Ίσως από τις πιο φημισμένες αναρτήσεις στον κατάλογο της άυλης κληρονομιάς της Unesco είναι η πλατεία Jemaa el-Fnaa
στην πόλη Μαρακές του Μαρόκου, η οποία αποτελεί χώρο παραγωγής και
μετάδοσης της άυλης κληρονομιάς, ένα υπαίθριο θέατρο «μουσικών,
παραμυθάδων, ακροβατών και γητευτών φιδιών», τόσο για την τοπική
κοινωνία όσο και για τους ξένους επισκέπτες
Μολονότι η παλιά πόλη (Medina), και κατ” επέκταση η πλατεία, είχε αναρτηθεί στον Κατάλογο Μνημείων της Παγκόσμιας Κληρονομιάς από το 1985, τα προβλεπόμενα μέτρα συντήρησης του ιστορικού ιστού της αγνοούσαν σε μεγάλο βαθμό τις κοινωνικές, καλλιτεχνικές και πολιτισμικές προεκτάσεις και δραστηριότητες που λάμβαναν χώρα στην πλατεία από τον 17ο αιώνα.
Για την ακρίβεια, στις αρχές της δεκαετίας του ’90 η πλατεία είχε απειληθεί με την κατασκευή ενός υπόγειου χώρου στάθμευσης και ενός διοικητικού κτηρίου ύψους 15 μέτρων. Όπως εξηγεί ο Schmitt (2008), ύστερα από σειρά παρεμβάσεων και διπλωματικών διεργασιών με τη συμβολή καλλιτεχνικών προσωπικοτήτων και πνευματικών ανθρώπων, τα προβλεπόμενα έργα ακυρώθηκαν, η πλατεία χαρακτηρίστηκε από την Unesco «προφορικό αριστούργημα της ανθρωπότητας» στα τέλη της δεκαετίας του ’90, και το 2001 αποτέλεσε μια από τις πρώτες αναρτήσεις στον κατάλογο των «Αριστουργημάτων της Άυλης Κληρονομιάς», το πρόγραμμα που προηγήθηκε του Καταλόγου της Σύμβασης του 2003.
Στα μάτια των εκπροσώπων της τοπικής κοινωνίας, αλλά και της διεθνούς κοινότητας, αποτελεί έκτοτε κατεξοχήν τόπο μετάδοσης και διδασκαλίας της τοπικής αφηγηματικής τέχνης.
Η ζωή στη πλατεία Jemaa el-Fnaa είναι μια από τις δραστηριότητες που οδήγησαν στον ορισμό και τη διεθνή αναγνώριση της έννοιας της άυλης κληρονομιάς.
Από τα χρόνια μετά την επίσημη αναγνώρισή της, η πλατεία θεωρείται πλέον έμβλημα της πόλης του Μαρακές και της ταυτότητας του Μαρόκου. Κατά τη διάρκεια της ημέρας η πλατεία είναι γεμάτη παραδοσιακούς αφηγητές, θεραπευτές, μουσικούς, γητευτές φιδιών και πωλητές πορτοκαλιών. Το βράδυ επικρατεί πιο ζωντανή και γιορτινή ατμόσφαιρα με την παρασκευή και κατανάλωση τοπικών φαγητών, την παρουσίαση χορών και τη συμμετοχή οικογενειών. Εκτός από την τοπική κοινότητα, τον τόπο μνήμης και παραδοσιακής δημιουργίας κατακλύζει μέρα και νύχτα μεγάλος αριθμός ξένων επισκεπτών, οι οποίοι συμβάλλουν σημαντικά στην τοπική οικονομία.
Η διατήρηση της ισορροπίας ανάμεσα στη διαφύλαξη των πολιτιστικών δράσεων της πλατείας και στις απαιτήσεις των ξένων επισκεπτών αποτελεί μια από τις προτεραιότητες του Πολιτιστικού Συλλόγου και της αντιπροσωπείας της Unesco .
Βεβαίως η περίπτωση της πλατείας Jemaa el-Fnaa θέτει σημαντικούς προβληματισμούς σχετικά με τις συγκρουόμενες τάσεις στα προγράμματα διαφύλαξης, καθώς η αναγνώριση μιας πλατείας ως άυλης κληρονομιάς της ανθρωπότητας αποτελεί νέο τρόπο θεώρησης και αντιμετώπισης των εκφράσεων αυτών, τόσο σε τοπικό όσο και σε διεθνές επίπεδο. Για πολλούς μελετητές ο μηχανισμός διαφύλαξης και προστασίας της άυλης κληρονομιάς που έχει αναπτύξει τα τελευταία χρόνια η Unesco αποτελεί μορφή της παγκοσμιοποίησης, την οποία, ειρωνικά, προσπαθεί να αντιμετωπίσει, και, ουσιαστικά, εκθέτει τον παραδοσιακό πολιτισμό στο σύγχρονο καπιταλιστικό modus vivendi ως ένα ακόμα καταναλωτικό αγαθό.
Μολονότι η παλιά πόλη (Medina), και κατ” επέκταση η πλατεία, είχε αναρτηθεί στον Κατάλογο Μνημείων της Παγκόσμιας Κληρονομιάς από το 1985, τα προβλεπόμενα μέτρα συντήρησης του ιστορικού ιστού της αγνοούσαν σε μεγάλο βαθμό τις κοινωνικές, καλλιτεχνικές και πολιτισμικές προεκτάσεις και δραστηριότητες που λάμβαναν χώρα στην πλατεία από τον 17ο αιώνα.
Για την ακρίβεια, στις αρχές της δεκαετίας του ’90 η πλατεία είχε απειληθεί με την κατασκευή ενός υπόγειου χώρου στάθμευσης και ενός διοικητικού κτηρίου ύψους 15 μέτρων. Όπως εξηγεί ο Schmitt (2008), ύστερα από σειρά παρεμβάσεων και διπλωματικών διεργασιών με τη συμβολή καλλιτεχνικών προσωπικοτήτων και πνευματικών ανθρώπων, τα προβλεπόμενα έργα ακυρώθηκαν, η πλατεία χαρακτηρίστηκε από την Unesco «προφορικό αριστούργημα της ανθρωπότητας» στα τέλη της δεκαετίας του ’90, και το 2001 αποτέλεσε μια από τις πρώτες αναρτήσεις στον κατάλογο των «Αριστουργημάτων της Άυλης Κληρονομιάς», το πρόγραμμα που προηγήθηκε του Καταλόγου της Σύμβασης του 2003.
Στα μάτια των εκπροσώπων της τοπικής κοινωνίας, αλλά και της διεθνούς κοινότητας, αποτελεί έκτοτε κατεξοχήν τόπο μετάδοσης και διδασκαλίας της τοπικής αφηγηματικής τέχνης.
Η ζωή στη πλατεία Jemaa el-Fnaa είναι μια από τις δραστηριότητες που οδήγησαν στον ορισμό και τη διεθνή αναγνώριση της έννοιας της άυλης κληρονομιάς.
Από τα χρόνια μετά την επίσημη αναγνώρισή της, η πλατεία θεωρείται πλέον έμβλημα της πόλης του Μαρακές και της ταυτότητας του Μαρόκου. Κατά τη διάρκεια της ημέρας η πλατεία είναι γεμάτη παραδοσιακούς αφηγητές, θεραπευτές, μουσικούς, γητευτές φιδιών και πωλητές πορτοκαλιών. Το βράδυ επικρατεί πιο ζωντανή και γιορτινή ατμόσφαιρα με την παρασκευή και κατανάλωση τοπικών φαγητών, την παρουσίαση χορών και τη συμμετοχή οικογενειών. Εκτός από την τοπική κοινότητα, τον τόπο μνήμης και παραδοσιακής δημιουργίας κατακλύζει μέρα και νύχτα μεγάλος αριθμός ξένων επισκεπτών, οι οποίοι συμβάλλουν σημαντικά στην τοπική οικονομία.
Η διατήρηση της ισορροπίας ανάμεσα στη διαφύλαξη των πολιτιστικών δράσεων της πλατείας και στις απαιτήσεις των ξένων επισκεπτών αποτελεί μια από τις προτεραιότητες του Πολιτιστικού Συλλόγου και της αντιπροσωπείας της Unesco .
Βεβαίως η περίπτωση της πλατείας Jemaa el-Fnaa θέτει σημαντικούς προβληματισμούς σχετικά με τις συγκρουόμενες τάσεις στα προγράμματα διαφύλαξης, καθώς η αναγνώριση μιας πλατείας ως άυλης κληρονομιάς της ανθρωπότητας αποτελεί νέο τρόπο θεώρησης και αντιμετώπισης των εκφράσεων αυτών, τόσο σε τοπικό όσο και σε διεθνές επίπεδο. Για πολλούς μελετητές ο μηχανισμός διαφύλαξης και προστασίας της άυλης κληρονομιάς που έχει αναπτύξει τα τελευταία χρόνια η Unesco αποτελεί μορφή της παγκοσμιοποίησης, την οποία, ειρωνικά, προσπαθεί να αντιμετωπίσει, και, ουσιαστικά, εκθέτει τον παραδοσιακό πολιτισμό στο σύγχρονο καπιταλιστικό modus vivendi ως ένα ακόμα καταναλωτικό αγαθό.