανατολισμό που εύλογο θα ήταν να αναμένουμε. Είναι περισσότερο ένας «ηθικός καπιταλισμός» παρά ένας γνήσιος αντικαπιταλισμός που υπόσχεται μια άλλη οργάνωση της ζωής.  Με τον τρόπο αυτό γίνεται αντιληπτό γιατί στην γενική του εκδοχή ο αγώνας για την υπεράσπιση Των Κοινών επικεντρώνεται τόσο πολύ ενάντια στην εμπορευματοποίηση τους και όχι στην ανάδειξη ενός διαφορετικού τρόπου πολιτικής.

Κοινά: Δωρεάν ή εμπόρευμα;
Στο βιβλίο Κοινά: μια σύντομη εισαγωγή (David Bollier, 2016) ο «blogger» συγγραφέας και ακτιβιστής Των Κοινών (όπως ο ίδιος παρουσιάζει τον εαυτό του) προσδιορίζει Τα Κοινά με βάση ένα κατεξοχήν κριτήριο: την περίφραξη. Κοινά είναι, γράφει ο Bollier, «ότι πριν προσφέρονταν σε όλους δωρεάν και μπορεί να περιφραχτεί, να εμπορευματοποιηθεί». Έτσι ως Κοινά ορίζονται φυσικοί πόροι, δημόσιες υπηρεσίες και δημόσιοι άυλοι τόποι, «Υλικά ή άυλα στοιχεία» τα οποία συγκροτούν την κοινωνική αναπαραγωγή στις οικονομικές σχέσεις των «μελών μιας κοινωνίας» ( παραγωγή – κατανάλωση – χρήση ). Σχέσεις που είναι αναγκαστικά κατεξοχήν εξατομικευμένες καθώς ερμηνεύονται μέσα από την, υπαρκτή ή όχι, διαμεσολάβηση του κεφαλαίου με το άτομο καταναλωτή. Έτσι ως Κοινό περιγράφεται εκείνο το αγαθό που ο καθένας, ξεχωριστά ως οντότητα, έχει -ή δεν έχει- εμπορευματική σχέση μαζί του.
Με βάση ορισμό από έκδοση του Ινστιτούτου Νίκος Πουλαντζάς:
«Ως κοινά ορίζουμε εκείνα τα αγαθά ή τους πόρους τους οποίους η κοινότητα αντιλαμβάνεται ως δώρα της φύσης (κανείς δεν παράγει το νερό, τον υδρολογικό κύκλο, τον αέρα ή τα δάση) ή ως κληρονομιά των  προηγούμενων γενεών (όπως η γνώση, οι  κώδικες, οι νόμοι ή η γλώσσα). Κοινά είναι τα αγαθά που θεωρούνται απαραίτητα για τη ζωή, όπως και δομές που συνδέουν τα άτομα μεταξύ τους. Υλικά ή άυλα στοιχεία που όλοι έχουμε από κοινού και μας καθιστούν μέλη μιας κοινωνίας και όχι μεμονωμένες οντότητες σε ανταγωνισμό μεταξύ τους. Τα κοινά αγαθά είναι τόποι συναντήσεων και συζητήσεων μεταξύ των μελών μιας κοινότητας».
Τ. Φατόρι (αναφέρεται στο ΝΕΡΟ | ΚΟΙΝΟ ΑΓΑΘΟ, Η προστασία και η διαχείριση του νερού ως «κοινού αγαθού», εκδόσεις νήσος)

Κατά τον Φατόρι, Τα Κοινά αποτελούν εκείνα τα αγαθά ή τα προϊόντα που «δεν παράγονται», ή είναι «δωρεάν» ή είναι προσφορά «κληρονομιάς» και κατά την εκτίμηση του δεν θα έπρεπε να μεσολαβούνται από εγχρήματη σχέση. Η ύπαρξη των κοινών μέσα στην κοινωνία γίνεται αντιληπτή μέσα από τις δομές που συνδέουν τα άτομα μεταξύ τους και τις σχέσεις ανταγωνισμού ή συνεργασίας που έχουν οι μεμονωμένες οντότητες. Αναφορικά με τις δομές αυτές η ερμηνεία του Φατόρι λίγο διαφέρει από εκείνη του Πλάτωνα στην Πολιτεία για τον καταμερισμό της εργασίας.
Η πληθυντική πρόθεση Τα Κοινά προκύπτει επομένως μέσα από την αθροιστική πράξη των εξατομικευμένων σχέσεων. Η κατανόηση αυτή γίνεται ακόμα πιο προφανής αν αναλογιστούμε τις περιπτώσεις από το παρελθόν που σήμερα θεωρούμε πως ανήκουν στις κατηγορίες Των Κοινών. Για παράδειγμα κανένας δεν θα διανοούνταν πριν από 50 χρόνια να αναφερθεί για το νερό ως «κοινό αγαθό». Και όμως μετά την είσοδο των εταιριών στο παιχνίδι για την κερδοσκοπική αξιοποίηση των υπηρεσιών κατανάλωσης ύδρευσης αυτός ο ορισμός φαίνεται να είναι απόλυτα δικαιολογημένος.

Το άλμα των κοινών: Από τις κατσίκες των «κοινών» βοσκότοπων στα Creative Commons (CC) του ιντερνετοχώρου
Με παρονομαστή την «περίφραξη», Τα Κοινά αποκτούν διαχρονική υπόσταση και εξασφαλίζουν θέση στην πάλη των τάξεων. Την θέση των παλαιών αντιπάλων εργάτη-κεφαλαιοκράτη καταλαμβάνουν τώρα νέα υποκείμενα όπως καταναλωτής-εταιρία και εξασφαλίζουν έστω και με ένα πλάγιο τρόπο τη διαιώνιση της ταξικής θεωρίας. Ο κόσμος όσο δύσκολα μπορεί σήμερα να ερμηνευθεί με βάση την εργασία γίνεται πιο κατανοητός με βάση την κατανάλωση. Από την αλλοτρίωση της εργατικής (δωρεάν) δύναμης περνάμε στην αλλοτρίωση των (δωρεάν) Κοινών.
Έτσι έγινε και μια προ-καπιταλιστική δραστηριότητα, στις αρχές του 17ου αιώνα, η περίφραξη των κοινών γαιών που προκάλεσε την εξέγερση των πρώτων «Ισοπεδωτών» (Levellers) στην Αγγλία και σε μεγάλο βαθμό τις Ζακερί (αγροτικές εξεγέρσεις) στην Γαλλία, εξισώνεται κάτω από τον ίδιο ορισμό με τα σύγχρονα Κοινά. Βιοποριστικοί χώροι, φυσικοί πόροι που μπαίνουν στο στόχαστρο από τις εταιρίες (νερό, παραλίες, ποτάμια), δημόσιες υπηρεσίες (μέσα μαζικής μεταφοράς) έως αφηρημένες έννοιες, όπως γνώση και πολιτισμός, συμπεριλαμβάνοντας τελευταία και τις σύγχρονες ψηφιακές τεχνολογίες και τα ανοιχτά λογισμικά, δηλαδή κατά βάση υπηρεσίες της τεχνολογίας του κοινού, γίνονται όλα πεδία «περιφράξεων».
Για να διαπιστώσουμε τον βαθμό ισοπέδωσης που προκαλεί αυτός ο συμψηφισμός αρκεί να συγκρίνει κανείς το παρακάτω απόσπασμα από την Τρίτη Επανάσταση του Murray Bookchin με τον ορισμό Των Κοινών από τον Φατόρι.
Οι χωρικοί ζούσαν παραδοσιακά σε χωριά με έντονα αισθήματα συλλογικότητας….Οι κοινότητες εμπόδιζαν την περίφραξη των χωραφιών και απαιτούσαν την εναλλαγή της σοδειάς με διάφορους τρόπους. Η συγκομιδή θεωρούνταν συχνά κοινοτική ιδιοκτησία, και οι χωρικοί μοιράζονταν το δικαίωμα να συλλέγουν τα άχυρα που παρέμεναν μετά τον θερισμό. Τα λιβάδια φυλάσσονταν ως κοινοτικοί βοσκότοποι, όπως και τα δάση για κοινοτική υλοτομία. Τα κοινά αυτά δικαιώματα ήταν απαραίτητα για την καθημερινή επιβίωση των χωρικών“.
Murray Bookchin, Η τρίτη επανάσταση (α’ τόμος), εκδόσεις Αλεξάνδρεια
Χρειάζεται ή μεγάλη φαντασία (αφαίρεση) ή ένα πολύ πωρωμένο μυαλό για να μπορέσει κανείς να διαγνώσει κάποια ιστορική σύνδεση ανάμεσα στον ζοφερό αγώνα για την επιβίωση με τους σύγχρονους -και κατά γενικής ομολογίας καλοταϊσμένους δυτικούς – «χρήστες» του διαδικτύου. Κι όμως η αφαίρεση αυτή φαίνεται να είναι αρκετά ικανοποιητική για τον David Bollier ο οποίος δεν βρίσκει καμία διαφορά ανάμεσα στους αγώνες για τα «ψηφιακά κοινά» και «τις κατσίκες των φτωχών χωρικών που στερούνταν από τα κοινά τους δικαιώματα» (Bookchin).

Μια γλωσσική παρεξήγηση
Ο ελληνικός όρος το κοινόν στην καθημερινή χρήση έχει υιοθετηθεί με μια σημασία που πέρασε στο δικό μας λεξιλόγιο περισσότερο μέσα από μια λοξή διαδρομή -ως ένα αντιδάνειο από την λατινική γλώσσα- παρά ως οργανική εξέλιξη μιας έκφρασης από τη μητρική γλώσσα στην καθημερινή επικοινωνία. Περισσότερο λοιπόν ως θύμα παρεξήγησης και ελλιπούς μετάφρασης από τα λατινικά του όρου το κοινόν που ο μεσαιωνικός άνθρωπος αδυνατούσε να κατανοήσει πλήρως για να μπορέσει να τον μεταφράσει με το πλήρες νόημα του, βρισκόμαστε σήμερα αντιμέτωποι με την έκφραση Τα Κοινά στον καθημερινό μας λόγο. ‘Όχι με την ιστορική της σημασία, αλλά μεταφράζοντας την στην κυριολεξία από μια στρεβλή μετάφραση. Μεταφράζοντας στα νέα ελληνικά από τα λατινικά μια αρχικά ελληνική έκφραση που εξαρχής μεταφράστηκε στα λατινικά με ελλιπή τρόπο.
Συνήθως για να εξηγήσουμε ετυμολογικά Τα Κοινά αναφερόμαστε στο λατινικό commun, προερχόμενο από την λατινική ρίζα -munus, που σημαίνει στα λατινικά «καθήκοντα-υποχρεώσεις» και  λόγω αυτής της ερμηνείας τονίζεται η κοινοτική/δεσμευτική εξήγηση του όρου communisme (κομμουνισμός) προερχόμενη από το communaute (κοινότητα). Η ρίζα αυτή όμως στην αρχική της χρήση σήμαινε περισσότερο τις υποχρεώσεις ιερού χαρακτήρα (munus) που πηγάζανε από τις σχέσεις που προέκυπταν από τις συναλλαγές αγαθών και τις παροχές, όπως το δώρο ή η φιλοξενία, παρά εκείνη την πολιτική διάσταση η οποία περιγράφετε στην έκφραση το κοινόν όταν την συναντάμε στα ελληνικά κείμενα, άγνωστη σε μεγάλο βαθμό στους Λατίνους μεταφραστές.
Στο Πλατωνικό Λεξικό ελληνικών και λατινικών όρων Lexicon Platonicum Sive Vocum Platonicarum Index του γερμανού φιλοσόφου Georg Friedrich Ast (1841) η απόδοση της ελληνικής λέξης κοινός γίνεται με την λατινική communis στην οποία όταν προσθέτει την κατάληξη -ον τότε το κοινός (communis) παίρνει την έκφραση το κοινόν (civitatem pertinens) το οποίο στο λεξικό των Ιστοριών του Πολύβιου (Index Græcitatis Polybianæ Sive Lexicon Polybianvm) έχει την σημασία πολιτικός και πολιτική χώρα. Βλέπουμε λοιπόν μεταξύ των δύο λεξικών του Πολύβιου και του Friedrich Ast την εξής αντιστοιχία: το κοινόν =  civitatem pertinens  =  πολιτικός. Ο Friedrich Ast αποδίδει στον όρο το κοινόν και άλλες μεταφράσεις ως omnibus patens = το υμέτερον κοινόν, ως publicus = under the influence of the people, ως το δημόσιο, ως κοινό αγαθό ή ως  from the people το, δημόσιο ως λαός, ακόμα το αναφέρει ως civitas = πολίτης αλλά και ως πολιτεία, και τέλος το αναφέρει ως communis salus = συμφέρον πάντων. Όποτε ο Friedrich Ast μεταφράζει το ελληνικό κοινός, χωρίς την κατάληξη -ον, αυτό μεταφράζεται ως «μαζί» (κοινός… υμίν ειμί) ή «δεμένος» (κοινή φιλία δια βίου) ή «ίδιος» (εκ φιλίας της κοινής αρετής). Όποτε όμως γίνεται η χρήση του με την κατάληξη -όν τότε το κοινός αλλάζει εντελώς νόημα και περιεχόμενο, γίνεται μια νέα λέξη και σημαίνει δημόσιο συμφέρον, πολιτική ιδιότητα ή πολιτικό σώμα. Ο όρος το κοινόν χρησιμοποιείται λοιπόν για να περιγράψει είτε για ένα άτομο ή για ένα σώμα μια κατεξοχήν πολιτική ιδιότητα.
Την ίσως πιο παλιά και έγκυρη έννοια της σημασίας το κοινόν βρίσκουμε στον Πλάτωνα στους Νόμους Θ’ 161, όταν διαβάζουμε: «γνώναι μεν γαρ πρώτον χαλεπόν ότι πολιτική και αληθεί τέχνη ού το ίδιον αλλά το κοινόν ανάγκη μέλειν – τό μέν γάρ κοινόν ξυνδεί, το δε ίδιον διασπά τοίς πόλοις – καί ότι ξυμφέρει το κοινω τε καί ιδίων τοίν αμφοίν, ήν τό τιθήται καλός μάλλον ή το ίδιον δεύτερον δέ» [Είναι  δύσκολο,  πράγματι,  εν  πρώτοις  να  γνωρίζει  κανείς  ότι  είναι   ανάγκη  για  την  αληθινή  πολιτική  τέχνη  να  ενδιαφέρεται,  όχι  για  το  ιδιωτικό,  αλλά  για  το  κοινό  συμφέρον  -διότι  ενώ  το  δημόσιο   συμφέρον  ενώνει   τις πόλεις,  το  ιδιωτικό τις διασπά]. Στο χωρίο αυτό του Πλάτωνα, μοναδικό μέσα στο βιβλίο των Νόμων, βρίσκουμε συγκεντρωμένες τρεις παραπλήσιες και αλληλεπικαλυπτόμενες έννοιες που έχουν να κάνουν με την λειτουργική έννοια του όρου το κοινόν τελείως διαφορετικές από εκείνες που συναντάμε στην νεοελληνική όπως κοινά αγαθά, πόρους και υπηρεσίες ή τις κοινές δεσμεύσεις που απορρέουν από το λατινικό munus. Το κοινόν στο χωρίο του Πλάτωνα είναι η «πολιτική τέχνη», το «κοινό συμφέρον» και οι «δημόσιες υποθέσεις».
Δεν υπάρχει πλέον καμία αμφιβολία. Το κοινόν είναι η πολιτική συνθήκη που συνάπτουν οι πολίτες στην συγκρότηση μιας πόλης. Είναι αυτό που συγκροτεί μια πόλη ή μια κοινότητα ατόμων σε πολιτικό σώμα και δηλώνει την σχέση των ατόμων με το σώμα αυτό. Στον ελληνικό κόσμο η έκφραση Το κοινόν υποδήλωνε τον συντακτικό χάρτη της πολιτείας.
Εξισώνοντας Τα Κοινά με Το κοινόν αυτό που αλλοιώνεται επί της ουσίας είναι η πολιτική διάσταση της έννοιας που προδίδει η έννοια Το κοινόν. Αυτό που απομένει από αυτή την αφαίρεση είναι μια κατεξοχήν κοινωνική προσέγγιση, δηλαδή κατά βάση οικονομική. Η ουσία του προβλήματος που παραθέτουμε βρίσκεται ακριβώς σε αυτή την εξατομικευμένη αντίληψη του όρου Τα Κοινά. Είναι κάτι που η συλλογική του διάσταση βρίσκεται στην ποσοτική του έκταση, ως κάτι δηλαδή που απολαμβάνει ο καθένας ξεχωριστά στην ατομική του υπόσταση και όλοι μαζί ταυτόχρονα. Αυτή όμως η έννοια Των Κοινών δεν δημιουργεί ενότητα αλλά μαζικότητα. Αδυνατεί να μιλήσει για την πολιτική διακυβέρνηση του αγαθού και το αντιλαμβάνεται περισσότερο μέσα από την κοινωνική του διαχείριση. Ο όρος Το κοινόν είναι ακριβώς το αντίθετο πράγμα. Είναι η άρνηση του ιδιωτικού προς όφελος του πολιτικού.
Αντιπαραθέτοντας την πολιτική διακυβέρνηση, που προωθεί ο ορισμός Το κοινόν, στην κοινωνική διαχείριση που αντανακλά η έννοια που έχει πάρει σήμερα η συζήτηση για Τα Κοινά αντιπαραθέτουμε δυο εκ διαμέτρου αντίθετες πολιτικές αντιλήψεις. Η πρώτη αναζητάει την κοινή αναγνώριση μέσα σε ένα αυτοκυβερνώμενο πολιτικό οργανισμό. Η δεύτερη την κοινή συμβίωση μέσα σε ένα περιβάλλον υπηρεσιών και προσφορών. Η επιλογή της δεύτερης αντίληψης από τους ακαδημαϊκούς ακτιβιστές εξηγεί και την αδυναμία ή την αδιαφορία τους να επεξεργαστούν και να προτάξουν θέσεις για την πολιτική συγκρότηση των σύγχρονων κινημάτων, ενώ αυτά εξακολουθούν και λιμνάζουν στα απόνερα της κοινωνικής διαμαρτυρίας, της αντίστασης και της μερικότητας και γίνονται μοιραία τόσο εύκολοι στόχοι-αφού τα ίδια αρνούνται να εξελιχθούν σε πολιτικές προτάσεις- των κοινοβουλευτικών κομμάτων.
Τα Κοινά στην κοινωνική τους διάσταση είναι πρωτίστως μια συζήτηση που αφορά το ποιός θα μας κυβερνά και με ποιό τρόπο.

http://www.respublica.gr/2017/02/column/%ce%bf%ce%bc%cf%8c%ce%b7%cf%87%ce%b1-%cf%84%cf%89%ce%bd-%ce%ba%ce%bf%ce%b9%ce%bd%cf%8e%ce%bd/

εικόνα:Bruegel_1568_Parable-of-the-Blind
by : tinakanoumegk


Θ. Μαλκίδης: Η Ελλάδα- κράτος λογοκρισίας και το «1922»   

     Διαβάζοντας το «1984» του Τζορτζ Όργουελ μπορεί ένας πολίτης και ειδικότερα ένας Έλληνας πολίτης να κατανοήσει πως λειτουργεί ένα κράτος, το οποίο  πέραν των άλλων, θέλει να ελέγξει ακόμη και την ιστορία.

     Το 1922 και ότι αυτό συνεπάγεται για τη Γενοκτονία, την καταστροφή της Σμύρνης, την προσφυγιά, αποτελεί μία σημαντική τομή στην νεώτερη ελληνική ιστορία. Είναι ίσως χειρότερο από την άλωση της Κωνσταντινούπολης, όπως έχει γραφεί, αφού κόπηκε η οικουμενική διάσταση του Ελληνισμού με την απώλεια ανθρώπων και τόπων της Ιωνίας, του Πόντου, της Καππαδοκίας, της Θράκης. 

    Η στάση του ελλαδικού κράτους έναντι αυτής της απώλειας αγγίζει το κράτος του Όργουελ, αφού κάθε αναφορά, κάθε δραστηριότητα, κάθε βιβλίο, κάθε κινηματογραφική ταινία απαγορεύτηκε, λογοκρίθηκε, αποσιωπήθηκε, ενώ ακόμη και προσφυγικοί σύλλογοι έκλεισαν ως επικίνδυνοι για το καθεστώς. 

    Η σύναψη συμφώνου φιλίας με την Τουρκία, η πρόταση για Νόμπελ Ειρήνης  στον δάσκαλο του Χίτλερ Μουσταφά Κεμάλ, η απόδοση της δήθεν οικίας του Κεμάλ στη Θεσσαλονίκη στο τουρκικό δημόσιο,  η τιμή στο μαυσωλείο του εμπρηστή της Σμύρνης Κεμάλ από πρωθυπουργούς και υπουργούς της Ελλάδας, η απαγόρευση ερευνών για τη Γενοκτονία (περίπτωση Πολυχρόνη Ενεπεκίδη), η απαγόρευση βιβλίων (περιπτώσεις Τατιάνας Γκρίτση -Μιλλέξ, Αλέξανδρου Διομήδη), η υπονόμευση της αναγνώρισης της Γενοκτονίας, είναι μερικές από τις συνιστώσες της στάσης απαγόρευσης της μνήμης της καθ΄ημάς Ανατολής και της ολοκληρωτικής λογοκρισίας που επέβαλλε το ελλαδικό κράτος. 

    Μία κορυφαία στιγμή της πολιτικής αυτής επιλογής που προσπάθησε να εξαφανίσει τη μνήμη και την ιστορία αποτελεί και το κινηματογραφικό έργο «1922» του Νίκου Κούνδουρου. 




    Ο θάνατος του  Έλληνα δημιουργού έφερε ξανά στο προσκήνιο τη διαδρομή που ακολούθησε το κινηματογραφικό του έργο, το οποίο βασισμένο  στο έργο του Ηλία Βενέζη «Νούμερο 31328»-  το «Άουσβιτς εν ροή» όπως  αποκάλεσε ο Ενεπεκίδης  τα τάγματα εργασίας- κατέγραψε τη Γενοκτονία, τις διώξεις, την καταστροφή, το προσφυγικό. 

    Ο Νίκος Κούνδουρος θυμάται την πορεία της κινηματογραφικής του ταινίας λέγοντας  τα εξής: «1922. Μια ιστορία μνήμης. Ήταν η ώρα που το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου σε μία ευλογημένη στιγμή της ύπαρξης του, λειτούργησε δημιουργικά και έξυπνα. Μας κάλεσε ο τότε πρόεδρος του, τον Κακογιάννη, τον Δημόπουλο και την αφεντιά μου και μας είπε «κάνετε ότι θέλετε». Και αυτό το «κάνετε ότι θέλετε» ξύπνησε μέσα μου ευφορία. Ήθελα να καταθέσω ένα ειλητάρι στην μνήμη της Μικρασιατικής οδύνης, όπως εγώ την έζησα μέσα από μια κοπελιά που είχε μαζέψει η μάνα μου από τις Χαμένες Πατρίδες. Δανείσθηκα το βιβλίο του Βενέζη, το «Νούμερο 31328» και έφτιαξα το δικό μου νούμερο, το «1922».
   Η ταινία χρηματοδοτήθηκε από το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου (ΕΚΚ), αλλά αυτό δεν σήμαινε ότι ο δρόμος προς τις κινηματογραφικές αίθουσες θα ήταν χωρίς εμπόδια.
   Επί  Κωνσταντίνου Καραμανλή απαγορεύτηκε η προβολή της ταινίας επειδή το  Υπουργείο Εξωτερικών της Τουρκίας διαμαρτυρήθηκε  αναφέροντας  ότι τέτοιες ταινίες δυναμιτίζουν τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Ο Κούνδουρος όμως πήρε αντίγραφο  του έργου, το οποίο προβλήθηκε στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης το 1978, λαμβάνοντας τα βραβεία καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας, φωτογραφίας (Νίκος Κακαβουδάκης) Α' Ανδρικού (Βασίλης Λάγγος) και Α' Γυναικείου ρόλου (Ελεωνόρα Σταθοπούλου).

    Η ταινία είχε την ίδια τύχη και με τις  κυβερνήσεις του Ανδρέα Παπανδρέου, αφού το 1982, όπως γράφει  ο κριτικός κινηματογράφου Γιώργος Πισσαλίδης, το έργο επρόκειτο να προβληθεί στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βουδαπέστης. Όμως λίγο πριν την προβολή  επενέβη το Υπουργείο Εξωτερικών της χώρας, το οποίο με εντολή από την Αθήνα κατάσχεσε την ταινία, η οποία τελικώς αποδόθηκε στο δημιουργό της μόνο μετά από την  παρέμβαση του τότε  Υφυπουργού Εξωτερικών Γιάννη Καψή. 
    Δεν μας εκπλήσσει η παραπάνω πράξη του ελλαδικού κράτους τόσο για την ταινία, όσο και για ανάλογα ζητήματα, εάν θυμηθούμε μόνο την  στάση του όταν επρόκειτο  να ψηφιστεί το νομοσχέδιο για τη Γενοκτονία. 
   Για έσχατο αλλά όχι τελευταίο οφείλω να αναφέρω μία  προσωπική εμπειρία για την ταινία του αείμνηστου Νίκου Κούνδουρου: Αυτή δεν την είδα ποτέ στην ιδιαίτερη μου πατρίδα τη Θράκη αφού για τους παραπάνω προφανείς και  ευνόητους λόγους απαγορεύτηκε  και εκεί η προβολή της ...... 


http://malkidis.blogspot.gr/2017/02/1922.html
by : tinakanoumegk
 η επικοινωνία και οι όροι δημιουργίας πολιτισμού     -
 ΚΟΡΙΝΘΙΑΚΗ ΣΤΑΦΙΔΑ ΚΑΙ ΠΑΤΡΙΝΟ ΚΑΡΝΑΒΑΛΙ



Η δημιουργία του Πατρινού καρναβαλιού οφείλεται σε μεγάλο βαθμό αφενός στον πλούτο από τις εξαγωγές της σταφίδας (η μαύρη Κορινθιακή σταφίδα ήταν το κυριότερο εξαγώγιμο προϊόν μεταξύ 1830-1900) και αφετέρου στις επιρροές από μεγάλα καρναβάλια της δυτικής Ευρώπης, όσων ασχολούνταν με το εμπόριο της μαύρης σταφίδας (Έλληνες έμποροι, ελληνικός πληθυσμός των παροικιών και Άγγλοι, Γερμανοί κ.α. ως αντιπρόσωποι ή επιχειρηματίες των εξαγωγών).
Σήμερα, το κατεξοχήν ποτό του καρναβαλιού η περίφημη Μαυροδάφνη, παράγεται και από σταφύλια ποικιλίας Κορινθιακής σταφίδας, στην οποία οφείλει τη γλυκιά του γεύση!

by : tinakanoumegk

         
          Στην ομιλία της η κ. Πρεκατέ Βικτωρία (θέατρο Α. Σικελιανός, Ξυλόκαστρο 18/2 - διοργάνωση από το «Γλωσσικό Εργαστήρι») έδωσε εμπειρικές προτάσεις συμπεριφοράς σε γονείς, ώστε τα παιδιά να αποκτήσουν «αυτοεκτίμηση και να στηρίζουν τον εαυτό τους στις ματαιώσεις».
          Για να μεταδώσει ,όμως, αυτά που ενισχύουν την αυτοεκτίμηση του παιδιού πρέπει ο γονέας να έχει όνειρα, αισιοδοξία. Πώς όμως να εμπιστευθεί εκπαιδευτικούς θεσμούς  και να του δημιουργηθούν τα αποθέματα αισιοδοξίας, όταν η πολιτεία όχι μόνο δεν τον έχει ανάγκη αλλά κινείται εναντίον του, και συρρικνώνει κάθε ελπίδα και προοπτική; Μπορεί να μεταβιβάσει στοιχεία ενίσχυσης του παιδιού όταν ήδη αυτός είναι δέκτης ενός περιβάλλοντος φόβου, ανασφάλειας, ματαιότητας, αλλά και πολιτικού απανθρωπισμού και ιδιοτέλειας από τα πάνω; Μία κοινωνία χωρίς θετικά παραδείγματα, οικονομικά, ψυχικά καταβεβλημένη κοινωνία δεν μπορεί να διδάξει τίποτα αισιόδοξο.
          Όταν οι σημερινές συνθήκες δημιουργούν μελαγχολία, αλλαγές στον τόνο του θυμικού, όταν προηγείται ανελέητη προπαγάνδα για την κατωτερότητα του Έλληνα,  δυσφήμηση και ενοχοποίηση της κοινωνίας, αυτή επιλέγει υπό τύπον ανάγκης, την αποδοχή της ενοχής, την αυτοτιμωρία. Αυτή αποτελεί αρνητική προϋπόθεση αυτογνωσίας και αυτοκυριαρχίας, επιδεινώνει τις συνθήκες πολιτισμικής επάρκειας, ώστε να προσφέρουν στήριξη και αισιοδοξία στους νέους. Είναι καθημερινή τυπική εμπειρία η επωδός κάθε συζήτησης: «ας τελειώσει τη σχολή αν και τι θα κάνει μετά;» 
          Στην εκδήλωση ο δάσκαλος κ. Νούλας μίλησε για την απουσία πολιτισμικών αποθεμάτων και τις παθολογίες της Ελληνικής οικογένειας που δεν προϋποθέτουν θετική ενεργό υποστήριξη των παιδιών. Σε  μία αναφορά του στο παρελθόν, στην αποδιάρθρωση αξιών, απέφυγε ακόμα και κάθε  λανθάνοντα ρομαντισμό. Και τότε παρενέβη ο κ. Ψυχογιός, βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, για να δηλώσει ότι και η δική του γενιά, σήμερα, στέκει με υψηλό βαθμό…επάρκειας. Θεώρησε ότι οι κοινωνικές συνθήκες γενικά, αλλά και ιδιαίτερα σήμερα δεν επενεργούν στην  διαμόρφωση του ψυχικού στάτους. Ήδη ο οργανωτής της εκδήλωσης Λ. Φίλης στο διαδίκτυο δηλώνει την κοινωνία ως βασικό παράγοντα διαμόρφωσης χαρακτήρων των νέων. Και μία κοινωνία, ένα περιβάλλον ψυχικής υπότασης, - όπως και επιστημονικές έρευνες αποδεικνύουν - συγχέει γεγονότα και ψέματα, δεν μπορεί να ερμηνεύσει την πραγματικότητα, εγκλωβίζεται στην εσωστρέφεια. Καταφεύγει σε ένα βραχυπρόθεσμο ωφελιμισμό.
          Ο ευαίσθητος κ. βουλευτής αξιολόγησε με θετικό πρόσημο το σύστημα στην αθλιότητα του οποίου μετέχει. Όλοι  τους, όπως αυτός, θεωρούν τον εαυτό τους τόσο υπεύθυνο, όσο και ένα γρανάζι ενός μηχανισμού που αν είχε φωνή θα μας έλεγε για την ευθύνη του να προσέχει, μήπως χαλάσει και καταστραφεί έτσι η λειτουργικότητα ολόκληρου του μηχανισμού. Βουλευτές αγνοούντες βασικά προλεγόμενα πολιτικής παιδείας, που υποκρίνονται τους κριτές και γνώστες, ακόμα και της γνωσιολογίας και της εμπειρίας της. Βλέπουμε να παρελαύνει η άγνοια, και ιδιοτέλεια, η έπαρση της γνώσης. Και τέλος, το αντίθετο αυτού που γνωρίζει δεν είναι αυτός που δεν γνωρίζει, αλλά αυτός που δεν επιδιώκει να μάθει.
          Σήμερα εξουδετερώνονται οι δυναμικές μεταβίβασης στους νέους να εκπληρώσουν τον δυναμισμό τους. Αυτό συμβαίνει. Είναι ο κανόνας και όχι κάποιες άλλες αντίθετες μειοψηφούσες περιπτώσεις. Από την συζήτηση προβλήθηκε η μονοδιάστατα  προσδιορισμένη αυτοεκτίμηση των νέων ως δοτικότητα στην προσπάθειά τους να γίνουν (ή να τους κάνουν, για να επιβεβαιωθούν οι μεγαλύτεροι) πετυχημένοι επαγγελματίες. «Το ζητούμενο δεν είναι μόνο να εφοδιάσουμε τον καθένα με εκείνα τα προσόντα που θα του επιτρέψουν  "να τα βγάλει πέρα στη ζωή", να βρει μια δουλειά και να ανταποκριθεί γενικώς και αορίστως στο ρόλο του ψηφοφόρου». (NATACHA POLONY, Τα χαμένα παιδιά μας, εκδόσεις ΠΟΛΙΣ). Καλό είναι να μην ξεχνάμε ότι είμαστε πολίτες, εργάτες τέχνης και πολιτισμού στο μεγάλο εργοτάξιο της κοινωνίας.
Γρηγόρης Κλαδούχος
Ξυλόκαστρο-20 Φεβρουαρίου 2017 
by : tinakanoumegk



Ο Γιάννης Κουνέλλης υπήρξε ο τελευταίος μύθος της μεταπολεμικής ευρωπαϊκής αβάν γκαρντ και ο κορυφαίος της γενιάς του 60'. Ένας κοσμοπολίτης που πάντως λάτρεψε την Ιταλία και ενσωματώθηκε στην φινέτσα και την συνείδηση ιστορίας που χαρακτηρίζει αυτή την χώρα. Όχι την Αθήνα αλλά τη Ρώμη. Και οι Ιταλοί τον λάτρεψαν και τον έκαναν σύμβολο της μοντερνιστικής τους παράδοσης. Θυμάμαι το δέος που ένιωσα όταν τον πρωτοείδα και άκουσα τα περίεργα γκρεκάνικα που μίλαγε. Μου φάνηκαν σαν χρησμοί του Τειρεσία!
Αυτός, ο κοσμοπολίτης που εξέθετε παντού στην Ευρώπη και την Αμερική και που δίδασκε στο Ντύσελντορφ, δεν μιλούσε ουσιαστικά καμιά γλώσσα. Οι τιτανικές εικόνες που δημιουργούσε, μιλούσαν για αυτόν. Και βέβαια η γυναίκα του, η Μισέλ, ο δραγουμάνος του για τον έξω κόσμο. Τι περίεργο! Ο πιο γλωσσαλγικός καλλιτέχνης δεν διέθετε γλώσσα - πρακτικό όργανο επικοινωνίας. Μοιάζει να απέβαλε την επόμενη μητρική του γλώσσα για να γίνει ο μύστης του σύγχρονου Μύθου.
Μαζί με τον Κανιάρη και τον Θόδωρο Αγγελόπουλο ο Κουνέλλης είναι ο καλλιτέχνης που λατρεύω και που υπήρξε ένα είδος δάσκαλου - μυητή για μένα... Να μην ξεχάσω την συνταρακτική και αποκλειστική συνεργασία του με τον Θόδωρο Τερζόπουλο και το θέατρο Άττις. Θυμάμαι, όταν στήναμε την έκθεση Κάτοπτρα Ιστορίας το 2003 σε ένα εγκαταλελειμμένο εργοστάσιο στου Ρέντη -ανάμεσα σε μηχανουργεία και αποθήκες- μαζί με τον Βασίλη Βασιλικό και την Βάσω Παπαντωνίου, την χαρά που έκανε όταν έβαλε εμπρός τον "Μινώταυρο", μια δίχρονη μηχανή καϊκιού που του βρήκε ο Άγγελος Πιτσίκαλης. Αντέδρασε σαν παιδί! Αυτό ήταν το έργο : Μία μηχανή, μια Αργώ έτοιμη για ταξίδι, εγκλωβισμένη σε ένα φρούριο από τενεκέδες. Ο παλαιικός της θόρυβος που αντηχούσε σε όλο το εργοστάσιο, σε ταξίδευε θέλοντας και μη. Κάποιοι καλλιτέχνες ζήλεψαν, κάποιοι λάτρεψαν το έργο. Και ο Γιάννης εκεί, πάντα με ένα τσιγάρο και ένα αμφίσημο χαμόγελο κρεμασμένο από τα χείλη του.
Και μετά φάγαμε ρεβίθια σε ένα μαγέρικο. Τώρα καταλαβαίνω τι με συγκινούσε σε αυτόν τον τραχύ, ακατέργαστο άνθρωπο με το αιώνιο μαύρο παλτό. Μου θύμιζε τον πατέρα μου που ήταν τορναδόρος στα μηχανουργεία του Πειραιά. Όπως και ο δικός του πατέρας. Καληνύχτα μαέστρο. Καληνύχτα μαστρο Σπύρο. Η μεγάλη τέχνη συμβαίνει πάντα εκεί ψηλά...




ΥΓ 1. Και να σκεφτεί κανείς πως η Εθνική Πινακοθήκη της πλάκας δεν διαθέτει ούτε εξέθεσε ποτέ ένα (1) του έργο. Γιαυτό σιχαίνομαι τους παράγοντες και τους παραγοντίσκους του πολιτισμού στη χώρα μας. Γιατί επιβάλλουν τη μετριότητα τους παντού. Και με χυδαίο τρόπο. Με την συντριπτική συναίνεση του Κοινοβουλίου και της Κυβέρνησης. Διαχρονικά.
ΥΓ 2. Θα έδινα ένα χρόνο από την ζωή μου για να μάθω αν ο πρωθυπουργός και η συντριπτική πλειοψηφία των βουλευτών ή των υπουργών ξέρουν ποιος ήταν ο Πειραιώτης Γιάννης Κουνέλλης. Γιατί περί αυτού πρόκειται. Η παχυλή, γενικευμένη αμάθεια είναι το μέγιστο πρόβλημα του τόπου. Και η αιτία όλων των άλλων.
ΥΓ 3. Κανονικά σήμερα ο δήμαρχος Πειραιά και ο υπουργός εμπορικής ναυτιλίας θα έπρεπε να είχαν κηρύξει συμβολικό πένθος στη πόλη. Έτσι έκαναν οι Ιταλοί όταν πέθανε ο Βέρντι. Τι λέω τώρα!
by : tinakanoumegk


Είναι του γραικύλου οι θεοί ίδιοι με του ραγιά; Είναι ομοούσιοι ή ομοιούσιοι. Ξέρει κάποιος τραχύς Λατίνος να μας διαφωτίσει επί του θέματος, ή θα πρέπει να συγκαλέσουμε πάλι την Α’ Οικουμενική Σύνοδο; Παράσημο λοιπόν oΜοσκοβισί. Ο Μεγαλόσταυρος του Τάγματος του Φοίνικος! Τι θυσία έκανε ο Μοσκοβισί για την Ελλάδα; Πήγε στο Αλβανικό; Εσκαψε σαράντα χωράφια και μοίρασε το γέννημα στους φτωχούς; Τι είναι ο Μοσκοβισί; Πάλι καλά που δεν ζει ο Ατταλός ο Τρίτος να του κληροδοτήσει πεσκέσι την Πέργαμο!


Ποια μνημόνια; Ποια 99 χρόνια; Παραχωρείς την Ελλάδα προικώο στον Οθωνα τον Σόιμπλε και καθαρίζεις. Με τους κολίγους. Τους κάνεις ραγιάδες και ησυχάζεις. Μόνον που σε προδίδουν τα τελετουργικά σου. Εκεί που κρέμαγαν οι καπεταναίοι τ’ άρματα, κρεμάμε εμείς τα παράσημα που απονέμουμε στον Μοσκοβισί. Ως άλλοι βλαχοσυμπέθεροι της ελεεινής μορφής.


Και, σκύψε-σκύψε, γονάτισε-γονάτισε, κλαψούριζε-κλαψούριζε, δεν είναι καθόλου παράξενο ότι το γεγονός της παρασημοφόρησης του Μοσκοβισί πέρασε στην κοινή γνώμη ανεπαισθήτως - ως κάτι το λογικό, το ευπρεπές, το καλώς καμωμένο. Ουδείς Δημοσθένης αντέλεξε, μόνον κανα-δυο Θερσίτες.


Για άλλη μια φορά κοπαδηδόν και κατά την Καβάφεια περιγραφή «σωστά συντάξαμε το ψήφισμα», «εις ωραία ελληνικά να είναι» και βάστα το στερεότυπο για ώρα ανάγκης. Αμα λάχει, αλλάζουμε το όνομα του Μοσκοβισί με το όνομα του Σόιμπλε και είμαστε και πάλι ωραίοι. Κι αν τυχόν ο Σουλτς επικρατήσει, το όνομα του Σουλτς χαράζουμε στο ψήφισμα και στον βωμό, τον Σουλτς στεφανώνουμε στην κεφάλα με κάνα κότινο απ’ το Μοναστηράκι - και πάλι ωραίοι είμαστε! Διότι εμείς είμαστε ραγιάδες-ξεφτέρια και έξυπνοι γραικύλοι, για χάπατα τους έχουμε τους Φραγκόσυρτους. Τους δίνεις χίλιους να τους κάνουν μια χαψιά και τρως κι εσύ άλλους τριακόσιους. Ετσι πορεύεται ο ντουνιάς, έτσι αρμενίζει ο κόσμος. Μόνον να παιανίζει ο ύμνος εις την Ελευθερίαν (αλλιώς θα κατεβεί ο Μπάυρον από τους ουρανούς και θα μας αφαλοκόψει).


Αλλά, αν ο κύριος Πρόεδρος της Δημοκρατίας παρασημοφόρησε τον Γάλλο της Λεγεώνας των Ξένων με τον Μεγαλόσταυρο του Φοίνικος, γιατί ο Τσίπρας δεν τον παρασημοφόρησε κι αυτός με τον Αητό των Μαυροσκούφηδων του ΕΑΜ;


Αλλωστε, όλοι εμείς και σύνολος ο ελληνικός λαός, επίσης παρασημοφορημένοι είμαστε! Με το παράσημο της Ανοιχτής Παλάμης...


Πηγή: enikos.gr
by : tinakanoumegk
Αποτέλεσμα εικόνας για αντιθεση αρχαιων και νεων ελληνων
Τι σχέση έχουν αυτοί που παίρνουν τις αποφάσεις για την Ακρόπολη με την Ακρόπολη; Όση σχέση έχει η Νέα Ελβετία με την Ελβετία. Και τι σχέση έχουν οι νεοέλληνες με τους αρχαίους; Όση σχέση έχει η υπερηφάνεια με την κακομοιριά. Και όση σχέση έχει ο πολιτισμός με τον αναλφαβητισμό. Αυτά ξεγυμνώθηκαν στα επιχειρήματα του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου και της υπουργού Πολιτισμού που απέρριψαν το αίτημα της Gucci να της επιτραπεί να κάνει επίδειξη μόδας στο μνημείο.
Το άρθρο δεν έχει σκοπό να πάρει θέση σ αυτή καθ εαυτή την απόφαση. Αλλά θεωρεί ύβρι για τον πολιτισμό και την εγγραμματοσύνη να λέγεται από τα χείλη της υπουργού του Πολιτισμού ότι «ο Παρθενώνας είναι το σύμβολο του δυτικού πολιτισμού, της δημοκρατίας, του διαλόγου, της ελευθερίας, του πνεύματος και εμείς οι Έλληνες είμαστε οι θεματοφύλακες αυτού του συμβόλου». Εξ ού και η απαγόρευση.
Κατ αρχήν ο Παρθενώνας είναι απομεινάρι- απόδειξη πολύ υψηλού Πολιτισμού. Ο οποίος δεν έχει καμιά σχέση με τη νεοελληνική αμορφωσιά. Αμορφωσιά, όχι μόνο από άποψη σχολικής γραμματοσύνης, αλλά από άποψη Παιδείας και νοοτροπίας πολιτών. Ατόμων και κοινωνικού συνόλου.
Ας αναρωτηθούν η υπουργός και τα μέλη του ΚΑΣ πώς θα τους αντιμετώπιζε η αρχαία αθηναϊκή, σπαρτιατική, μακεδονική, κορινθιακή ή θηβαϊκή κοινωνία και πολιτεία αν, ως δια μαγείας, εμφανίζονταν σ αυτές αύριο το πρωί.
Με ποια παιδεία ποιάς δημοκρατίας και ποιανού διαλόγου και ποιού σεβασμού σε θεσμούς, ποιάς έννοιας ελευθερίας και ποιανού πνεύματος θα περπατούσαν ανάμεσα σε ΠΟΛΙΤΕΣ, που όχι μόνο ήταν Ελεύθεροι, όχι μόνο συνδιαλέγονταν, όχι μόνο ήταν υπερδυνάμεις της εποχής, αλλά καλλιεργούσαν τη Γνώση και αποδέχονταν τα αποτελέσματά της;
Με τι ανάστημα θα περπατούσαν ανάμεσα σε πολίτες που αυτά που πίστευαν ήταν πάνω από τη ζωή τους και που η ύπαρξή τους, η αξιοπρέπειά τους, εξαρτιόνταν από τις πράξεις τους και όχι από τις ασφαλείς και ανέξοδες αερολογίες της στιγμής;
Με τι προσόντα θα επιζούσαν σε πολιτείες όπου καθένας έπρεπε να έχει προσόντα για να είναι κάποιος, ακόμα και στις πιο ταπεινές δημόσιες θέσεις και δεν αρκούσε να έχει μπάρμπα στην Κορώνη. Ακόμα κι ο Κλέων. Πώς θα γλίτωναν την εξορία σε πολιτείες όπου αν έβλαπτες με τις πράξεις σου την Πόλη εκτελείσο ή τερμάτιζες τη ζωή σου σε τόπους αφιλόξενους;
Πώς θα εργάζονταν στην Παιδεία και στην Τέχνη όταν το μέτρο ήταν η Τελειότητα και όχι η μετριότητα και η ανοχή στα πασαλείμματα; Πώς θα επιζούσαν ανάμεσα στους κακούς και μέτριους των Μουσών, όταν αυτοί οι μέτριοι ήταν περίγελως στην κοινωνία;
Πώς θα πειθαρχούσαν σε ολοήμερους κανόνες σαν αυτούς που επέβαλε η δημοκρατία, η ολιγαρχία ή το κοινό των Σπαρτιατών και των Μακεδόνων, όπου η ατομικότητα θυσιαζόταν στη συλλογικότητα και όπου τα πολιτεύματα είχαν απαράβατους κανόνες για να μπορούν να είναι Πολιτεύματα και όχι καραγκιοζοπαιχτήρια μετριοτήτων, νούμερων και ημιμαθών;
Πώς θα υπερασπίζονταν την πατρίδα ή το Κοινό ή την Αμφικτιονία όταν ο κανόνας ήταν η υπεράσπιση μέχρις εσχάτων και η θυσία; Πώς θα στέκονταν αντάξιοι της Πόλης αν δεν ήταν έτοιμοι να θυσιαστούν γι αυτήν;
Πώς θα στέκονταν αντάξιοι μέσα σε ένα Λύκειο ή μια Στοά, όταν εκεί προϋπόθεση ήταν η αναζήτηση με γνώμονα την Αλήθεια και την Ειλικρίνεια σε μια συνύπαρξη ευθείας κατάθεσης σκέψεων και όχι σε συνθήκες κρυψίνειας όπως κυριαρχεί στη νεοελληνική νοοτροπία;
Με ποια νεοελληνική έκφραση μπορεί να συγκριθεί η αρχαία ελληνική άμεση δημοκρατία, έστω και δουλοκτητική (πολλοί δούλοι ήταν πιο ελεύθεροι και ασφαλείς και πληρωμένοι από πολλούς σημερινούς ελεύθερους), η αρχαία δραματουργία, η αρχαία αρχιτεκτονική και γλυπτική, η αρχαία συγγραφή, η αρχαία επιστήμη, η αρχαία πρωτοποριακή άρα επαναστατική σκέψη που τόλμησε τη ρήξη και το γκρέμισμα κάθε προηγούμενων σκέψεων και προκαταλήψεων;
Με ποια νεοελληνική μισοκακομοιριά μπορεί να συγκριθεί η υπερηφάνεια και η συνείδηση της δύναμης που είχαν οι Πολίτες, ακόμα και της Μήλου ή της Σάμου που επρόκειτο να σφαγιαστούν επειδή αρνούνταν την επικυριαρχία μιας υπερδύναμης;
Οι αρχαίοι δεν ήταν τέλειοι. Το αντίθετο. Αλλά δεν ήταν και το σημερινό ρεζίλι. Επομένως, το ερώτημα ορθώνεται αμείλικτο:
Σε τι ακριβώς είναι θεματοφύλακες του Ιερού Βράχου οι νεοέλληνες, η υπουργός ΤΟΥΣ και τα μέλη του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβούλιου;
Στην αδυναμία της πλειονότητας των ελληνόπουλων να αρθρώσουν ή να γράψουν σωστά τις φτωχές 10.000 λέξεις που χρησιμοποιούν; Και στην αδυναμία τους να αντιληφθούν ή να εκφραστούν κριτικά εξ αιτίας της απουσίας Παιδείας στα σχολεία τους;
Στην ανικανότητα ή την απροθυμία πλείστων όσων  καθηγητών τους να τους Παιδέψουν για να μάθουν και όχι για να μην κοπιάσουν οι ίδιοι ή για να μην κακοκαρδιστούν οι γονείς και οι κανακάρηδές τους;
Στην απουσία σοβαρής Τέχνης πια, με στρατό ατάλαντων ηθοποιών, μέτριων συγγραφέων, μέτριων ή κακών δημιουργών με ελάχιστες εξαιρέσεις, στη μουσική, τη ζωγραφική, τη γλυπτική, όπου αποθεώνονται ως γίγαντες οι νάνοι, ενώ οι γίγαντες από τα ξέφωτα του ’20, του ’40 και του ’50, όπως και του 1900 μουχλιάζουν σε ανήλιαγα υπόγεια και σε ερημωμένες βιβλιοθήκες;
Στην απουσία σοβαρής ευρείας κοινωνικής και φιλοσοφικής σκέψης και στην απουσία μιας ακαδημαϊκής κοινότητας, που να υπάρχει για να πηγαίνει το λαό πιο μπροστά αντί να λειτουργεί σαν αρχαίο αιγυπτιακό ιερατείο, απόν από κάθε τι σημαντικό για τους πολίτες;
Στη δομή και λειτουργία της δημοκρατίας από το λαό για το λαό με ανοιχτές διαδικασίες και με συμμετοχή του λαού σε όλες τις κλίμακες με κλήρωση, άσχετα από κοινωνική, ιδεολογική και πολιτική τοποθέτηση; Στη σημερινή αυθαίρετη δημοκρατία των αντιπροσώπων του λαού, που μόλις εκλεγούν αντιπροσωπεύουν μόνο τον εαυτό τους και τα συμφέροντά τους;
Στην απουσία κάθε διαφάνειας από την κορυφή της λειτουργίας της δημοκρατίας μέχρι τον τελευταίο δημοτικό σύμβουλο και κοινοτάρχη; Στην ατιμωρησία κάθε δημόσιου λειτουργού, αλλά και κάθε κεφαλαιούχου, που κερδοσκοπεί, όπως και κάθε παραβάτη των νόμων σε καθημερινή βάση;
Στην ανοργανωσιά, τον τεχνολογικό αναλφαβητισμό, το φόβο για κάθε τι καινούργιο, στον άκρατο ατομικισμό και την άγνοια στη θεωρία και την πράξη κάθε έννοιας Οικονομίας, όταν οι αρχαίοι εκμεταλλεύονταν ο,τιδήποτε τους κινούσε την περιέργεια;
Στη δειλία και στην αναξιοπρέπεια μπροστά στον κίνδυνο μη χάσουν οι νεοέλληνες τα κεκτημένα τους, δήθεν για το μέλλον των παιδιών τους, τα οποία τους βλέπουν και δεν τους υπολήπτονται καν τόσο υποκριτές και λίγοι που είναι στην πραγματικότητα και στην καθημερινότητα σε πολύ μεγάλο ποσοστό; Λες και οι αρχαίοι δεν κινδύνευαν να χάσουν τα κεκτημένα τους και δεν είχαν παιδιά που τα αγάπαγαν όπως ο κάθε γονιός!
Επειδή ο κατάλογος δεν έχει τέλος, για ποιους θεματοφύλακες μας μιλάει η υπουργός πολιτισμού και γίνεται ρεζίλι σε ξένους, λες και οι ξένοι δεν έχουν μάτια να δουν. Αν οι νεοέλληνες και οι κυβερνήτες τους αγαπούσαν αυτούς τους αρχαίους που έχτισαν αυτά τη μνημεία πολιτισμού θα φρόντιζαν τουλάχιστον να τους μοιάζουν έστω και λίγο. Από τσίπα και ντροπή. Επειδή ζουν δίπλα τους.
Αντ’ αυτού, θυμούνται τον Πολιτισμό των αρχαίων μόνο όταν είναι να κόψουν κανένα εισιτήριο σε επισκέπτες, όταν θέλουν να πουλήσουν πνεύμα στριμωγμένοι από την ανικανότητά τους να είναι αυτοί κάτι αξιόλογο και όταν θέλουν να κρυφτούν πίσω από τους γίγαντες για να μη φαίνονται νάνοι. Όπως προχτές η υπουργός και το ΚΑΣ. Η Gucci τους πρόσβαλε!!!
Γ. Παπαδόπουλος- Τετράδης 
by : tinakanoumegk
Φωτογραφία της Eleni V. Koronioti.


Θα είμi ικεί!Του θαρρώ για ντ πατρίδα μ πουλύ σημαντικό να καταγραφεί η ντουπιουλαλιά μας.Η Γλώσσα μας.Η γλώσσα π΄ μ΄λούσαμ΄ στα παιχνίδια μας...Η γλώσσα π΄ μας νανουρίζαν... Η γλώσσα που μ΄ έλιγι η γιαγιάμ΄ παραμύθια μπρουστά ζντ΄αναμμέν΄ γουνιά ...Η γλώσσα π΄ λέγαν ντ΄ προυσευχή και του παράπουνου τ΄ς οι γονείζίμ, όταν ξιριζουθήκαν. Η γλώσσα π΄ δίναν κουράγιου η γ- ένας ντουν άλλουν τ΄ς μ΄κρές νύχτις και τ΄ς μεγάλις μέρις... Ανυπομονώ!!Να στολίσ΄ ντ΄ βιβλιοθήκη μ ΄θα του βάλου.
Posted on : Παρασκευή 10 Φεβρουαρίου 2017 [ 0 ] comments Label:

ΤΡΑΓΟΥΔΩ... 50 ΧΡΟΝΙΑ ΤΑΚΗΣ ΣΟΥΚΑΣ - στις 1002 Νύχτες

by : tinakanoumegk
Φωτογραφία του χρήστη Καλλιρόη Σταματελάκη - Kalliroi Stamatelaki.

Τα Σάββατα του Φλεβάρη ο Τάκης Σούκας με τον Βασίλη Χαραλάμπους, την Καλλιρόη Σταματελάκη και μια ομάδα πηγαίων μουσικών σε μια ξεχωριστή παράσταση. 

Τα Σάββατα του Φεβρουαρίου (4, 11, 18 & 25) στις 1002 Νύχτες μια μεγάλη μουσική γιορτή με επίκεντρο την διαδρομή, τα τραγούδια, τις μεγάλες στιγμές του Τάκη Σούκα στο ελληνικό τραγούδι. 

Δεν υπήρξαν ούτε θα υπάρξουν πολλοί μουσικοί και δημιουργοί στο ελληνικό τραγούδι σαν τον Τάκη Σούκα. Τα διαμάντια του, που ερμήνευσαν οι καλύτεροί μας, έχουν αφήσει εποχή: Έρωτα μου αγιάτρευτε, Βροχή τα παράπονα, Με λες αγάπη, Ταχεία, Τελειώσαμε και μείναμε μονάχοι, Τα χάρτινα, Βάρα μου το ντέφι, Ανοίχτε τα τρελλάδικα, Λείπεις εσύ, Δε μπορεί, Αν μ’ αγαπούσες λίγο, Εσύ μιλάς στην καρδιά μου, Μια ζωή μέσα στους δρόμους, Όλοι οι δρόμοι είσαι εσύ, Υποκρίνεσαι, Άκου βρε φίλε, Έι καπετάνιε, Άγιε μου Σώστη σώσε με, Ο λαός τραγούδι θέλει, Ποιος το είπε για τους μάγκες, Τραγουδώ κ.ά.

Το ίδιο και τα παιξίματά του στο ακορντεόν και το σαντούρι που έχουν στολίσει αθάνατες στιγμές του παραδοσιακού, του λαϊκού αλλά και του έντεχνου. Δεν είναι τυχαίο πως τα Σάββατα αυτά του Φλεβάρη στις 1002 Νύχτες θα ακουστούν και τραγούδια συναδέλφων του Σούκα στα οποία ο ίδιος μετέχει ως μουσικός και αγγίζουν τον μουσικό του κόσμο…

Ο Βασίλης Χαραλάμπους έχει τη δική του πορεία στο χώρο του τραγουδιού, μετρώντας επιτυχημένες συνεργασίες με ογκόλιθους της λαϊκής μας μουσικής, κλασικούς αλλά και νεότερους. Μάλιστα πριν από λίγο καιρό ο Χαραλάμπους κυκλοφόρησε και ένα αρρενωπό ζεϊμπέκικο με τίτλο «Ξημερώνει με σκοτώνει» σε μουσική του Τάκη Σούκα και στίχους του Κώστα Μπαλαχούτη.

Η Καλλιρόη Σταματελάκη έχει διαγράψει μία αξιοζήλευτη πορεία, με διαλεκτές επιλογές, με αξιοπρέπεια και σεβασμό, αλλά και σημαντικές συνεργασίες.

Οι μουσικοί που πλαισιώνουν τον Σούκα και τους ερμηνευτές είναι κυριολεκτικά ένας κι ένας. Ο πολύπειρος και σολίστας κιθαρίστας Δημήτρης Μαρινόπουλος, ο πηγαίος Νίκος Καρνάβας στα τύμπανα και ο χειμαρρώδης μπουζουκίστας Δημήτρης Σαββαΐδης.

Την επιμέλεια του προγράμματος έχει ο συγγραφέας Κώστας Μπαλαχούτης, άριστος γνώστης της 50χρονης συνθετικής διαδρομής του Τάκη Σούκα, και όχι μόνο. Συνθέσεις του Σούκα σε στίχους του Μπαλαχούτη έχουν ερμηνεύσει μεταξύ άλλων οι: Βασίλης Παπακωνσταντίνου, Γιώργος Μαργαρίτης, Νότης Σφακιανάκης, Γεράσιμος Ανδρεάτος, Λένα Αλκαίου, Σοφία Παπάζογλου κ.ά.

Μια μεγάλη λοιπόν γιορτή που συνοψίζει τη πορεία του μεγάλου δημιουργού καθώς και συνθέσεις συναδέλφων του στις οποίες ο ίδιος στόλισε ως μουσικός αλλά και άλλες που αγάπησε και ξεχώρισε.


ΣΑΒΒΑΤΟ 4, 11,18& 25 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2017, 23:00
Ώρα έναρξης 23:00 - Είσοδος €5